Νεολαία και πολιτική: Τάσεις της πολιτικότητας των νέων μέχρι την κρίση
2015 | Δεκ
Από τη δεκαετία του 1990 και μέχρι την κρίση παρατηρείται συστηματικά στο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας μείωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς. Παράλληλα σημειώνεται αυξανόμενη απομάκρυνση από την πολιτική, ιδιαίτερα των νέων, με την έννοια του μειωμένου πολιτικού ενδιαφέροντος και της μικρότερης έμπρακτης συμμετοχής, τόσο σε σύγκριση με νέους/ες προηγούμενων περιόδων, όσο και με σύγχρονούς τους μεσήλικες. Σε όλες τις εμπειρικές έρευνες της περιόδου τεκμηριώνεται η εικόνα της ελληνικής νεολαίας, σε αρμονία με άλλους/ες Ευρωπαίους/ες της ίδιας γενιάς, ως πρωτίστως ατομοκεντρικής, με μειωμένες κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες και μειωμένο ενδιαφέρον και συμμετοχή σε πολιτικές συλλογικότητες. Παράλληλα, κυνισμός και αίσθηση ματαιότητας ως προς την αποτελεσματικότητα της ενδεχόμενης πολιτικής παρέμβασης μοιάζουν να αυξάνονται. Το ευρύτερο κοινωνικοποπολιτικό και πολιτισμικό περιβάλλον καθόριζε ένα «κλίμα περιόδου» εφησυχασμού και άφεσης, με τη νεολαία να διοχετεύει πρωταρχικά τα ενδιαφέροντα και τον δυναμισμό της προς άλλες κατευθύνσεις, σε σαφή αντίθεση με τη γενιά των γονιών της. Η κρίση, ισχυρότατος (ανα)κοινωνικοποιητικός παράγοντας, λειτούργησε και στο πεδίο αυτό καταλυτικά, όπως θα δούμε. Ωστόσο, ήδη από το 2008 τα γεγονότα του Δεκεμβρίου προκάλεσαν έκπληξη, ακριβώς διότι δεν εναρμονίζονταν με τη συλλογική φυσιογνωμία που ήταν καθιερωμένο να αποδίδεται στους/ις νέους/ες στην ελληνική πολιτική κουλτούρα της εποχής. Κάτι είχε ήδη αρχίσει να αλλάζει.
Νεολαία και πολιτική γενιά
Παρότι η νεολαία δεν αποτελεί ενιαία κοινωνική κατηγορία, μας επιτρέπεται να μιλάμε γενικευτικά για τους/ις νέους/ες ως φορείς πολιτικής δράσης, στο βαθμό που υπάρχει ένας ουσιώδης ομοιογενοποιητικός παράγοντας εντοπίσιμος στις πολιτικές εκφράσεις της. Παράγοντας ο οποίος ανάγεται στην ιστορική στιγμή κατά την οποία ως γενιά η συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία διήλθε/διέρχεται σημαντικές φάσεις της κοινωνικοποίησής της, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες στην πολιτική κοσμοαντίληψη πρωτίστως, αλλά και στην πολιτική συμπεριφορά των ατόμων που συνθέτουν μια συγκεκριμένη γενιά [1]. Επιπλέον, με βάση τη θεωρία των κοινωνικών αναπαραστάσεων (Moscovici 1984), υποθέτουμε ότι τα μέλη της ίδιας γενιάς μοιράζονται κοινές αναπαραστάσεις του κόσμου και λόγω της δόμησής τους ως γενιάς μέσω των ΜΜΕ. Η κοινότητα αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική διότι συγκροτεί σε ομάδα τα μέλη που κατατάσσονται στην ίδια ηλικιακή κατηγορία, αφού αποκτούν ιδιαίτερους κώδικες επικοινωνίας και κοινούς τρόπους αξιολόγησης και κατανόησης. (Potter 2005, 205).
