Δημόσια συγκοινωνία
2015 | Δεκ
Το 1835 αποτελεί την αφετηρία της δημόσιας συγκοινωνίας στην πρωτεύουσα. Πρόκειται για 500 άμαξες (τα «παμφορεία» ή «πολυφορεία») που συνέδεαν Αθήνα με Πειραιά, κινούμενες κατά μήκος της Πειραιώς – που μόλις είχε χαραχτεί στο ίχνος των αρχαίων Μακρών Τειχών (οι διερχόμενοι την Πειραιώς πλήρωναν διόδια). Το 1869 τις αντικατέστησε ο, αρχικά ατμοκίνητος, σιδηρόδρομος Αθηνών – Πειραιώς (ΣΑΠ).
Το 1882, η Αθήνα αποκτά το πρώτο δίκτυο δημόσιας συγκοινωνίας με τη διάστρωση γραμμών (το 1901 ήσαν ήδη εννέα) ιππήλατου τραμ, με τριάντα χρόνια καθυστέρηση σε σχέση με το ανάλογο δίκτυο του Παρισιού (1852) και με πενήντα χρόνια καθυστέρηση σε σχέση με αυτό της Νέας Υόρκης (1832).
Το 1910, το ιππήλατο τραμ ηλεκτροδοτείται, πάλι με τριάντα χρόνια καθυστέρηση σε σχέση με του Βερολίνου, που απέκτησε το πρώτο ηλεκτρικό τραμ στον κόσμο το 1880.
Το 1913 είναι η αφετηρία του πρώτου δικτύου λεωφορείων, συγκροτούμενου από ελάχιστα ατμοκίνητα και βενζινοκίνητα οχήματα. Το 1925 έφτασαν τα 700.
Λεωφορεία και τραμ συνυπήρξαν μέχρι και τη δεκαετία του ‘50, με μεγάλη όμως αντιπαλότητα. Τότε οι γραμμές του τραμ ξηλώθηκαν, τα τρόλλεϋ αντικατέστησαν τα τραμ και μαζί με τα λεωφορεία μονοπώλησαν την δημόσια συγκοινωνία της Αθήνας μέχρι να λειτουργήσει το 2000 το μετρό (γραμμές 2 και 3 συνολικού μήκους 37 χ.λμ.). Υπήρχε βέβαια η γραμμή 1 («ηλεκτρικός»), μήκους 25,7 χ.λμ., που συνέδεε Πειραιά με Κηφισιά. Αποτελούσε μετεξέλιξη του σιδηροδρόμου Αθηνών – Πειραιώς (ΣΑΠ), που ηλεκτροδοτήθηκε το 1904 και επεκτάθηκε μέχρι την Κηφισιά το 1957, στη χάραξη του παλιού «Θηρίου». Το «Θηρίο» ξεκινούσε από την Ομόνοια (πλατεία Λαυρίου) και πήγαινε Κηφισιά, ενώ ένας δεύτερος κλάδος του, με αφετηρία το Ηράκλειο, κατευθυνόταν στο Λαύριο. Ο κλάδος προς Λαύριο, με αφετηρία τους Αγίους Αναργύρους (σύνδεση με το τραίνο Αθήνα – Θεσσαλονίκη) λειτούργησε από το 1889 μέχρι το 1962 οπότε και καταργήθηκε λόγω, της αποκοπής του από την νέα εθνική οδό.
Το 2004 εγκαινιάστηκε και ο προαστιακός, εκμεταλλευόμενος τα χωρικά περιθώρια της ζώνης απαλλοτρίωσης της Αττικής Οδού. Δόθηκε δηλαδή μια παράλογη λύση, αφού στις πόλεις τα προαστιακά τραίνα διεισδύουν στον αστικό ιστό και μάλιστα περνούν από τα πιο κεντρικά του σημεία. Αντί για αυτό, ακολούθησε χάραξη αυτοκινητοδρόμου – επειδή εκεί βρέθηκε χώρος – ο οποίος για λόγους περιβαλλοντικούς και πολεοδομικής συγκρότησης είχε απομακρυνθεί στην περιφέρεια της πόλης. Ο προαστιακός έτσι, τόσο στο λεκανοπέδιο όσο και στα Μεσόγεια και στο Θριάσιο, βρέθηκε μακριά από τα κέντρα δραστηριοτήτων και έτσι δεν καταφέρνει να προσελκύει αξιόλογο αριθμό επιβατών. Η διευκόλυνση της προσπέλασης των σταθμών από τους γειτονικούς οικισμούς προϋποθέτει έργα οδοποιίας και στάθμευσης, που δεν έχουν γίνει.
