Το Κουκάκι μέσα από τα μάτια επτά κατοίκων του: Τόπος διαμονής και διέλευσης
2020 | Απρ
Το Κουκάκι εκτείνεται από την οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου μέχρι την πλατεία Κουντουριώτη («Παιδική Χαρά») και από τις παρυφές του Φιλοπάππου ως τη λεωφόρο Συγγρού (Xάρτης 1). Πρόκειται για μία περιοχή με μακρά ιστορία και, κατά τις πρόσφατες δεκαετίες, σημαντικούς μετασχηματισμούς: την πεζοδρόμηση δύο κεντρικών οδών, έπειτα την απόκτηση δύο σταθμών μετρό, τη λειτουργία του νέου Μουσείου της Ακρόπολης και, πιο πρόσφατα, την εμφάνιση του φαινομένου Airbnb και την εντατικοποίηση των χρήσεων αναψυχής. Οι παραπάνω εξελίξεις προσεγγίζονται εδώ μέσα από τα μάτια επτά κατοίκων της περιοχής, με διαφορετική διαδρομή, εμπειρία και πρόσληψη της γειτονιάς και των μετασχηματισμών της.
Χάρτης 1: Το Κουκάκι
Αρχικά, «Κουκάκι» ονομαζόταν η περιοχή κοντά στις συμβολές των οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου με την οδό Γεωργάκη Ολυμπίου (Xάρτης 1), όπου βρισκόταν το σπίτι του Κουκάκη, ενός κατασκευαστή σιδερένιων κρεβατιών (Γιοχάλας & Καφετζάκη, 2012). Από την παιδική χαρά που βρίσκεται στο τέρμα των οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου και αποτελεί «προθάλαμο» του Κουκακίου στα νοτιο-δυτικά μέχρι και την αρχή των Πετραλώνων, η περιοχή αναφέρεται στη σχετική βιβλιογραφία ως «Φιλοπάππου» (Βουγιούκα & Μεγαρίδης, 2006), τοπωνύμιο που σήμερα έχει σημαντικά υποχωρήσει. Από την άλλη πλευρά, στα βορειο-ανατολικά, το Κουκάκι γειτνίαζε με την περιοχή «Γαργαρέττα», που εκτεινόταν από την οδό Νότη Μπότσαρη μέχρι την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, ενώ από εκεί και πέρα εκτεινόταν η συνοικία «Μακρυγιάννη». Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι τέσσερις παραπάνω συνοικίες (Κουκάκι, Φιλοπάππου, Γαργαρέττα και Μακρυγιάννη) συνηθίζεται να αναφέρονται ως Κουκάκι, ενώ μόνο η συνοικία «Μακρυγιάννη» αναφέρεται ξεχωριστά από αρκετούς μέχρι σήμερα.
Καθώς περιπλανιέται κανείς στις παραπάνω συνοικίες, ο χαρακτήρας της περιοχής αλλάζει. Μέχρι δύο-τρεις δεκαετίες πριν, η ταξική διαφοροποίηση γινόταν έντονα αισθητή. «Η εικόνα άλλαζε βαθμιαία όσο κατηφόριζες από του Φιλοπάππου προς την Συγγρού και άρδην αν περνούσες απέναντι στο Δουργούτι», θυμάται ο κύριος Α., συνταξιούχος πανεπιστημιακός και κάτοικος της περιοχής για περισσότερα από 50 χρόνια. Παρόμοια φθίνουσα ταξική αλλαγή παρατηρούνταν και κατά μήκος της νοητής γραμμής από τα όρια της γειτονιάς του Κουκακίου προς την Πλάκα μέχρι εκείνα προς την Καλλιθέα [1].
Νοητό όριο αποτελούν και οι οδοί Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου, καθώς πάνω από αυτές υπάρχει σχεδόν αποκλειστικά χρήση κατοικίας ενώ κάτω από αυτές εντοπίζονται και άλλες χρήσεις γης, για παράδειγμα κατά μήκος των κεντρικών οδών Βεΐκου και Δημητρακοπούλου, των δύο μεγαλύτερων εμπορικών αξόνων της περιοχής. «Πέρα από αυτό, και οι ίδιες οι κατοικίες είναι διαφορετικές πάνω από τη Ζαχαρίτσα, καθώς υπάρχουν εκεί πολύ περισσότερες μονοκατοικίες ενώ, αντίθετα, μεταξύ Ζαχαρίτσα και Συγγρού οι πολυκατοικίες είναι περισσότερες», σημειώνει η κυρία Β., κοινωνιολόγος, ένοικος διαμερίσματος επί της συγκεκριμένης οδού από το 1968 και κάτοικος της περιοχής από ακόμα παλαιότερα.