Οι διαδοχικές σειρές νέων των τελευταίων δεκαετιών κοινωνικοποιήθηκαν κατά την παιδική και εφηβική ηλικία σε περιβάλλον απαξίωσης της πολιτικής και του συλλογικού, σε περιρρέουσα ατμόσφαιρα που ωθούσε προς την ιδιώτευση και την ατομικότητα και σε συγκεκριμένο μιντιακό πλαίσιο που προβάλλει/ευνοεί συγκεκριμένα lifestyle πρότυπα κοινωνικότητας και πολιτικότητας. Αυτό αποτυπώθηκε συστηματικά στα συγκριτικά χαμηλά ποσοστά πολιτικής συμμετοχής των νέων, φαινόμενο που δεν αφορά μόνο στην ελληνική πολιτική κουλτούρα, παρά τις όποιες ιδιοσυστασιακές παραμέτρους του. Πανευρωπαϊκά, είναι πολλαπλά τεκμηριωμένη η μεταβολή στην πολιτική φυσιογνωμία των εκλογικών σωμάτων, είτε το συνδέσουμε αυτό με την μεταπολεμική ανάδυση μεταϋλιστικών προτύπων, που εμφανίζονται ιδιαίτερα διαδεδομένα στους/ις νέους/ες (Inglehart 1977, 1997), είτε με την σταδιακή εμπέδωση μετανεωτερικών τάσεων που σχετίζονται με νέες ταυτίσεις μέσω των οποίων εκφράζεται η σημερινή νεολαία (Gibbins 1989) λόγω της παγκοσμιοποίησης και της συγκεκριμένης φάσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η μείωση σε όλες τις παραδοσιακές μορφές πολιτικής συμμετοχής, με παράλληλη μείωση στην κομματική ταύτιση, συγκροτούν την κυρίαρχη τάση, ενώ παρατηρείται μειωμένη σημασία της ταξικότητας της ψήφου καθώς και της εξηγητικής βαρύτητας της ιδεολογικής αυτοτοποθέτησης για την εκλογική συμπεριφορά. Τα παραπάνω είναι κατά κανόνα εμφανέστερα στους/ις νεότερους/ες, με την «αντικατάσταση των γενεών» να ανάγεται τελικά σε κεντρική κινητήρια δύναμη των πολιτικών αλλαγών. (Hooghe 2004). Εξού και το αυξημένο πολιτολογικό ενδιαφέρον για τη μελέτη της πολιτικής φυσιογνωμίας των νέων.
Θα πρέπει επιπλέον να σημειώσουμε ότι, όταν αναφερόμαστε στη σχέση «νεολαία και πολιτική» υπονοούμε τελικά την ύπαρξη επίδρασης της ηλικίας στην πολιτική συμπεριφορά και ειδικότερα στην πολιτική συμμετοχή, κάτι που είναι πολλαπλά τεκμηριωμένο στην πολιτολογική βιβλιογραφία. Θα πρέπει όμως να συμπεριλάβουμε στην προβληματική μας δύο, τουλάχιστον, παραμέτρους της μεταβλητής αυτής, που συνθέτουν κοινωνιολογικές διαστάσεις της ηλικίας, οι οποίες επιδρούν στον προσδιορισμό της πολιτικής συμπεριφοράς: α) την ηλικία ως έκφραση της πολιτικής γενιάς στην οποία ανήκει το κάθε υποκείμενο· και β) την ηλικία ως θέση στον «κύκλο της ζωής», η οποία συνεπάγεται διαφορετικούς ρόλους. (Παντελίδου Μαλούτα 2012). Ενώ κατά κανόνα (και αυτό κάνουμε εδώ), επικεντρωνόμαστε στη νεολαία από την άποψη των επιρροών που δέχεται ως γενιά, δεν πρέπει να αγνοούμε και την επίδραση της θέσης στον κύκλο της ζωής, που διαφοροποιείται τόσο ανάλογα με τις οικονομικές εξελίξεις της συγκεκριμένης κοινωνίας, όσο και ανάλογα με την ταξική θέση και το φύλο των φορέων πολιτικής δράσης, ίδιας ηλικίας. (Για παράδειγμα, η ανεργία οδηγεί πολλούς/ές νέους/ες πίσω στο οικογενειακό σπίτι, μετατρέποντας μια συνθήκη που επιδρά στην κοσμοαντίληψη, ενώ γενικότερα τα κορίτσια φεύγουν από την οικογένεια αργότερα από τα αγόρια κ.λπ).
Σε κάθε περίπτωση είναι έκδηλο ότι οι νέοι/ες, παρεμβαίνουν στην πολιτική διαδικασία όταν αισθανθούν ότι τους/ις αφορούν τα πολιτικά διακυβεύματα. Με βασική διαφοροποίηση από τη μια γενιά νέων στην άλλη να αποτελεί πάντα το τι είναι αυτό που θεωρούν ότι τους/ις αφορά. Συγκεκριμένα, φαίνεται ότι ενώ ο άξονας Αριστερά-Δεξιά δομούσε την εκλογική συμπεριφορά σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες μέχρι τη δεκαετία του 1990 (Van der Eijk, Franklin 1996), η σημασία του μειώθηκε στη συνέχεια, παράλληλα με τη μείωση στην ταξικότητα της ψήφου (Franklin, κ.ά 1992). Κάτι που είναι ιδιαίτερα έκδηλο στους/ις νεότερους/ες εκλογείς. Αντίστοιχα, η ανάπτυξη της αποκαλούμενης «θεματικής ψήφου» που υποκατέστησε τις παραπάνω διαιρετικές τομές (Rose, Mc Allister 1986), μοιάζει να αφορά τελικά πρωτίστως τη νεολαία. Υποστηρίζεται δε, με βάση εμπειρικά πολιτολογικά πορίσματα, ότι δομικοί παράγοντες καθορίζουν μαζικότερα την κατεύθυνση της ψήφου σε εκλογείς που κοινωνικοποιήθηκαν πριν από το 1960, η αυτοτοποθέτηση στον άξονα Αριστεράς–Δεξιάς σε όσους/ες κοινωνικοποιήθηκαν μέχρι το 1990 (Van de Brug 2010), ενώ υπάρχουν ενδείξεις και από την ελληνική πολιτική κουλτούρα ότι η θεματική ψήφος παραπέμπει περισσότερο σε (νέους/ες) εκλογείς που κοινωνικοποιήθηκαν στην εφηβεία μετά το 2000.
