Χωρική εγγύτητα και κοινωνικές αποστάσεις: η κάθετη κοινωνική διαφοροποίηση σε μια πολυκατοικία της Αθήνας
Μπουρλέσσας Παναγιώτης
Δομημένο Περιβάλλον, Εθνοτικές Ομάδες, Κοινωνική Δομή, Στέγαση
2015 | Δεκ
«Τα πάντα εδώ συνυπάρχουν σε απόσταση αναπνοής»
Βασίλης Καραποστόλης, Χειροποίητη Πόλη
Ως «πυκνωτής» μιας πρόσφατα διαμορφωμένης πληθυσμιακής ετερογένειας, η αθηναϊκή πολυκατοικία της αντιπαροχής γίνεται μια εντοπισμένη περίπτωση «αυθόρμητης» κοινωνικής ανάμειξης μεταξύ ελλήνων και αλλοδαπών κατοίκων. Τα προηγουμένως άδεια, απαξιωμένα διαμερίσματα των χαμηλότερων ορόφων αντικατέστησαν την έλλειψη κοινωνικής κατοικίας στεγάζοντας μετανάστες και μετανάστριες που σταδιακά εγκαταστάθηκαν στις κεντρικές γειτονιές της πόλης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Μαζί με τους έλληνες κατοίκους των ψηλότερων πατωμάτων, συνυπάρχουν στα ίδια κτήρια, φαινόμενο που έχει περιγραφεί ως κάθετη κοινωνική διαφοροποίηση (Maloutas & Karadimitriou 2001). Η εθνοτική και ταξική ποικιλότητα της κοινωνίας της πρωτεύουσας εκφράζονται σε αυτήν την κάθετη, ιεραρχημένη συνύπαρξη ντόπιων και μεταναστών ως μία εναλλακτική, στρωματοποιημένη ανθρωπογεωγραφία απόλυτης γειτνίασης στην κλίμακα του κτηρίου.
Η χωρική απόσταση μεταξύ πληθυσμιακών ομάδων (π.χ. κοινωνικών τάξεων ή εθνοτήτων μιας πόλης) φέρει παραδοσιακά αρνητικό φορτίο, ως δηλωτική κοινωνικών ανισοτήτων και αποκλεισμού. Όμως, αυτή η εξίσωση χωρικής και κοινωνικής απόστασης αμφισβητείται αφού η χωρική εγγύτητα ενδέχεται να δρα παραπλανητικά, αποκρύπτοντας μορφές περιθωριοποίησης και ασθενούς ένταξης (Chamboredon et Lemaire 1970, Kokkali 2007). Σε ένα άλλο επίπεδο, ο Bourdieu (1985) ερμηνεύει την κοινωνία ως χώρο εντός του οποίου άτομα και ομάδες καταλαμβάνουν σχεσιακές θέσεις. Αυτή η κοινωνική χωροθέτηση αποδίδεται σε σχέσεις ιεραρχίας που πηγάζουν από τη συγκέντρωση κεφαλαίου (υλικού και συμβολικού) και εκφράζονται σε συμβολικές αποστάσεις και γειτνιάσεις. Αν λοιπόν η αθηναϊκή πολυκατοικία με την περιεχόμενη κοινωνική της διαφοροποίηση μπορεί να ιδωθεί ως κοινωνικός χώρος με καθέτως εκφρασμένες σχέσεις, οι κοινωνικές – και όχι οι χωρικές- αποστάσεις είναι εκείνες που πρέπει να ερευνηθούν στις διάφορες εκφράσεις τους.
