Η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης αιτούντων άσυλο ‘ΕΣΤΙΑ’ στην Αθήνα
2020 | Μαρ
Από το 2015 και μετά, με τη μαζική άφιξη προσφυγικών πληθυσμών στην Ελλάδα, μια σειρά διάσπαρτων προγραμμάτων για αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες σχεδιάζονται και υλοποιούνται από ποικίλους φορείς, έχοντας αναφορά στον αστικό χώρο της Αθήνας. Τα προγράμματα αυτά σχετίζονται (άμεσα ή έμμεσα) με πτυχές της χωρο-κοινωνικής εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο και προσφύγων στο πεδίο της πόλης, εγείροντας ερωτήματα για τις τάσεις αλλά και τις θεσμικές δράσεις για τη διεθνοτική συγκατοίκηση στο τοπικό επίπεδο.
Στο παρόν άρθρο αναλύονται οι χωρο-κοινωνικές διαστάσεις και η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης ‘ΕΣΤΙΑ’ για αιτούντες άσυλο στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι διαστάσεις αυτές δεν στοιχειοθετήθηκαν ρητά και δημόσια κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, εδώ διερευνώνται επιλεκτικά μέσω της ανάλυσης α) των κριτηρίων χωροθέτησης των δομών του ΕΣΤΙΑ (διαμερίσματα και κτίρια) στον αστικό ιστό και β) του λόγου και των θεωρήσεων των αρμόδιων φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην Αθήνα. Επιπλέον, σχολιάζεται το πλαίσιο σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ μεταξύ «έκτακτης ανάγκης» και «ένταξης», καθώς και η σημασία ορισμένων αστικών δράσεων που υλοποιήθηκαν. Οι πτυχές αυτές που αναλύονται σχετίζονται με όψεις της διεθνοτικής αλληλεπίδρασης στην πόλη, συνομιλούν με θεωρήσεις των αστικών σπουδών για τη διεθνοτική συγκατοίκηση ως μια διαδικασία σε άρρηκτη αλληλεξάρτηση με τον τόπο και επαναφέρουν ως καίρια, ζητήματα εθνοτικής ποικιλότητας, χωρο-κοινωνικής μίξης και διαχωρισμού.
Η έρευνα εκπονήθηκε στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως και μεθοδολογικά η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με μελέτη της σχετικής νομοθεσίας, συστηματική παρακολούθηση πολιτικών, συλλογή, επεξεργασία και χαρτογράφηση ποσοτικών στοιχείων και ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων.
Εισαγωγή
Η εγκατάσταση των μεταναστευτικών πληθυσμών στις ελληνικές πόλεις καθόριζε διαχρονικά την αστική ανάπτυξη και την κοινωνική γεωγραφία τους. Ειδικά από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα, η εγκατάσταση αυτή πραγματοποιήθηκε με ίδια μέσα των νεοαφιχθέντων πληθυσμών, ελλείψει πολιτικών στέγασης και ενταξιακού σχεδιασμού. Οι μεταναστευτικές ομάδες από την Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια (1990) αλλά και οι πιο πρόσφατες από τη Μέση Ανατολή, Ασία, Αφρική (μέσα του 2000) εγκαταστάθηκαν σε κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, στο διαθέσιμο οικιστικό απόθεμα που άφησε πίσω της η – από το 1970 και μετά – μετατόπιση τμήματος των ντόπιων μεσαίων και ανώτερων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων προς τα προάστια (Βαΐου κ.ά. 2007, Μαλούτας 2018). H εγκατάσταση αυτή παρήγαγε μια γεωγραφία χωρο-κοινωνικής μίξης και εθνοτικής ποικιλότητας, διαφοροποιημένη από πόλεις των ΗΠΑ ή της Βόρειας Ευρώπης που χαρακτηρίζονται από υψηλότερα επίπεδα εθνοφυλετικού διαχωρισμού (Arapoglou 2006). Στην Αθήνα, ο οριζόντιος στεγαστικός διαχωρισμός μειώθηκε και οι συνθήκες χωρικής εγγύτητας που επικράτησαν αποτέλεσαν το έδαφος για την ανάπτυξη σχέσεων διεθνοτικής συγκατοίκησης και άτυπων τάσεων «ένταξης» [1] των μεταναστών-τριών (Leontidou 1990, Βαΐου κ.ά. 2007, Αράπογλου κ.ά. 2009).