Εικόνες 1-4: Πάνω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Εικόνες 5-8 : Κάτω από το νοητό όριο των οδών Ζαχαρίτσα και Τσάμη Καρατάσου
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Το Κουκάκι υπήρξε διαχρονικά κυρίως περιοχή κατοικίας. Τα εμπορικά καταστήματα περιορίζονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, πάνω στους δύο κεντρικούς οδικούς άξονες, την οδό Βεΐκου και την οδό Δημητρακοπούλου. Ωστόσο, ακόμα και οι δύο αυτοί δρόμοι είναι επίσης δρόμοι κατοικιών, καθώς πάνω από τα ισόγεια εμπορικά καταστήματα υψώνονται πολυκατοικίες με διαμερίσματα και όχι με γραφεία, υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες. Πόσο πυκνοκατοικημένοι ήταν οι δύο αυτοί κεντρικοί εμπορικοί δρόμοι ήδη από τη δεκαετία του 1980, το γνωρίζει καλά όποιος ήταν τότε παιδί. Στα κάλαντα των Χριστουγέννων, το να πάρεις κατά μήκος τις πολυκατοικίες της Βεΐκου και της Δημητρακοπούλου ήταν έργο ατελείωτο αλλά και πολύ προσοδοφόρο. Λίγο πιο κάτω, η οδός Φαλήρου, πρώτη παράλληλη της λεωφόρου Συγγρού, όπου σήμερα ξεφυτρώνουν μπαράκια και καφετέριες, πριν από όχι πολλά χρόνια ήταν πιάτσα συνεργείων και φανοποιείων που έμοιαζε σαν να είχε αποσχιστεί από το Νέο Κόσμο και να πέρασε απέναντι.
Εικόνες 9-11: Αλλαγές χρήσεων, πρίν και μετά
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Η πολυκατοικία είναι γενικότερα το είδος του κτηρίου που κυριαρχεί στο Κουκάκι, όπως άλλωστε στις περισσότερες κεντρικές περιοχές της Αθήνας. Παρά τον μεγάλο αριθμό μονοκατοικιών που διατηρούνται μέχρι σήμερα στις παρυφές του Φιλοπάππου, οι πολυκατοικίες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα του κτηριακού αποθέματος του Κουκακίου, χτισμένες οι περισσότερες κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Η κυρία Β. υποστηρίζει πως «κάτω από την Τσάμη Καρατάσου δεν υπάρχει κανένα αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον». Πράγματι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι πολυκατοικίες του Κουκακίου δεν αποτελούν «υψηλά» δείγματα του αθηναϊκού μοντερνισμού, όπως αυτά που μπορεί να συναντήσει κανείς στο Κολωνάκι, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, στην οδό Μαυροματαίων και αλλού, ενώ βέβαια δεν έχουν καμία σχέση, πέραν της εγγύτητας, με τα κτήρια που «κοσμούν» τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
Εικόνα 12: Προπολεμική πολυκατοικία αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Το Κουκάκι αποτελούσε μία μεσοαστική περιοχή, σαφώς πιο εύρωστη οικονομικά όσο ανέβαινε στους πρόποδες του Φιλοπάππου. Οι κάτοικοι, σύμφωνα με τον κύριο Α., «χωρίς να τους λες αριστοκράτες, ήταν αυτό που λέμε: νοικοκυραίοι». Ο κύριος Γ., αρχιτέκτονας και μεσίτης, 40 ετών, κάτοικος της περιοχής σχεδόν από τη γέννησή του, συμπληρώνει ότι «παλαιότερα, ήταν φτηνή περιοχή, όχι στους πρόποδες του Φιλοπάππου αλλά προς την Συγγρού. Για το λόγο αυτόν, συγκέντρωσε κατά τη δεκαετία του 1990 και αρκετούς οικονομικούς μετανάστες, κυρίως Αλβανούς. Σήμερα βλέπω σαφώς λιγότερους».