Συνδυάζοντας κοινωνιολογική και γεωγραφική φαντασία, το παρόν κείμενο επικεντρώνεται στην καθέτως διαφοροποιημένη πολυκατοικία της Αθήνας με σκοπό να αναδείξει το ρόλο της μικροκλίμακας στην έκφραση του στεγαστικού διαχωρισμού. Θεωρώντας ότι δεν υπάρχουν a priori καθορισμένες χωρικές υποδιαιρέσεις (Preteceille 2007), επιχειρείται μια ερμηνεία του χωρο-κοινωνικού διαχωρισμού διαφορετική από εκείνη της γενικής εικόνας χαρτών και ποσοτικών δεικτών, εργαλεία που συχνά συσκοτίζουν την πολυπλοκότητα μιας αστικής πραγματικότητας «ιδωμένης από ψηλά». Περιγράφοντας μια περίπτωση πολυκατοικίας, αναδεικνύονται οι κοινωνικές αποστάσεις που μπορούν να εμφανιστούν σε περιπτώσεις χωρικής εγγύτητας, ο δυναμισμός της μικροκλίμακας και οι πιθανοί συμβολισμοί του φαινομένου.
Ένα κτήριο στην οδό Αρκτίνου, στο Παγκράτι, αποτελεί την υπό εξέταση περίπτωση [1]. Η καθέτως εκδηλωμένη κοινωνική ποικιλότητα της πολυκατοικίας την καθιστά πιθανώς παραδειγματική: ο όροφος κατοικίας βρίσκεται σε συνάρτηση με την εθνικότητα, τα χρόνια παρουσίας στην πόλη και το καθεστώς ιδιοκτησίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας των Maloutas & Karadimitriou (2001) επιβεβαιώνουν τον παραπάνω συσχετισμό σε μια πιο διευρυμένη κλίμακα. Στην παρούσα έρευνα πραγματοποιήθηκε καταγραφή της κατανομής εθνικοτήτων και των οικιστικών χαρακτηριστικών ανά όροφο. Έπειτα, ιστορίες συλλέχθηκαν από «γηγενείς» κατοίκους και πραγματοποιήθηκε παρατήρηση στους ισόγειους κοινόχρηστους χώρους. Τα αποτελέσματα δίνονται συνοπτικά και συνθετικά μέσω της παρουσίασης της πολυκατοικίας ως κάθετου, βιωμένου “εθνογραφικού τόπου” (Pink 2009), στοχεύοντας στην κατά το δυνατόν καλύτερη μεταφορά της εμπειρίας του ερευνητή μέσω του κειμένου.
Στην είσοδο, διάλογοι ακούγονται σε ξένη γλώσσα, οι πόρτες των διαμερισμάτων είναι ανοιχτές, κάτοικοι διασχίζουν περνώντας από το ένα στο άλλο· «μιλάνε δυνατά», σχολιάζει μια ελληνίδα κάτοικος. Τρία νοικοκυριά Μπαγκλαντεσιανών κι ένα Ελλήνων βρίσκονται στο ημιυπόγειο και το ισόγειο, σε συνθήκες περιορισμένου ηλιασμού κι αερισμού, εμφανούς υγρασίας στους τοίχους και σε άμεση γειτνίαση με τον θορυβώδη δρόμο. Το φυσικό φως δε φτάνει στον προθάλαμο του υπογείου, όπου εντοπίζονται δυο διαμερίσματα. Στον πρώτο όροφο μια οικογένεια από τις Φιλιππίνες: «ήταν οι πρώτοι που ήρθαν εδώ» λέει ο διαχειριστής —«ακόμη και πριν τους Αλβανούς» αναφέρει άλλη κάτοικος— και είχαν αρχικά εγκατασταθεί στο υπόγειο· με τα χρόνια «αναρριχήθηκαν» ψηλότερα. Τη σειρά τους σε κείνες τις πρώτες θέσεις παίρνουν τώρα οι προσφάτως αφιχθέντες γείτονες από το Μπαγκλαντές. Είναι εκείνοι που διακρίνονται στις ιστορίες ως «αυτοί από το υπόγειο», οι «σκούροι» και οι «ξένοι». Το δεύτερο πάτωμα μοιράζεται μεταξύ ενός νοικοκυριού Ελλήνων κι ενός Φιλιππινέζων. Τρίτος, τέταρτος και πέμπτος όροφος στεγάζουν αποκλειστικά Έλληνες κι Ελληνίδες.