Η δημόσια συγκοινωνία αποτελούσε το θεμέλιο της ανάπτυξης της Αθήνας όσο η ιδιοκτησία αυτοκινήτου ήταν περιορισμένη. Όμως από τη δεκαετία του 70, οπότε η αγορά αυτοκινήτου εκτοξεύεται, ο ρόλος της δημόσιας συγκοινωνίας αρχίζει να φθίνει με έντονους ρυθμούς για να σταθεροποιηθεί στις μέρες μας, κυρίως χάρις στα νέα μέσα σταθερής τροχιάς (Πίνακας 1).
Πίνακας 1 :Ετήσιες ανά άτομο μετακινήσεις με δημόσια συγκοινωνία στην Αθήνα
Το ότι αγκαλιάστηκε με τόσο πάθος το αυτοκίνητο στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο αποδεικνύει το πόσο σημαντικές για τον άνθρωπο του 20ου αιώνα ήταν η αυτονομία και η ανεξαρτησία στη μετακίνηση. Η δημόσια συγκοινωνία σε υποτάσσει σε χρόνους μετακίνησης αργούς, σε συγκεκριμένες διαδρομές και σε υποχρεώνει να μοιράζεσαι τον περιορισμένο χώρο των οχημάτων με αγνώστους. Με αυτά τα δεδομένα, η δημόσια συγκοινωνία δεν θα μπορούσε να είναι αυτοσκοπός του σχεδιασμού. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι είναι λύση. Η πόλη έχει ανάγκη οι δραστηριότητές της, όπου και αν βρίσκονται, να είναι προσπελάσιμες εύκολα, φθηνά και ευχάριστα. Την ενδιαφέρει επίσης οι μετακινήσεις να μην επηρεάζουν αρνητικά το περιβάλλον.
Βασικές αιτίες της ρύπανσης και του θορύβου στην Αθήνα είναι η μεγάλη ηλικία του στόλου των οχημάτων και η κακή συντήρησή τους. Ωστόσο, οι συνθήκες υπό τις οποίες κυκλοφορούν επιτείνουν το πρόβλημα. Ο κορεσμός, λόγω του μικρού πλάτους των δρόμων και της άναρχης στάθμευσης, καθώς και η μεγάλη πυκνότητα διασταυρώσεων λόγω των μικρών οικοδομικών τετραγώνων (το μήκος τους είναι συχνά το μισό του αντίστοιχου της ευρωπαϊκής πόλης) αποτελούν επίσης αιτία της έρπουσας ροής και έτσι της δυσανάλογα μεγάλης παραγωγής ρύπων σε σχέση με τις αποστάσεις που διανύονται. Στα παραπάνω προστίθεται η τρέχουσα οικονομική κρίση που προκαλεί σοβαρή έλλειψη προσωπικού και ανταλλακτικού με αποτέλεσμα μεγάλη μείωση δρομολογίων.
Μείζον λοιπόν ζήτημα και πηγή καθυστερήσεων και προβλημάτων περιβάλλοντος είναι η έλλειψη χώρου. Απέναντι σε αυτό, η δημόσια συγκοινωνία και γενικότερα η συλλογική μετακίνηση δίνουν μια πολύ αποτελεσματική λύση. Ενδεικτικό της εξοικονόμησης χώρου που προκύπτει από τη χρήση, για παράδειγμα λεωφορείου, είναι ότι ο επιβάτης του καταναλώνει, ανάλογα φυσικά και με την πληρότητα των οχημάτων, μόλις το 5% της επιφάνειας του δρόμου που καταναλώνει ο επιβάτης αυτοκινήτου.
Η πολυμίσθωση των ταξί συμβάλλει επίσης θετικά, αλλά ακόμη μεγαλύτερο κέρδος θα προέκυπτε αν τα ιδιωτικά αυτοκίνητα στην Αθήνα κυκλοφορούσαν με πληρότητα μεγαλύτερη των 1,2 επιβατών/όχημα, όπως συμβαίνει σήμερα. Το car pooling, η συλλογική χρήση αυτοκινήτου, κατά κανόνα για μετακινήσεις σπίτι – δουλειά, που αναπτύσσεται ραγδαία σε Ευρώπη και Αμερική, δεν παρουσιάζει αξιόλογες επιδόσεις στην Ελλάδα. Ο βασικός λόγος είναι ότι η κοινωνική οργάνωση και η κουλτούρα συλλογικότητας εδώ υστερούν σημαντικά. Φυσικά, η συλλογική χρήση αυτοκινήτου δεν είναι εφικτή για μικρομετακινήσεις στο κέντρο, όμως θα έδινε λύσεις για μετακινήσεις περιφερειακές ή ακτινικές μεταξύ προαστίων και κέντρου.