Αν και οι δύο κεντρικές οδοί Βεΐκου και Δημητρακοπούλου είχαν πάντα πολλά καταστήματα, τα περισσότερα από αυτά «ήταν μικρομάγαζα που εξυπηρετούσαν βασικές ανάγκες», σύμφωνα με την κυρία Β., η οποία συμπληρώνει πως «οι Κουκακιώτες εξυπηρετούνταν πολύ για τις αγορές τους από το κέντρο της Αθήνας και την Καλλιθέα». Η γειτνίαση της περιοχής με αυτές τις δύο μεγάλες αγορές μείωσε την ανάγκη για περαιτέρω ανάπτυξη της δικής της. Για έναν Κουκακιώτη ήταν πολύ εύκολο να πάρει το τρόλεϊ και να κάνει τα ψώνια του αλλού. Άλλωστε, η συγκοινωνία του Κουκακίου, ειδικά προς το κέντρο, ήταν ανέκαθεν καλή, καθώς μπορούσε κανείς να το προσεγγίσει με τρεις διαφορετικές γραμμές τρόλεϊ και πιο πρόσφατα και με το μετρό. Ο κύριος Ε., συνταξιούχος λογιστής, επέλεξε να εγκατασταθεί στο Κουκάκι λίγο μετά το 1980 και ένας λόγος, εξηγεί, ήταν η άριστη συγκοινωνία και η ευκολία να μετακινούνται, η σύζυγός του και αυτός, προς τη δουλειά.
Σύμφωνα με μία γενική αίσθηση των κατοίκων, όπως αυτή προκύπτει από την πλειοψηφία των συνεντεύξεων, αλλά και μέσα από την εμπειρία του συγγραφέα επίσης ως κατοίκου της περιοχής, στο Κουκάκι διαμένει ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών. Η παρουσία τους είναι εμφανής αλλά είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν είναι μεγαλύτερη εδώ σε σχέση με άλλες κεντρικές περιοχές. Σύμφωνα με την κυρία Β., «αν και στο Κουκάκι μένουν διάφοροι καλλιτέχνες και διανοούμενοι, δεν υπάρχει ιδιαίτερη πολιτιστική κίνηση. Έχουν εδώ την κατοικία τους αλλά δεν θα τους δεις να κάνουν εδώ κάποια ομιλία ή παρουσίαση». Ο κύριος Η. είναι πολύ γνωστός βιβλιοπώλης της περιοχής και το κατάστημά του (όχι εξ αρχής στη σημερινή του θέση) λειτουργεί από το 1970. Θεωρεί πως το παραπάνω φαινόμενο συμβαίνει και σε άλλες περιοχές όπου μπορεί να κατοικούν καλλιτέχνες και συγγραφείς αλλά οι πολιτιστικές τους δραστηριότητες φιλοξενούνται κυρίως στο κέντρο της Αθήνας. Ερωτηθείς γιατί δεν υπάρχει άλλο αντίστοιχο βιβλιοπωλείο στην περιοχή, ο κύριος Η. θυμάται: «Κάποτε είχε περάσει ο πεζογράφος Νίκος Παναγιωτόπουλος, πελάτης του βιβλιοπωλείου, με έναν γνωστό ζωγράφο ο οποίος μου είπε: Είσαι το τελευταίο βιβλιοπωλείο κατεβαίνοντας. Από εδώ και κάτω δεν υπάρχει τίποτα, ίσαμε την Πάτρα»! «Οι Κουκακιώτες δεν μπορώ να πω ότι διαβάζουν πάρα πολύ», συμπληρώνει. «Παλαιότερα πουλούσα λιγότερο. Για βιβλία πήγαιναν όλοι στο κέντρο που είχε και εκπτώσεις. Όταν ξεκίνησα τις εκπτώσεις και εγώ, άρχισα να πουλάω περισσότερο. Φέρνω όλους τους εκδότες και όλα τα είδη, γι’ αυτό έχω και καλό στοκ. Πιο πολύ βέβαια ο κόσμος, δυστυχώς, αγοράζει τα best-seller, όμως θα πουληθεί και το πιο ποιοτικό βιβλίο».