Όλοι οι «γηγενείς» κάτοικοι διαβιούν σε ιδιόκτητα διαμερίσματα. Είναι αυτοί, οι ιδιοκτήτες, που θεωρούνται «ένα είδος κοινότητας» μέσα στο κτήριο, αποκλείοντας τους ενοικιαστές· οι τελευταίοι αποτελούνται αποκλειστικά από μετανάστες/ριες. Σχετικά με τον διαθέσιμο οικιστικό χώρο, σημαντικές διαφοροποιήσεις διαπιστώθηκαν: 37τ.μ., 15τ.μ. και 8τ.μ. ανά άτομο υπολογίστηκαν για τους έλληνες, φιλιππινέζους και μπαγκλαντεσιανούς κατοίκους αντίστοιχα. Ωστόσο, πέραν του μεγέθους των διαμερισμάτων, κεντρικό ρόλο παίζει και η μορφή των νοικοκυριών: Μπαγκλαντεσιανοί διαβιούν συλλογικά, Φιλιππινέζοι σχηματίζουν πυρηνικές οικογένειες ενώ μονομελή νοικοκυριά Ελλήνων/ίδων έχουν σημαντική παρουσία στα ψηλότερα πατώματα. Με μια νοητή τομή του κτηρίου (γράφημα 1) οπτικοποιούνται η κατανομή των κατοίκων και τα ποσοτικά δεδομένα της έρευνας.
Κοινωνικές αποστάσεις εκφράζονται στις ιστορίες των κατοίκων. Μυρωδιές κουζίνας φτάνουν στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου κατά τη διάρκεια της συζήτησης το μεσημέρι· «το φαγητό τους [των αλλοδαπών] βρωμάει» δηλώνεται με ενόχληση. Ενώ κάποιος αναφέρει πως «δεν [του] αρέσουν οι μετανάστες που μένουν εδώ», ένας άλλος, στο ηλιόλουστο ρετιρέ των 65τ.μ., υποστηρίζει πως θα δεχόταν μια εργασιακή σχέση με Φιλιππινέζους, «ως κηπουρούς [του]» για παράδειγμα. Ωστόσο, πέρα από τις αναφορές στους αλλοεθνείς γείτονες, φανερώνεται ένας γενικότερος προβληματισμός για τις αδύναμες κοινωνικές επαφές σήμερα: «όλοι ζούμε μόνοι μας, δεν περνάμε χρόνο μαζί» και «δεν υπάρχουν οικογένειες». Σχετικά με τη διάδραση μεταξύ κατοίκων, μια πιθανής «πόλωση» εμφανίζεται στις καθημερινές επαφές: τα ελληνικά νοικοκυριά τείνουν να αλληλεπιδρούν αυστηρά μεταξύ τους μη αναπτύσσοντας επαφές με τα αντίστοιχα αλλοεθνή. Στον αντίποδα, οι μπαγκλαντεσιανοί κάτοικοι διαμορφώνουν τη δική τους «συγκέντρωση», αλληλεπιδρώντας μόνο με μέλη της κοινότητάς τους (γράφημα 2) «ζωντανεύοντας» τους κοινόχρηστους χώρους. Βγαίνοντας πια από την πολυκατοικία, μια τελευταία ματιά εντοπίζει μια ελληνική σημαία ψηλά, στη βεράντα του ρετιρέ· σαν μια εμπράγματη δήλωση του ποιοί/ές εδράζουν «επάνω».