Σήμερα, ανακύπτουν εκ νέου κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την εγκατάσταση των προσφύγων και αιτούντων άσυλο στις πόλεις. Μια σειρά ακαδημαϊκών εργασιών συζητά τις αστικές πολιτικές στέγασης των προσφύγων στο τοπικό επίπεδο, τη σημασία των τρόπων χωροθέτησης των δομών στέγασης στις πόλεις (Doomernik and Glorius 2016, Eckardt 2018, Seethaler-Wari 2018), καθώς και την κριτική ανασκόπηση των πολιτικών διασποράς της προσφυγικής εγκατάστασης στον αστικό χώρο που υλοποιήθηκαν σε ορισμένες χώρες στοχεύοντας στη μείωση του στεγαστικού διαχωρισμού (Musterd et al. 1997, Andersson 2003, Netto 2011, Darling 2017). Επιπλέον συζητιούνται πολιτικές για την εθνοτική ποικιλότητα και την διεθνοτική ανάμειξη σε συγκεκριμένα τοπικά πλαίσια (Arapoglou 2012), καθώς και ζητήματα καθημερινής ζωής, διεθνοτικών σχέσεων και οριοθετήσεων (Jacobsen 2006). Οι σχετικές οπτικές διαχρονικά ποικίλουν, από τη θεώρηση της εθνοτικής ποικιλότητας ως εμποδίου για την κοινωνική συνοχή (Putnam 2007) αλλά και ως θετικού πλεονεκτήματος προς ενίσχυση (Vertovec 2007), ενώ άλλες προσεγγίσεις τονίζουν τις αλληλοτομίες της ποικιλότητας με την κοινωνικο-οικονομική ανισότητα (Arapoglou 2012).
Από το 2015 και μετά, με τις αυξημένες αφίξεις προσφυγικών πληθυσμών στην Ελλάδα, μια σειρά διάσπαρτων προγραμμάτων και δράσεων για πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο σχεδιάζονται και υλοποιούνται από ποικίλους φορείς (Τοπική Αυτοδιοίκηση, ΜΚΟ, Διεθνείς Οργανισμούς) έχοντας αναφορά στον αστικό χώρο της Αθήνας. Τα προγράμματα αυτά σχετίζονται (άμεσα ή έμμεσα) με πτυχές της χωρο-κοινωνικής εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο και προσφύγων στο πεδίο της πόλης, εγείροντας ερωτήματα για τις άτυπες τάσεις αλλά και τις θεσμικές δράσεις που σχετίζονται με τη διεθνοτική συγκατοίκηση στο τοπικό επίπεδο. Στο παρόν άρθρο αναλύονται οι χωρο-κοινωνικές διαστάσεις και η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης αιτούντων άσυλο ‘ΕΣΤΙΑ’ στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι διαστάσεις αυτές δεν στοιχειοθετήθηκαν ρητά και δημόσια κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, εδώ διερευνώνται επιλεκτικά μέσω της ανάλυσης α) των κριτηρίων χωροθέτησης των δομών του ΕΣΤΙΑ (διαμερίσματα και κτίρια) στον αστικό ιστό και β) του λόγου και των θεωρήσεων των αρμόδιων φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην πόλη της Αθήνας. Επιπλέον, σχολιάζεται το πλαίσιο σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ μεταξύ «έκτακτης ανάγκης» και «ένταξης», καθώς και η σημασία ορισμένων αστικών δράσεων που υλοποιήθηκαν. Οι πτυχές αυτές που αναλύονται σχετίζονται με όψεις της διεθνοτικής αλληλεπίδρασης στην πόλη, συνομιλούν με θεωρήσεις των αστικών σπουδών για τη διεθνοτική συγκατοίκηση ως μια διαδικασία σε άρρηκτη αλληλεξάρτηση με τον τόπο και επαναφέρουν ως καίρια, ζητήματα εθνοτικής ποικιλότητας, χωρο-κοινωνικής μίξης και διαχωρισμού.
Μεθοδολογικά η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε με μελέτη της σχετικής νομοθεσίας, συστηματική παρακολούθηση πολιτικών, συλλογή, επεξεργασία και χαρτογράφηση ποσοτικών στοιχείων και ποιοτικές ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων, συγκεκριμένα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (ΥΑ), της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) [2].