Μια σημαντική αλλαγή στην περιοχή του Κουκακίου ήταν η πεζοδρόμηση δύο κεντρικών οδών μέσα στην τετραετία 1987-1991. Αρχικά της οδού Δράκου, στην περιοχή της Γαργαρέττας και, δύο περίπου χρόνια μετά, της οδού Γεωργάκη Ολυμπίου, η συμβολή της οποίας με την οδό Βεΐκου ήταν η καρδιά της συνοικίας του (παλαιότερου πυρήνα του) Κουκακίου. Και οι δύο (πεζοδρομημένες σήμερα) οδοί είναι κάθετες στους δύο κεντρικούς οδικούς άξονες της Βεΐκου και της Δημητρακοπούλου. Λίγο μετά την πεζοδρόμηση, άρχισαν να εμφανίζονται δειλά τα πρώτα καφέ. Πιο πριν, δεν υπήρχαν πολλά μέρη στο Κουκάκι για να καθίσει κανείς. «Ήταν περισσότερο παλαιού τύπου καφενεία, με κάποιους ηλικιωμένους που έπαιζαν τάβλι ή χαρτιά και καθόλου γυναίκες», θυμάται η κυρία Β. «Ένα τέτοιο υπήρχε και στη Δράκου, γωνία με Δημητρακοπούλου. Δεν είχε καμία σχέση με τα τωρινά μαγαζιά αυτού του δρόμου. Απ’ έξω, επί της Δράκου, όταν δεν είχε ακόμα πεζοδρομηθεί, υπήρχε και μια πιάτσα ταξί κι έτσι το καφενείο, εκτός από θαμώνες, εξυπηρετούσε και τους ταξιτζήδες όσο περίμεναν πελάτες». Το καφενείο έκλεισε όταν άρχισαν οι εργασίες πεζοδρόμησης και το διαδέχτηκε, αμέσως μετά την ολοκλήρωση του έργου, το 1988, μία ιταλικού τύπου gelateria-καφέ, το Firenze, που «ήταν το πρώτο μαγαζί που προσέλκυσε και κόσμο εκτός της γειτονιάς», σύμφωνα με την κυρία Β. Μέσα στην επόμενη επταετία, ο πεζόδρομος της Δράκου αποτελούσε πια το κέντρο του Κουκακίου.
Ο πεζόδρομος της Δράκου έπαψε να είναι η «καρδιά» του Κουκακίου πολύ αργότερα. Με την κατασκευή του νέου Μουσείου Ακρόπολης στου Μακρυγιάννη, το 2009, πραγματοποιήθηκε και η πεζοδρόμηση της ομώνυμης οδού. «Ο νέος αυτός πεζόδρομος πήρε πάρα πολύ κόσμο από την Δράκου», σημειώνει ο κύριος Γ. «Λόγω του μουσείου και της πεζοδρόμησης της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η Μακρυγιάννη, εκτός από ανθρώπους της γειτονιάς ή τουρίστες, μαζεύει και πάρα πολλούς κατοίκους άλλων περιοχών που δεν είναι θαμώνες, απλώς έρχονται καμιά φορά για τη βόλτα τους», λέει η κυρία Β.
Εικόνες 13-16: Οι πεζόδρομοι Δράκου και Γεωργάκη Ολυμπίου
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Το 2000, η περιοχή ήταν από τις πρώτες αθηναϊκές γειτονιές που απέκτησαν μετρό και, μάλιστα, δύο σταθμούς που την εξυπηρετούσαν (σταθμός Συγγρού-Φιξ και σταθμός Ακρόπολη). Παρά την ήδη καλή συγκοινωνία προς και από το κέντρο, το μετρό έδωσε σταδιακά τη δυνατότητα, όσο άνοιγαν νέοι σταθμοί και αλλού, να γίνει το Κουκάκι εύκολα προσβάσιμο από πλήθος κατοίκων διαφορετικών περιοχών. «Είναι μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές στην περιοχή μας», λέει η κυρία Β., ενώ ο κύριος Γ. συμπληρώνει πως «ήταν καταλυτικό και για άλλες αλλαγές αργότερα. Για παράδειγμα, το Airbnb δεν θα αναπτυσσόταν τόσο αν τα διαμερίσματα δεν ήταν κοντά σε μετρό». Ο κύριος Ε. αναφέρει επίσης: «Οι φίλοι μου από το χωριό, όταν θέλουν να βρεθούν στην Αθήνα, έρχονται όλοι από διαφορετικές περιοχές στο σταθμό Συγγρού-Φιξ γιατί είναι κάτι που τους εξυπηρετεί όλους».