Σε τούτον τον ιεραρχημένο κοινωνικό χώρο, Έλληνες κι Ελληνίδες εντοπίζονται στην κορυφή του, που μεταφράζεται σε διαμερίσματα υψηλών ορόφων, βελτιωμένες συνθήκες διαβίωσης και στην ισχύ να διαφοροποιούνται μέσω του λόγου τους από το «άλλο», το «ξένο». Τις λιγότερο προνομιακές θέσεις της ιεραρχίας καταλαμβάνουν νοικοκυριά μεταναστών στα πρώτα πατώματα, με περιορισμένα οικιστικά και κοινωνικά προνόμια, όπως η μη-ιδιόκτητη κατοικία —πιθανής ένδειξη του βαθμού ένταξης στην νεοελληνική κοινωνία— και το ανήκειν σε χαμηλές επαγγελματικές κατηγορίες. Ωστόσο, διακυμάνσεις παρατηρήθηκαν και μεταξύ των αλλοδαπών νοικοκυριών αναφορικά με την ποιότητα της κατοικίας και τον τύπο νοικοκυριού ως άλλους δείκτες ένταξης. Η ανά όροφο χωροθέτηση είναι συνάρτηση, και μαζί έκφραση, του χρόνου παραμονής στην πόλη και, κατά προέκταση, του αντίστοιχου, ομαδικά ή ατομικά συγκεντρωμένου, κοινωνικού κεφαλαίου.
Γράφημα 1: Νοητή τομή της πολυκατοικίας της Αρκτίνου: ποσοτικά δεδομένα και διαφοροποιήσεις
Γράφημα 2: Απεικόνιση της διάδρασης κατοίκων της πολυκατοικίας της Αρκτίνου: όροφος, εθνικότητα και συγκεντρώσεις
Ένας κοινωνικός χώρος δε μπορεί όμως παρά να γίνει αντιληπτός μέσω των συμβολισμών που φέρει και αναπαράγει. Μέσω μιας «κοινωνικής χωροποίησης» (βλ. Shields 1991), κυρίαρχες ομάδες νοηματοδοτούν τον πραγματικό χώρο με τέτοιον τρόπο ώστε να παγιώνονται συγκεκριμένες αντιλήψεις μέσα σε ένα σύστημα κοινωνικών ιεραρχιών· είναι το ίδιο σύστημα μέσω του οποίου ο κόσμος θα γίνει έπειτα αντιληπτός. Η κάθετη κοινωνική διαφοροποίηση και η πραγματικότητά της ίσως να σημαίνουν περισσότερα από την απλή συνύπαρξη «γηγενών» και αλλοδαπών στα ίδια κτήρια. Είναι που η ίδια η κοινωνία γίνεται αντιληπτή καθέτως. Η διαστρωμάτωσή της υπαγορεύει συγκεκριμένο λεξιλόγιο και συγκεκριμένη εικονοποίηση ιεραρχίας: κάποιοι βρίσκονται «επάνω», κάποιοι βρίσκονται «κάτω». Ανάλογα, η «καθετότητα» των πόλεων γίνεται μια αλληγορία των κοινωνικών σχέσεων ισχύος (Hewitt & Graham 2015). Σαν σε μια αθηναϊκή εκδοχή αναπαραστάσεων επιστημονικής φαντασίας (όπως της ταινίας «Metropolis» του Lang, 1927), στις ιστορίες της οδού Αρκτίνου το «άλλο» των Ελλήνων κι Ελληνίδων των υψηλών πατωμάτων δεν είναι μόνον άλλου χρώματος ή εθνικότητας· είναι το «από κάτω», «του υπογείου». Και το ιδιόκτητο διαμέρισμα συσπειρώνει —πραγματικά στους ορόφους, και συμβολικά στις σχέσεις— περαιτέρω τους «γηγενείς» κατοίκους. Κάπως έτσι μια νοητή ελληνική επικράτεια σχηματίζεται στο άνω μέρος του κτηρίου, επικράτεια που βρίσκεται «πάνω από» αλλοεθνείς κι ενοικιαστές και που εκφράζει συνιστώσες κοινωνικού στάτους.