Η γεωγραφία του προγράμματος ΕΣΤΙΑ και οι θεωρήσεις των φορέων για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και το χωρο-κοινωνικό διαχωρισμό στην Αθήνα
Το πρόγραμμα EΣΤΙΑ της ΥΑ ξεκίνησε στα μέσα του 2016 ως πρόγραμμα ‘Στήριξης Έκτακτης Ανάγκης για την Ένταξη και τη Στέγαση’ [3] και αφορά αιτούντες/ούσες άσυλο που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια ευαλωτότητας [4] καθώς και υποψήφιους για οικογενειακή επανένωση, στους οποίους προσφέρεται στέγη εντός του αστικού ιστού των πόλεων σε διαμερίσματα ή άλλα κτήρια. Η Υπουργική Απόφαση του 2019 ορίζει το ΕΣΤΙΑ ως «πρόγραμμα παροχής οικονομικής βοήθειας και στέγασης» με σκοπό την «εξασφάλιση ενός επαρκούς βιοτικού επιπέδου για τους αιτούντες διεθνή προστασία μέσω της παροχής οικονομικού βοηθήματος και (την) κατά περίπτωση ασφαλή τους στέγαση και παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών […]» [5]. Για τις ανάγκες του προγράμματος η ΥΑ συνεργάζεται με 11 δήμους και 12 εθνικές και διεθνείς ΜΚΟ (UNHCR 2019). Παρά το γεγονός ότι το ΕΣΤΙΑ, μοιάζει να σχετίζεται με πτυχές της «ένταξης» των αιτούντων άσυλο, έννοια που περιλαμβάνεται και στην αρχική επίσημη ονομασία του, στην πραγματικότητα λειτουργεί πρωτίστως υπό το πλαίσιο της διακυβέρνησης «έκτακτης ανάγκης», διατηρώντας μέχρι και σήμερα τον προσωρινό χαρακτήρα του και αναπαράγοντας μια μονιμότητα της επισφάλειας (Kourachanis 2018) [6].
«Η ΥΑ είναι εδώ μόνο για λόγους ανάπτυξης ικανοτήτων, είμαστε εδώ για την έκτακτη ανάγκη, όταν τα πράγματα στηθούν υποχωρούμε. […] Η ένταξη είναι ευθύνη της κυβέρνησης. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμάς, δεν κάνουμε ένταξη, η ΥΑ δεν κάνει ένταξη, υποστηρίζουμε την ένταξη» (Εκπρόσωπος UNHCR).
Σε αντίθεση με τη χωροθέτηση των ανοιχτών Δομών Προσωρινής Υποδοχής και Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο (Camps) στην ενδοχώρα (συνήθως σε απόσταση από τον αστικό ιστό) και των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Hotspots) στα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου (άμεσα συνδεδεμένα με τον «γεωγραφικό περιορισμό» στον οποίο υπόκεινται οι αιτούντες άσυλο), το ΕΣΤΙΑ υλοποιείται εντός του αστικού ιστού των ελληνικών πόλεων. Μέχρι και τον Νοέμβριο του 2019 εκμισθώνονταν πανελλαδικά 4.501 διαμερίσματα και 14 κτίρια σε 14 πόλεις και 7 νησιά, οι θέσεις στέγασης είχαν φτάσει τις 25.666 [7] και ο αριθμός φιλοξενούμενων τους 21.639 (UNHCR 2019, UNHCR 2020). Η γεωγραφία του προγράμματος ανά την Ελλάδα παρουσιάζει μια συγκέντρωση στην Αττική της τάξης του 55% και ακολουθεί η Βόρεια Ελλάδα (20,7%), η Κεντρική Ελλάδα (7,8%), τα Νησιά (6,5%), η Δυτική Ελλάδα (6%) και η Κρήτη (4%) (UNHCR 2020).
Χάρτης 1. Αριθμός θέσεων στέγασης του προγράμματος ΕΣΤΙΑ ανά πόλεις και περιοχές στην Ελλάδα, 30/11/2019.
Πηγή: UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ, Ενημερωτικά Σημειώματα, Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση, Νοέμβριος 2019 και επεξεργασία της συγγραφέως.
Σε ό,τι αφορά τους τρόπους επιλογής των διαμερισμάτων προς μίσθωση, το πρόγραμμα ορίζει συγκεκριμένα επίσημα κριτήρια [8]. Κατά την έναρξη του προγράμματος η ανάγκη να βρεθούν μαζικά και ταχύτατα θέσεις στέγασης οδήγησε στην εκμίσθωση ολόκληρων κτιρίων στο κέντρο ειδικά της Αθήνας (τα οποία προηγουμένως παρέμεναν κενά).
«Υπήρχε το αίτημα για στέγαση και σε κάθε διαμέρισμα που ενοικιάζουμε μιλάμε για 6 ανθρώπους μέγιστο, έτσι ξεκινήσαμε να ψάχνουμε έντονα για μεγαλύτερα καταλύματα, όπως ξενοδοχεία και κτίρια. Μόλις βρίσκαμε ένα ολόκληρο κτίριο μπορούσαμε να βάλουμε μέσα άμεσα και γρήγορα σχεδόν 400 ανθρώπους» (Εκπρόσωπος UNHCR).