To περπάτημα, το ποδήλατο και η δημόσια συγκοινωνία αποτελούν τις βάσεις για την εξοικονόμηση χώρου. Η Αθήνα, λόγω της μεγάλης πυκνότητάς της και του ελλειμματικού οδικού της δικτύου, είναι μια πόλη που εκ των πραγμάτων δεν είναι για αυτοκίνητο. Επιμένει ωστόσο σε αυτό, μη θέλοντας να παραδεχτεί το ποια είναι η πραγματική της ταυτότητα. Αν, αντίθετα, συναινούσαν οι κάτοικοί της να γίνει πόλη της δημόσιας συγκοινωνίας, του περπατήματος και του ποδηλάτου θα μπορούσε να λειτουργεί πολύ πιο αποτελεσματικά και τα παράλληλα οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία θα ήταν πολλά.
Η δημόσια συγκοινωνία είναι και στοίχημα δημοκρατίας. Στην Ευρώπη 100.000.000 περίπου άτομα ανήκουν στην τρίτη ηλικία, 80.000.000 έχουν κινητικές δυσκολίες και τα μισά από αυτά σοβαρές αναπηρίες. Δεν μπορούν να οδηγούν, άρα τη δημόσια συγκοινωνία την έχουν ανάγκη. Ωστόσο, η Αθήνα είναι αδιάφορη αν όχι εχθρική απέναντι στην τρίτη ηλικία και στους ανάπηρους. Δεν είναι μόνο οι ηλικιωμένοι, που σε ποσοστό τουλάχιστον 50% δεν έχουν πρόσβαση σε ιδιωτικό αυτοκίνητο, είναι και πολλά άλλα άτομα που, είτε δεν επιθυμούν να οδηγούν, είτε δεν έχουν αυτοκίνητο για οικονομικούς λόγους. Αντιστοιχούν στο 40% του πληθυσμού. Αυτός ο κόσμος, δέσμιος της δημόσιας συγκοινωνίας, για να έχει προσπέλαση στις στάσεις αναγκάζεται να χρησιμοποιεί -γιατί δεν έχει άλλη λύση- πεζοδρόμια ακατάλληλα, γεμάτα παγίδες. Απέναντι σε αυτές τις συνθήκες πολλοί δεν παραιτούνται αλλά επιμένουν να ζουν στην Αθήνα όσο αφιλόξενη και αν είναι. Τη ζουν σε ένα βαθμό χάρις και στη δημόσια συγκοινωνία της.
Το πιο κρίσιμο ζήτημα για να στραφεί η Αθήνα στη δημόσια συγκοινωνία, στο περπάτημα και στο ποδήλατο είναι να καταστήσει αυτούς τους τρόπους μετακίνησης, με κριτήρια το κόστος, την άνεση αλλά και την ταχύτητα, πιο επιθυμητούς από το αυτοκίνητο, ακόμη και για όσους το διαθέτουν. Πράγματι, η Αθήνα είναι αρκετά εκτεταμένη, ώστε να μην αρκείται σε χαμηλές ταχύτητες. Οι υψηλές ταχύτητες της είναι απαραίτητες, όμως το προνόμιο για αυτές πρέπει να το έχει μόνο η δημόσια συγκοινωνία, ώστε να είναι ελκυστική. Αυτό προϋποθέτει ύπαρξη λεωφορειολωρίδων. Ήδη η Αθήνα έχει 50 χλμ. τέτοιων αποκλειστικών διαδρόμων οι οποίοι δημιουργήθηκαν, εκ των πραγμάτων, με ταυτόχρονη αφαίρεση μιας λωρίδας κυκλοφορίας από τα αυτοκίνητα. Άρα, ενισχύουν τη δημόσια συγκοινωνία και παράλληλα αποθαρρύνουν το αυτοκίνητο.
Ο «δακτύλιος με μονά-ζυγά», που θεσμοθετήθηκε το 1982, ήταν επίσης ένα περιοριστικό μέτρο που απέβλεπε στο να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της δημόσιας συγκοινωνίας εις βάρος του αυτοκινήτου. Τελικά, καταστρατηγήθηκε με την αγορά δεύτερου αυτοκινήτου και με τις χιλιάδες άδειες που δόθηκαν για κατ’ εξαίρεσιν κυκλοφορία στο εσωτερικό του.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ δημόσιας συγκοινωνίας και αυτοκινήτου έχει πάρει διάφορες μορφές. Αντανακλάται για παράδειγμα στο ζήτημα της επιλογής μεταξύ μετρό και τραμ. Ενώ το μετρό έχει πολύ υψηλό κόστος και μεγάλους χρόνους κατασκευής, η αθηναϊκή νοοτροπία, στραμμένη απόλυτα προς το αυτοκίνητο, το προτιμά διότι ως υπόγειο δεν επηρεάζει την οδική κυκλοφορία. Αντίθετα, το τραμ παίρνει χώρο από το αυτοκίνητο και όσο και αν είναι φτηνό και οι χρόνοι κατασκευής του μικροί, λίγοι είναι αυτοί που το θέλουν, έστω και αν γνωρίζουν ότι αυτό το μέσον συνδέεται με τη βιώσιμη προοπτική της Αθήνας.