Η κατασκευή του νέου Μουσείου Ακρόπολης έφερε μεγάλη αλλαγή στην περιοχή. Η κυρία Β. παρατηρεί πως πριν τη δημιουργία του μουσείου «το Κουκάκι δεν ήταν τουριστική περιοχή. Είχε κάποια ξενοδοχεία αλλά τα πούλμαν έφταναν μέχρι την Διονυσίου Αρεοπαγίτου». Στο ίδιο πνεύμα, ο κύριος Γ. συμπληρώνει: «πήρε τον κόσμο από την Διονυσίου Αρεοπαγίτου και τον έφερε λίγο πιο κάτω, κάτι που γίνεται αντιληπτό στο τέλος της Βεΐκου, ως τον Άγιο Ιωάννη». Ωστόσο, η κυρία Β. παρατηρεί πως μαζί με τον κόσμο «έφερε και πρόβλημα κυκλοφορίας, ρύπανση και έλλειψη θέσεων στάθμευσης». Ο κύριος Δ. είναι γιατρός 42 ετών, κάτοικος της περιοχής από τη γέννησή του. Παράλληλα, δραστηριοποιείται στο κατάστημα που από το 1963 διατηρεί η οικογένειά του στη Γαργαρέττα. Στον αντίποδα της προηγούμενης άποψης, θεωρεί το μουσείο «ένα στολίδι για την περιοχή, σύγχρονο, που μας γεμίζει υπερηφάνεια». Ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο θα το αξιολογήσει κανείς, το σίγουρο είναι πως το τρίγωνο Χατζηχρήστου/Ροβέρτου Γκάλλι – Μακρυγιάννη – Διονυσίου Αρεοπαγίτου, που ήταν κάποτε ένα εξαιρετικά ήσυχο σημείο, έχει γίνει από τα πιο πολυσύχναστα και ελκυστικά μέρη όχι μόνο του Κουκακίου αλλά ολόκληρης της Αθήνας.
Οι δύο πιο πρόσφατες αλλαγές στο Κουκάκι, που συνέβησαν μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, ήταν η προαναφερθείσα εξέλιξη της Γεωργάκη Ολυμπίου σε πολύ ζωντανή «πιάτσα» και η εμφάνιση και εξάπλωση του Airbnb. Ο κύριος Ε. παρατηρεί πως η γειτονιά είναι ιδανική για Airbnb, καθώς βρίσκεται κοντά τόσο σε αξιοθέατα όσο και στο μετρό. Ο κύριος Γ. συμπληρώνει ότι «στην αρχή, προτού πάρει διαστάσεις το φαινόμενο, εξαιτίας του ότι το Κουκάκι ήταν μία σχετικά φτηνή περιοχή, ίσως και οι τιμές στο Airbnb να ήταν ανταγωνιστικές, και έτσι να σκαρφάλωσε γρήγορα σε πέμπτη συνοικία παγκοσμίως στην προτίμηση των Airbnb επισκεπτών». Ο κύριος Δ. αντιμετωπίζει το φαινόμενο ως μία πολύ ευχάριστη εξέλιξη για την περιοχή: «Το να βλέπεις τουρίστες να έρχονται να μείνουν σε σπίτια που είναι στην πολυκατοικία μας ή γύρω από αυτήν, ανάμεσά μας, δεν είναι αρνητικό. Είναι άνθρωποι που προσφέρουν στο Κουκάκι, έχουν να του δώσουν κάτι, να το δουν και αργότερα να το διαδώσουν στους ανθρώπους τους όταν γυρίσουν πίσω. Και μόνο για αυτήν τη διαφήμιση, αξίζει να έχουμε το Airbnb». Η κυρία Β. διατηρεί τις επιφυλάξεις της: «Κινδυνεύουν να εκδιωχθούν άνθρωποι που μένουν πολλά χρόνια στο Κουκάκι ως ενοικιαστές, είτε ζουν με το φόβο μιας μεγάλης αύξησης του ενοικίου τους. Επιπλέον, οι τουρίστες που έρχονται δεν ξοδεύουν χρήματα απαραίτητα στα καταστήματα της γειτονιάς. Μπορεί να πάρουν ό,τι χρειάζονται από μία αλυσίδα supermarket και όχι έναν Κουκακιώτη έμπορο». Ο κύριος Δ. ισχυρίζεται, όμως, πως πολλοί τουρίστες επισκέπτονται το οικογενειακό ζαχαροπλαστείο. «Οι άνθρωποι αυτοί ψάχνονται αρκετές ώρες την ημέρα να δουν τι άλλο υπάρχει πέριξ του καταλύματός τους. Περπατώντας, βλέπουν καταστήματα, μπαίνουν μέσα, ρωτούν, μαθαίνουν, αγοράζουν. Αφιερώνουν χρόνο και χρήμα στα καταστήματα και στους χώρους εστίασης που βρίσκονται κοντά στο κατάλυμά τους».