Το ΕΣΤΙΑ επεκτάθηκε με την ενοικίαση μεμονωμένων διαμερισμάτων σε πολυκατοικίες, ενώ σταδιακά με απόφαση της ΥΑ επιλέχθηκε η μείωση των μισθωμένων ολόκληρων κτιρίων. Η διασπορά των θέσεων στέγασης σε διαμερίσματα στην πόλη κρίθηκε ως βέλτιστη πρακτική, αφενός λόγω του αυξημένου κόστους συντήρησης των εκμισθωμένων κτιρίων και αφετέρου λόγω του στόχου διάχυσης του οικονομικού οφέλους της μίσθωσης σε μεγαλύτερα τμήματα των ιδιοκτητών ακινήτων. Σήμερα, τα είδη των καταλυμάτων είναι διαμερίσματα σε ποσοστό 95% των συνολικών δομών και ολόκληρα κτίρια σε ποσοστό 5% (UNHCR 2020).
Σε ό,τι αφορά τις κατευθύνσεις και επιλογές χωροθέτησης των διαμερισμάτων του ΕΣΤΙΑ στην Αθήνα, από τις συνεντεύξεις με τους αρμόδιους φορείς προκύπτουν ορισμένα κριτήρια που διακρίνονται σε δύο διαφορετικά επίπεδα: Τα κριτήρια ανά πολυκατοικία (σύμφωνα με τα οποία επιδιωκόταν η εκμίσθωση περιορισμένου αριθμού διαμερισμάτων σε κάθε πολυκατοικία) και τα κριτήρια ανά γειτονιά. Αναφορικά με τα τελευταία, αρχικό στόχο (αλλά και πολιτική επιλογή εκ μέρους ειδικά του Δήμου Αθηναίων) αποτέλεσε η διασπορά των διαμερισμάτων σε διάφορες περιοχές και η αποφυγή της συγκεντροποίησης της εγκατάστασης των αιτούντων άσυλο σε συγκεκριμένες κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, λόγω «κινδύνων γκετοποίησης» που εγκυμονούσαν, όρος που προκύπτει από τις αφηγήσεις των εμπλεκόμενων φορέων.
«Όταν πρωτοξεκινήσαμε το πρόγραμμα το 2016, είχαμε θέσει πολύ αυστηρά κριτήρια, για παράδειγμα να μην έχουμε πάνω από ένα διαμέρισμα ανά πολυκατοικία. Δε θέλαμε γκετοποίηση, δε θέλαμε να βρεθούν όλοι στη Βικτώρια και στην Ομόνοια. Δυστυχώς όταν είσαι απελπισμένος αυτά τα κριτήρια χαλαρώνουν. Έτσι αυτή τη στιγμή, υπάρχουν ορισμένες περιοχές στις οποίες υπάρχουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις από ότι σε άλλες. […] Εννοώ ότι πάμε όπου υπάρχει προσφορά» (Εκπρόσωπος UNHCR).
Ωστόσο, η μεγαλύτερη προσφορά διαμερισμάτων προς εκμίσθωση προερχόταν από γειτονιές χαμηλότερων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων του Αθηναϊκού κέντρου, όπου μικρο-ιδιοκτήτες ακινήτων διέθεσαν διαμερίσματα και λόγω της οικονομικής ασφάλειας που προσέφερε το ΕΣΤΙΑ. Ταυτόχρονα, στις περιοχές αυτές (π.χ. γύρω από τους άξονες των οδών Αχαρνών και Πατησίων) εντοπίζεται και μια σχετικά υψηλότερη συγκέντρωση μεταναστών διαφόρων εθνικοτήτων και μεταναστευτικών περιόδων, ήδη από την απογραφή του 2011 [9]. Έτσι συνολικά, παράλληλα με τη γενική διασπορά που χαρακτήρισε τη χωροθέτηση των διαμερισμάτων στο Δήμο Αθηναίων και σε γειτονικούς δήμους (πχ. Ζωγράφου, Νέα Σμύρνη, Μοσχάτο-Ταύρος, Νέα Φιλαδέλφεια-Νέα Χαλκηδόνα κ.ά.), εντοπίζονται και ορισμένες πυκνώσεις εγκατάστασης και σχετικά πιο αυξημένες συγκεντρώσεις των διαμερισμάτων ΕΣΤΙΑ σε συγκεκριμένες Δημοτικές Κοινότητες του Δήμου Αθηναίων όπως φαίνεται στο Χάρτη 2, ο οποίος αποτυπώνει συνολικά γεωγραφικά στοιχεία του ΕΣΤΙΑ για το 2016.