Η δημόσια συγκοινωνία, αν λάβει κανείς υπόψη του τα βασικά κριτήρια που είναι το κόστος και ο χρόνος μετακίνησης, στον ανταγωνισμό της με το αυτοκίνητο στην Αθήνα σαφώς υστερεί, διότι η Αθήνα σε αφήνει να κυκλοφορείς και να σταθμεύεις οπουδήποτε. Απόδειξη τα αποτελέσματα μελέτης της Αττικό Μετρό (1996) που έδειξαν ότι: με ΙΧ το κόστος ανά μετακίνηση ήταν 435 δρχ. ενώ με δημόσια συγκοινωνία 585 δρχ. Η διαφορά ήταν μεγάλη και βέβαια αυτή οφειλόταν στο γεγονός ότι ο χρόνος της μέσης μετακίνησης με δημόσια συγκοινωνία (47 λεπτά) είναι πολύ μεγαλύτερος του αντίστοιχου με ΙΧ (27 λεπτά). Μετά από δυο δεκαετίες και από όσα έργα έγιναν για το αυτοκίνητο και τη δημόσια συγκοινωνία, αυτό που μπορεί να παρατηρηθεί σήμερα είναι ότι η Αθήνα έχει χωριστεί σε ένα κέντρο, όπου η χρήση της δημόσιας συγκοινωνίας συμφέρει, και σε όλη την υπόλοιπη πόλη, πολλαπλάσιας έκτασης, όπου το ΙΧ εξακολουθεί να πλεονεκτεί (Πίνακας 2).
Πίνακας 2: Αθήνα 2006 Κατανομή των μετακινήσεων στα διάφορα μέσα
Αναφορά λήμματος
Βλαστός, Θ. (2015) Δημόσια συγκοινωνία, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/δημόσια-συγκοινωνία/ , DOI: 10.17902/20971.26
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Βλαστός Θ (1998) Ο ρόλος του επιφανειακού τραμ απέναντι στο μετρό ως εγγύηση για την ποιότητα ζωής στην πρωτεύουσα. Σιδηροτροχιά 16: 10–13.
- Βλαστός Θ (2003) Μια διαφορετική δημόσια συγκοινωνία σε μια διαφορετική πόλη. Αθήνα: PRECO, DG REGIO, Aναπτυξιακή Εταιρεία Δήμου Αθηναίων.
- Βλαστός Θ (2005) Σύγκριση χρόνων μετακίνησης μεταξύ δημόσιας συγκοινωνίας και Ι.Χ. στη μεταολυμπιακή Αθήνα. Τεχνικά Χρονικά – Επιστημονική Έκδοση ΤΕΕ 2–3: 89–98.
- Βλαστός Θ, Μπαρμπόπουλος Ν και Αθανασόπουλος Κ (2003) Συγκριτική ανάλυση υλοποίησης τραμ σε Στρασβούργο και Αθήνα. Πρώτα συμπεράσματα για μελλοντικές προσεγγίσεις στην Ελλάδα. Στο: Σύγχρονα Συστήματα Τραμ και Επιφανειακού Μετρό, Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών.
- Μηλάκης Δ, Βαφειάδης Ε, Μουκούλης Π, κ.ά. (2010) Διερεύνηση της δυνατότητας εφαρμογής των αρχών της προσανατολισμένης στη δημόσια συγκοινωνία αστικής ανάπτυξης στην ελληνική πόλη. Η περίπτωση του Αγ. Στεφάνου. Στο: 5ο Διεθνές Συνέδριο για την Έρευνα στις Μεταφορές, Βόλος: ΣΕΣ και Ινστιτούτο Μεταφορών.
- Νάθενας Γ, Κουρμπέλης Α, Βλαστός Θ, κ.ά. (2007) Από τα παμφορεία στο μετρό – 170 χρόνια δημόσιες συγκοινωνίες Αθηνών-Πειραιώς-Περιχώρων. 1η έκδ. Αθήνα: Μίλητος.