Εικόνες 17-19 : Ίχνη βραχυπρόθεσμων ενοικιάσεων στη γειτονιά
Πηγή: Γ Δημητρόπουλος 2020
Σύμφωνα με ιδιοκτήτη κομμωτηρίου στην Γεωργάκη Ολυμπίου, το κατά πόσο ένα κατάστημα αυξάνει την πελατεία του λόγω Airbnb σχετίζεται με το προσφερόμενο προϊόν. «Τα κορίτσια στο διπλανό καφέ-μπαρ έστησαν άρον άρον μία κουζίνα, προκειμένου να σερβίρουν πρωϊνό και brunch και εξυπηρετούν τουρίστες του Airbnb. Εγώ, πάλι, κουρεύω τους ίδιους που κούρευα και παλαιότερα» [2].
Ο κύριος Ε. εκτιμά πως «κάθε πολυκατοικία έχει και ένα διαμέρισμα Airbnb» και ανησυχεί για το αίσθημα ανασφάλειας που αυτό μπορεί να δημιουργεί. «Δεν ξέρεις ποιος μένει δίπλα στο σπίτι σου. Και, επίσης, κάποιοι από αυτούς μπορεί να μην σεβαστούν τους κανόνες καλής συμβίωσης, σε θέματα όπως η ησυχία και η καθαριότητα». Για τον κύριο Γ., ο οποίος δεν εργάζεται στην περιοχή αλλά δραστηριοποιείται ως μεσίτης, το φαινόμενο είναι στο μεγαλύτερο μέρος του θετικό αλλά χρειάζεται ένα αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο, έτσι ώστε τα ποικίλα οφέλη να μην συνοδεύονται από δυσάρεστες επιπτώσεις. «Στο Βερολίνο όπου ζούσα μέχρι πρόσφατα, το φαινόμενο είχε εξαπλωθεί πάρα πολύ, όχι σε συγκεκριμένες περιοχές αλλά στην έκταση ολόκληρης της πόλης, κάνοντας σχεδόν αδύνατη την εύρεση μόνιμης κατοικίας. Ελήφθησαν μέτρα, τα οποία απέδωσαν. Έτσι, τώρα, μπορείς να βρεις και Airbnb ως τουρίστας αλλά και μόνιμη κατοικία ως κάτοικος». Ο κύριος Γ. δεν ανησυχεί για πιθανή αλλοίωση της περιοχής και μετατροπή της σε τόπο τουριστών: «Νομίζω πως ακόμα κρατιέται σε ισορροπία. Υπάρχει και υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης στο Κουκάκι».
Μία συνέπεια των μεταβολών που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στο Κουκάκι είναι πως ανοίγουν ολοένα και περισσότεροι χώροι αναψυχής, πλέον όχι μόνο στους προαναφερθέντες πολυσύχναστους πεζοδρόμους. «Η Φαλήρου, ο δρόμος των φανοποιείων και των συνεργείων, είναι πλέον ο δρόμος των μπαρ», παρατηρεί η κυρία Β. Για κάποιους από τους συνομιλητές, η πιθανότητα Μακρυγιάννη, Δράκου και Ολυμπίου να «ενωθούν» καθώς οι κάθετοι σε αυτές δρόμοι θα γεμίσουν χώρους διασκέδασης, αρχίζει να μοιάζει σοβαρή. «Η χρήση του Κουκακίου αλλάζει», λέει μελαγχολικά η κυρία Β. «Από τόπος διαμονής γίνεται τόπος διέλευσης». Με μία πρώτη ματιά, ένα κατάστημα αναψυχής με τραπεζάκια και καρέκλες σε προτρέπει να κάνεις στάση και να παραμείνεις λίγη ώρα σε αυτό, διακόπτοντας το περπάτημά σου. Ένα κατάστημα με είδη πρώτης ανάγκης μοιάζει με αναπόσπαστο κομμάτι της διαδρομής σου. Όμως, υπάρχει εδώ ένα παράδοξο: οι πολλοί χώροι «για να σταθείς» σηματοδοτούν τελικά ένα πέρασμα στο οποίο μπορεί να κάνεις στάσεις χωρίς ωστόσο να ριζώνεις. Η κυρία Ζ., ποιήτρια και κάτοικος της Δράκου, θεωρεί πως τα καφέ ενίσχυσαν την αίσθηση της γειτονιάς. «Γνωριστήκαμε μεταξύ μας οι γείτονες. Συζητήσαμε για κάθε ελαφρύ ή βαρύ θέμα, παίξαμε τάβλι, αλλά ξεκινήσαμε και αγώνες. Ωραίους αγώνες για την περιοχή μας και ακομμάτιστους. Άλλους με επιτυχία και άλλους χωρίς. Κάναμε τη Λέσχη Φιλίας, προσπαθήσαμε ανεπιτυχώς να απομακρύνουμε τις κεραίες της κινητής τηλεφωνίας, καταφέραμε να μπει φανάρι για τους πεζούς στη Συγγρού». «Ρώτα την να σου πει και που φυτέψαμε όλοι μαζί το κηπάκι μας», είχε προτείνει νωρίτερα ο κύριος Ε. [3].