«Αυτό που έχουμε προσπαθήσει από την αρχή, είναι να αποφύγουμε τις περιοχές που είναι ήδη επιφορτισμένες με μεγάλο μεταναστευτικό πληθυσμό. Και προσπαθήσαμε – και το έχουμε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό – τα διαμερίσματά μας να είναι διάσπαρτα μέσα την Αθήνα και μέσα από συνεργασίες με όμορους δήμους. Βέβαια η προσφορά ήταν πάρα πολύ μεγάλη στις περιοχές που υπάρχουν πολλοί μετανάστες – οπότε έχουμε και εκεί, αλλά έχουμε προσπαθήσει πραγματικά να έχουμε μια διασπορά» (Εκπρόσωπος Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εταίρου ΕΣΤΙΑ).
Χάρτης 2: Ποσοστά διαμερισμάτων EΣTIA ανά Δημοτικές Κοινότητες επί του συνόλου των διαμερισμάτων EΣTIA στον Δήμο Αθηναίων, 2016
Πηγή: Παπαγιαννάκης (2017). Απάντηση σε ερώτημα επιτροπής κατοίκων της Αθήνας. Θέμα: Πρόγραμμα στέγασης προσφύγων του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία. Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 2017 και επεξεργασία της συγγραφέως
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ φαίνεται πως ακολουθεί την υπάρχουσα εθνοτική γεωγραφία της πόλης στην οποία ντόπιοι, μετανάστες και πρόσφυγες είναι εγκατεστημένοι σε χωρική εγγύτητα, με ορισμένες πυκνώσεις της μεταναστευτικής και προσφυγικής εγκατάστασης σε συγκεκριμένες περιοχές. Από το λόγο των εμπλεκόμενων φορέων, αναδύονται συγκεκριμένες θεωρήσεις για την εθνοτική ποικιλότητα, τη διασπορά και τη διεθνοτική συγκατοίκηση. Η εθνοτική ποικιλότητα προσλαμβάνεται ως ένα θετικό στοιχείο που μπορεί να λειτουργήσει ως πλεονέκτημα για τη διεθνοτική συγκατοίκηση στην πόλη και που οφείλει να ενισχυθεί.
«Η τοπική οικονομία, τα διαμερίσματα, νομίζω συνεισφέρουν στην ποικιλότητα και στην κοινωνική ελαστικότητα της αποδοχής της διαφορετικότητας. […] Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι η ποικιλότητα κάνει την κοινωνία πιο δυνατή και το να αποδέχεσαι κάποιον που έχει ξεφύγει από τη δίωξη του πολέμου στη γειτονιά σου είναι εκδήλωση δύναμης. Σίγουρα δεν είναι αδυναμία» (Εκπρόσωπος ΜΚΟ, εταίρου ΕΣΤΙΑ).
Παρά την υιοθέτηση αυτής της ρητορικής για την ποικιλότητα, οι αρχές σχεδιασμού του ΕΣΤΙΑ στόχευαν στη διασπορά των διαμερισμάτων για τους αιτούντες άσυλο σε διαφορετικές γειτονιές, στην αποφυγή της «υπερ-συγκέντρωσής» τους σε γειτονιές εγκατάστασης παλαιότερων μεταναστευτικών πληθυσμών και άρα στην αποφυγή της αυξημένης εθνοτικής ποικιλότητας σε συγκεκριμένες γειτονιές υπό τον κίνδυνο «επιβάρυνσής» τους. Έτσι, η θετική πρόσληψη της ποικιλότητας μοιάζει να έρχεται σε αντιδιαστολή με μια άρρητη αρνητική αντίληψη για τη συγκέντρωση της προσφυγικής και μεταναστευτικής εγκατάστασης η οποία στο λόγο των εμπλεκόμενων φορέων συχνά συγχέεται με την «γκετοποίηση».
Ταυτόχρονα, κατά το στάδιο υλοποίησης του προγράμματος, δημιουργήθηκαν ορισμένες πυκνώσεις χωροθέτησης διαμερισμάτων του ΕΣΤΙΑ και σχετικά πιο αυξημένες συγκεντρώσεις εγκατάστασης αιτούντων άσυλο σε γειτονιές που αποτελούν γειτονιές εγκατάστασης προηγούμενων μεταναστευτικών πληθυσμών. Παρά το γεγονός ότι το τελευταίο στοιχείο αποτιμάται από τους αρμόδιους φορείς ως αρνητικό, συνδεδεμένο με κινδύνους «γκετοποίησης», η σύνδεση αυτή δεν είναι ορθή. Η γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ, που ακολουθεί τη γεωγραφία εθνοτικής ανάμειξης της Αθήνας (με γειτονιές όπου καμία εθνοτική ομάδα δεν αποτελεί αυξημένη πλειοψηφία), δεν μπορεί να ταυτιστεί με πολιτικές διαχωρισμού των αιτούντων άσυλο στον αστικό χώρο. Αντίθετα, αυτό που προκύπτει είναι η ενίσχυση της «υπερ-ποικιλότητας» (Alexandri et al. 2017) σε συγκεκριμένες γειτονιές, γεγονός που μπορεί να θεωρηθεί πρωτίστως θετικό για την καθημερινή ζωή διαφόρων εθνοτικών ομάδων. Άλλωστε, η διασπορά των προσφυγικών πληθυσμών και η κοινωνική ανάμειξη ως μοναδικές γενικές αρχές των αστικών πολιτικών δεν είναι αρκετές. Αντίθετα, χρειάζεται να συνοδεύονται από πρακτικές και δράσεις για τη μακροχρόνια χωρο-κοινωνική εγκατάσταση και την ενίσχυση της διεθνοτικής συγκατοίκησης στο τοπικό επίπεδο.