Συνοψίζοντας, είναι ποικίλες οι «ηθικές γεωγραφίες» (βλ. Cresswell 2005) που ενδέχεται να εκκολάπτονται μέσα στον κάθετο διαχωρισμό της αθηναϊκής πολυκατοικίας, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για ένα φαινόμενο κυρίαρχο στις κεντρικές γειτονιές της πόλης. Έχοντας ως αφετηρία τον πραγματικό χώρο και τις περιεχόμενες σχέσεις και ανισότητες, η «καθετότητα» της συμβίωσης ελλήνων κι αλλοδαπών κατοίκων υπόκειται σε συγκεκριμένες νοηματοδοτήσεις. Στον λόγο ελλήνων κατοίκων, κάποιοι φαίνεται να «ανήκουν» στα χαμηλά και κάποιοι στα υψηλά πατώματα, άποψη που μπορεί να συνδιαμορφώνει οπτικές για το «ποιοί ανήκουν που» στην κάθετη κοινωνική ιεραρχία· άλλωστε, ζώντας ψηλά δύναται να αναπτύξει κανείς ένα εκ-των-άνωθεν-βλέμμα (Hewitt & Graham 2015), υποδηλώνοντας μια θέση ισχύος. Είναι εκείνο το «ανήκειν» στον υλικό χώρο της πολυκατοικίας που πρέπει να δούμε πώς συνδέεται με το «ανήκειν» στην άυλη κοινωνική κλίμακα. Γιατί το ενδιάμεσο της μεταξύ τους σύνδεσης παγιώνει και αναπαράγει ιδεολογίες κι αντιλήψεις που τέμνουν την πόλη καθέτως· πάντα στο ενδιάμεσο αλληγορίας και πραγματικότητας.
[1] Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2013 κατά την εκπόνηση της μεταπτυχιακής διατριβής του γράφοντος για το πανεπιστήμιο της Βιέννης, υπό την επίβλεψη του Jesus Leal (Universidad Complutense de Madrid).
Αναφορά λήμματος
Μπουρλέσσας, Π. (2015) Χωρική εγγύτητα και κοινωνικές αποστάσεις: η κάθετη κοινωνική διαφοροποίηση σε μια πολυκατοικία της Αθήνας, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-πολυκατοικία/ , DOI: 10.17902/20971.2
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Préteceille E (2007) Η κοινωνική κατασκευή του στεγαστικού διαχωρισμού: Συγκλίσεις και αποκλίσεις. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 122(A): 107–135.
- Bourdieu P (1985) The social space and the genesis of groups. Theory and society, Springer 14(6): 723–744.
- Chamboredon J-C and Lemaire M (1970) Proximité spatiale et distance sociale. Les grands ensembles et leur peuplement. Revue française de sociologie, JSTOR 11(1): 3–33.
- Cresswell T (2005) Moral Geographies. In: Atkinson D, Jackson P, Sibley D, et al. (eds), Cultural Geography: A Critical Dictionary of Key Ideas, London, New York: IB Tauris, pp. 128–134.
- Hewitt L and Graham S (2015) Vertical cities: Representations of urban verticality in 20th-century science fiction literature. Urban Studies, Sage Publications 52(5): 923–937.
- Kokkali I (2007) Spatial proximity and social distance: Albanian migrants’ invisible exclusions, an evidence from Greece. In: 3rd Hellenic Observatory PhD Symposium on Contenporary Greece, London: LSE. Available from: http://www.lse.ac.uk/europeanInstitute/research/hellenicObservatory/pdf/3rd_Symposium/PAPERS/KOKKALI_IFIGENEIA.pdf.
- Maloutas T and Karadimitriou N (2001) Vertical social differentiation in Athens: alternative or complement to community segregation? International journal of urban and regional research 25(4): 699–716. Available from: http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/17672030.
- Pink S (2009) Doing sensory ethnography. 1st ed. Seaman J (ed.), Melbourne: Sage.
- Shields R (1991) Places on the margin: Alternative geographies of modernity. 1st ed. London: Routledge.