Τα πιο ζωντανά αστικά τοπία είναι εκείνα που εγκλωβίζουν μέσα τους μία αντίφαση. Το να περιγραφεί μονοσήμαντα το Κουκάκι, τόσο ζωντανό και διαρκώς μεταβαλλόμενο, είναι αδύνατο. Το να αξιολογηθούν απόλυτα, ανεξάρτητα από το πρόσημο, φαινόμενα που οι επιδράσεις τους διαχέονται προς διάφορες κατευθύνσεις είναι ιδιαιτέρως δύσκολο ενώ ρισκάρει να είναι απλοϊκό και μονομερές. Σφηνωμένο μεταξύ του σπουδαιότερου μνημείου και άχαρων γραφείων, το Κουκάκι αλλάζει μορφές μέσα σε μια ανάσα δρόμο. Ήσυχη περιοχή αλλά και «υπαίθριο πάρτυ», «μπιζουτιέρα» νεοκλασικών κοσμημάτων αλλά και «τσιμεντούπολη», «παγκόσμια γειτονιά» αλλά και γειτονιά με τους ίδιους κατοίκους ακόμα και για πάνω από πενήντα χρόνια. Ίσως, τελικά, το ερώτημα εάν από τόπος διαμονής το Κουκάκι μεταλλάσσεται σε τόπο διέλευσης να μην χρειάζεται να απαντηθεί. Γιατί, καμιά φορά, τα «πολύχρωμα» περάσματα είναι οι τόποι που αξίζει να ερωτευτεί κανείς και να ριζώσει.
[1] Μεταξύ των κατοίκων της περιοχής, παρατηρήθηκε διάσταση των απόψεων σχετικά με το εάν η ταξική διαφοροποίηση έχει σήμερα οξυνθεί ή αμβλυνθεί.
[2] Συνομιλία του συγγραφέα με τον ιδιοκτήτη του κομμωτηρίου, σε μορφή ελεύθερης συζήτησης και όχι σε μορφή συνέντευξης. Αποδίδεται από μνήμης.
[3] Στον πεζόδρομο της Δράκου, οι ευκάλυπτοι υπήρχαν από πολύ παλιά. Ωστόσο, η νησίδα στην οποία ήταν φυτεμένοι αποτελούνταν μόνο από χώμα και δεν είχε περίφραξη. Με πρωτοβουλία των κατοίκων, αγορά των υλικών και εθελοντική εργασία, ο χώρος γέμισε με φυτά και προστατεύθηκε με έναν μικρό ξύλινο φράχτη.
Αναφορά λήμματος
Δημητρόπουλος, Γ. (2020) Το Κουκάκι μέσα από τα μάτια επτά κατοίκων του: Τόπος διαμονής και διέλευσης, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κουκάκι-τόπος-διαμονής-και-διέλευσης/ , DOI: 10.17902/20971.96
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Βουγιούκα, Μ., & Μεγαρίδης, Β. (2006). Κουκάκι, Φιλοπάππου, Γαργαρέττα. Αθήνα: Φιλιππότη.
- Γιοχάλας, Θ., & Καφετζάκη, Τ. (2012). Αθήνα: Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.