Σχήμα 1: Ποσοστά εθνικοτήτων των ωφελούμενων του προγράμματος ΕΣΤΙΑ, 30/11/2019
Πηγή: UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ, Ενημερωτικά Σημειώματα, Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση, Νοέμβριος 2019 και επεξεργασία της συγγραφέως
Ανοιχτά ερωτήματα για τη διεθνοτική συγκατοίκηση
Η «υπερ-ποικιλότητα», ο μειωμένος στεγαστικός διαχωρισμός και η χωρική γειτνίαση που χαρακτηρίζουν τη γεωγραφία του ΕΣΤΙΑ, δε συνεπάγονται αυτόματα και την «κοινωνική γειτνίαση» ή την αρμονική διεθνοτική συγκατοίκηση. Αντίθετα, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιφανειακών «επαφών» με το «διαφορετικό» και τους «άλλους» στην πόλη – όπως συνήθως αυτές προωθούνται από τις αστικές πολιτικές – και των συστηματικών διεθνοτικών αλληλεπιδράσεων (Valentine 2008, Koutrolikou 2012). Παρά το γεγονός ότι στο πλαίσιο του ΕΣΤΙΑ οργανώθηκαν «δράσεις επιμόρφωσης των προσφύγων για την καθημερινότητα στη ζωή της πόλης» (UNHCR 2018), αυτές ήταν κυρίως εθελοντικές από την πλευρά του εκάστοτε εταίρου και περιλάμβαναν κυρίως πολιτιστικά γεγονότα και εκδηλώσεις που αποτελούν συνήθεις πρακτικές των πολιτικών για την κοινωνική μίξη. Οι αλληλεπιδράσεις που δημιουργούν τέτοια γεγονότα μπορεί να λειτουργούν θετικά για ένα πρώτο επίπεδο εξοικείωσης με τους «άλλους», αλλά η αποσπασματικότητα και «ο προσωρινός τους χαρακτήρας δεν είναι αρκετός για το χτίσιμο σχέσεων ή την επίλυση υπαρχουσών εντάσεων» (Koutrolikou 2012: 2062).
Η σημασία της συζήτησης αυτής γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη αναφορικά με το αστικό περιβάλλον της Αθήνας, για το οποίο έχει ήδη επισημανθεί η αυξημένη πιθανότητα «επαφής» μεταξύ μεταναστών-τριών και ντόπιων (Kandylis and Maloutas 2018). Η εθνοτική ποικιλότητα, η χωρική εγγύτητα, η κοινωνική ανάμειξη, η καθημερινή «επαφή» και ο περιορισμένος οριζόντιος εθνοτικός διαχωρισμός της Αθήνας αποτελούν αναγκαίους αλλά όχι (μοναδικά) ικανούς όρους για την επίτευξη της διεθνοτικής συγκατοίκησης. Προσφέρουν όμως ένα εύφορο έδαφος, στο οποίο μπορούν να σχεδιαστούν μελλοντικά οι αναγκαίες πολιτικές για την χωρο-κοινωνική εγκατάσταση των προσφύγων, ειδικά εν όψει της σταδιακής μετάβασης του ΕΣΤΙΑ στη διαχείριση των ελληνικών κρατικών αρχών. Η απουσία μιας συνολικότερης πολιτικής για τη διεθνοτική συγκατοίκηση (που να είναι συνδεδεμένη με το πρόγραμμα στέγασης) και η ταυτόχρονη ύπαρξη μιας πληθώρας άλλων αποσπασματικών, προσωρινών και εθελοντικών δράσεων δημιουργούν μια ιδιαίτερη αντίφαση που μπορεί να (ανα)παράγει ιδιότυπους αποκλεισμούς, κοινωνικές οριοθετήσεις αλλά και συγκρούσεις στον αστικό χώρο.
[1] Η έννοια της κοινωνικής ένταξης (integration) παραμένει σύνθετη παρά τις πολλαπλές προσπάθειες απόδοσης κατάλληλων ορισμών, βλ. για παράδειγμα αυτόν των Ager and Strang (2008) που εντάσσουν στους παράγοντες που συντελούν στην ένταξη – μεταξύ άλλων – και τη στέγαση αλλά και τις κοινωνικές διασυνδέσεις και δίκτυα. Στο παρόν κείμενο η χρήση του όρου αποφεύγεται για διάφορους λόγους μεταξύ των οποίων πτυχές της κριτικής που έχει λάβει (βλ. ενδεικτικά Mavrommatis 2018, Schinkel 2018). Επιλέγεται εδώ η χρήση του όρου «χωρο-κοινωνική εγκατάσταση» που αναδεικνύει τον παράγοντα του χώρου ως ικανού να φωτίσει σύνθετες χωρο-κοινωνικές πτυχές της «ένταξης» που συχνά παραβλέπονται.
[2] Η διερεύνηση πραγματοποιήθηκε κατά το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 και εντάσσεται στο πλαίσιο της υπό εκπόνηση διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως με αρχικό τίτλο: «Μετανάστευση, ποικιλότητα και διαπραγματεύσεις συμβίωσης στις γειτονιές της Αθήνας. Θεσμικές πολιτικές και καθημερινές πρακτικές». Η διδακτορική έρευνα υποστηρίχτηκε από τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και στη συνέχεια από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) και τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) στο πλαίσιο της Δράσης «Υποτροφίες ΕΛΙΔΕΚ Υποψηφίων Διδακτόρων» (αρ. Σύμβασης 1192).
[3] Το ΕΣΤΙΑ αποτελεί τη μετεξέλιξη του ‘Προγράμματος Παροχής Στέγασης στο πλαίσιο της Μετεγκατάστασης’ της ΥΑ που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2015 και ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο του 2017.
[4] Όπως ορίζονται στους Ν. 4375/2016 και Ν. 4540/2018.
[5] ΦΕΚ 853/Β/12.03.2019. Υπουργική Απόφαση Αριθμ. οικ. 6382/19: Καθορισμός πλαισίου υλοποίησης του προγράμματος παροχής οικονομικής βοήθειας και στέγασης «ΕΣΤΙΑ».
[6] Η επισφάλεια αυτή εντάθηκε μέσω της προαναφερθείσας Υπουργικής Απόφασης που θεσμοθέτησε την έξοδο των αναγνωρισμένων προσφύγων από το ΕΣΤΙΑ πριν την έναρξη υλοποίησης του επόμενου σταδίου «ένταξης» (Πρόγραμμα «Helios») και χωρίς άμεση σύνδεση μεταξύ των δύο προγραμμάτων.
[7] Το κάθε διαμέρισμα μπορεί να φιλοξενεί μέχρι 6 θέσεις στέγασης.
[8] Αρχιτεκτονικά κριτήρια σχετικά με το μέγεθος των διαμερισμάτων, την κατάστασή τους, τις συνθήκες ηλιασμού και αερισμού, την οικοσκευή κλπ. Η μίσθωση των διαμερισμάτων γίνεται μεταξύ του ιδιοκτήτη και του εκάστοτε εταίρου του ΕΣΤΙΑ με όριο μισθώματος τα 400 ευρώ και συχνά με προπληρωμή ορισμένων μισθωμάτων στον ιδιοκτήτη.
[9] Για μια επισκόπηση και χαρτογράφηση αυτών των συγκεντρώσεων βάσει των στοιχείων της απογραφής του 2011 βλ. Balampanidis (2019).
Αναφορά λήμματος
Παπατζανή, Ε. (2020) Η γεωγραφία του προγράμματος στέγασης αιτούντων άσυλο ‘ΕΣΤΙΑ’ στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-γεωγραφία-του-προγράμματος-εστια/ , DOI: 10.17902/20971.95
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Αράπογλου Β, Καβουλάκος Κ-Ι, Κανδύλης Γ, κ.ά. (2009) Η νέα κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας: μετανάστευση, ποικιλότητα και σύγκρουση. Σύγχρονα Θέματα 107: 57–67.
- Βαΐου Ν (2007) Διαπλεκόμενες καθημερινότητες και χωρο-κοινωνικές μεταβολές στην πόλη. Μετανάστριες και ντόπιες στις γειτονιές της Αθήνας. Καραλή Α και Γρέβια Κ (επιμ.). Αθήνα: ΕΜΠ, L-Press.
- Μαλούτας Θ (2018) Η κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας. Κοινωνικές ομάδες και δομημένο περιβάλλον σε μια νοτιοευρωπαϊκή μητρόπολη. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
- Παπαγιαννάκης Λ (2017) Απάντηση σε ερώτημα επιτροπής κατοίκων της Αθήνας. Θέμα: Πρόγραμμα στέγασης προσφύγων του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία. Αθήνα.
- Ager A and Strang A (2008) Understanding integration: A conceptual framework. Journal of refugee studies 21(2). Oxford University Press: 166–191.
- Alexandri G, Balampanidis D, Souliotis G, et al. (2017) Divercities: Dealing with Urban Diversity-The case of Athens. Athens: ΕΚΚΕ.
- Andersson R (2003) Settlement Dispersal of Immigrants and Refugees in Europe: Policy and Outcomes. Vancouver: Vancouver Centre of Excellence.
- Arapoglou V (2006) Immigration, segregation and urban development in Athens: the relevance of the LA debate for Southern European metropolises. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 121(C): 11–38.
- Arapoglou V (2012) Diversity, inequality and urban change. European Urban and Regional Studies 19(3). Sage Publications Sage UK: London, England: 223–237.
- Balampanidis D (2019) Housing Pathways of Immigrants in the City of Athens: From Homelessness to Homeownership. Considering Contextual Factors and Human Agency. Housing, Theory and Society. Taylor & Francis: 1–21. DOI: 10.1080/14036096.2019.1600016.
- Darling J (2017) Forced migration and the city: Irregularity, informality and the politics of presence. Progress in Human Geography 41(2). Sage London: 178–198.
- Doomernik J and Glorius B (2016) Refugee migration and local demarcations: New insight into European localities. Journal of Refugee Studies 29(4): 429–439.
- Eckardt F (2018) European Cities Planning for Asylum. Urban Planning 3(4). PRT: 61–63.
- Jacobsen K (2006) Refugees and asylum seekers in urban areas: a livelihoods perspective. Journal of Refugee Studies 19(3). Oxford University Press: 273–286.
- Kandylis G and Maloutas T (2018) From laissez-faire to the camp: Immigration and the changing models of affordable housing provision in Athens. In: Bargelli E and Heitkamp T (eds) New Developments in Southern European Housing after the Crisis. Pisa: Pisa University Press, pp. 127–154.
- Kourachanis N (2018) From camps to social integration? Social housing interventions for asylum seekers in Greece. International Journal of Sociology and Social Policy 39(3–4). Emerald Publishing Limited: 221–234.
- Koutrolikou P-P (2012) Spatialities of ethnocultural relations in multicultural East London: discourses of interaction and social mix. Urban studies 49(10). SAGE Publications Sage UK: London, England: 2049–2066.
- Leontidou L (1990) The Mediterranean City in Transition: Social Change and Urban Development. 1st ed. Cambridge: Cambridge University Press.
- Mavrommatis G (2018) Grasping the meaning of integration in an era of (forced) mobility: Εthnographic insights from an informal refugee camp. Mobilities 13(6). Taylor & Francis: 861–875.
- Musterd S, Ostendorf W and Breebaart M (1997) Segregation in European cities: patterns and policies. Tijdschrift voor Economische en Sociale Geografie 88(2). KNAG : 182–187.
- Netto G (2011) Strangers in the city: Addressing challenges to the protection, housing and settlement of refugees. International Journal of Housing Policy 11(3). Taylor & Francis: 285–303.
- Putnam RD (2007) E pluribus unum: Diversity and community in the twenty‐first century the 2006 Johan Skytte Prize Lecture. Scandinavian political studies 30(2). Wiley Online Library: 137–174.
- Schinkel W (2018) Against ‘immigrant integration’: for an end to neocolonial knowledge production. Comparative migration studies 6(1). Springer: 31. DOI: 10.1186/s40878-018-0095-1.
- Seethaler-Wari S (2018) Urban planning for the integration of refugees: The importance of local factors. Urban Planning 3(4). PRT: 141–155.
- UNHCR (2018) ΕΣΤΙΑ. Διήμερο ενημερωτικό σεμινάριο για τους πρόσφυγες του προγράμματος ΕΣΤΙΑ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Available at: https://bit.ly/2YSg4qg (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
- UNHCR (2020) ΕΣΤΙΑ.Στατιστικά Στοιχεία. Available at: http://estia.unhcr.gr/el/home_page/ (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
- UNHCR (2019) ΕΣΤΙΑ. Ενημερωτικό σημείωμα για τη στέγαση. Available at: https://bit.ly/2QICrfG (ημερομηνία πρόσβασης 4 Ιανουαρίου 2020).
- Valentine G (2008) Living with difference: reflections on geographies of encounter. Progress in human geography 32(3). Sage Publications Sage UK: London, England: 323–337.
- Vertovec S (2007) Super-diversity and its implications. Ethnic and racial studies 30(6). Taylor & Francis: 1024–1054.