Κοινωνικοποιητικές και ανα-κοινωνικοποιητικές εμπειρίες των νέων
Ενώ η σημασία των κοινωνικοποιητικών μηνυμάτων της περιόδου και των πρώιμων/διαμορφωτικών εμπειριών της κάθε πολιτικής γενιάς είναι καθοριστική για το πώς η γενιά αυτή διαχειρίζεται μετέπειτα ερεθίσματα, είναι πολλαπλά τεκμηριωμένη η πρωταρχικά ατομοκεντρική και lifestyle κατεύθυνση του «με αφορά» της νεολαίας μετά το 1990. σε αντίθεση με την περισσότερο κοινωνιοκεντρική των νέων τους οποίους συγκροτούσε η γενιά των γονιών τους. (Παντελίδου Μαλούτα 2012). Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που αναφέρονται στην ηλικία επικεντρώνονταν, μέχρι πρόσφατα, στις ουσιώδεις αλλαγές στα βασικά κοινωνικοποιητικά μηνύματα που χαρακτηρίζουν τις διαφορετικές γενιές στην ελληνική πολιτική κουλτούρα, λόγω των αλλαγών που παρατηρούνται στο εγχώριο και διεθνές κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον ως απόρροια της παγκοσμιοποίησης και της ενσωμάτωσης της ελληνικής κοινωνίας σε υπερεθνικές δομές. Έτσι δημιουργήθηκαν ριζικά διαφοροποιημένα και συχνά αντιφατικά πεδία κοινωνικοποιητικών μηνυμάτων, που εκδηλώνονται μάλιστα πολύ πέρα από τις μεταβολές της πολιτικής συμπεριφοράς.
Πράγματι, εντοπίζονται ερευνητικά σημαντικές αλλαγές στην κοινωνικοπολιτική φυσιογνωμία των νέων στις αρχές του 2000, σε σύγκριση με παλαιότερες γενιές νέων, αλλαγές τόσο ποσοτικές (μικρότερο πολιτικό ενδιαφέρον και περιορισμένη πολιτική εμπλοκή), όσο και ιδεολογικές (πολύ μικρότερη διάδοση αριστερής ταυτότητας), οι οποίες μάλιστα συνδέονται με αξιακές παραμέτρους. Σε έρευνα του 2006, όπου αντιπαρατίθενται στοιχεία του 1988, προβάλλει καθαρά μια εικόνα συγκριτικά δεξιόστροφης νεολαίας (μείωση της αριστερής ταυτότητας στους 18-29 ετών από 37,1% το 1988, σε 9,8% το 2006), πιο κυνικής και απορριπτικής προς το πολιτικό σύστημα («όποιος έρθει στην εξουσία κοιτάζει πάντα τα δικά του συμφέροντα», 49% το 1988, 70,6%, το 2006), με αυξημένη δήλωση απόλυτης πολιτικής αδιαφορίας (15,9% το 1988, 39,5% το 2006), και σαφώς λιγότερο συμμετοχικής, με βάση όλους τους σχετικούς καθιερωμένους δείκτες [2]. Μάλιστα, όπως βλέπουμε παρακάτω στον Πίνακα 2, οι νέοι/ες εμφανίζονται όχι μόνο σαφώς πιο κυνικοί/ές απ’ ό,τι η αντίστοιχη κατηγορία ηλικιών στο παρελθόν, αλλά πλέον και πιο κυνικοί/ές από τους/τις μεγαλύτερους/ες, προβάλλοντας μια εικόνα αναστροφής της καμπύλης.
Πίνακας 1: Ενδιαφέρον για την πολιτική (%)
Πηγή: Πολιτική Συμπεριφορά των Γυναικών, ΕΚΚΕ 1988· Έρευνα Πολιτικών Προτύπων και Πολιτικής Συμπεριφοράς, ΕΚΠΑ 2006
Πίνακας 2: Αντιλήψεις για την πολιτική και τους πολιτικούς (συμφωνούν απόλυτα %)
Πηγή: Πολιτική Συμπεριφορά των Γυναικών, ΕΚΚΕ 1988· Έρευνα Πολιτικών Προτύπων και Πολιτικής Συμπεριφοράς, ΕΚΠΑ 2006
Πίνακας 3: Απέναντι σε ένα καυτό πρόβλημα της γειτονιάς ή του χωριού προτιμούν (%)
Πηγή: Πολιτική Συμπεριφορά των Γυναικών, ΕΚΚΕ 1988· Έρευνα Πολιτικών Προτύπων και Πολιτικής Συμπεριφοράς, ΕΚΠΑ 2006
Πίνακας 4: Ιδεολογική αυτοτοποθέτηση ερωτώμενων (%)
Πηγή: Πολιτική Συμπεριφορά των Γυναικών, ΕΚΚΕ 1988· Έρευνα Πολιτικών Προτύπων και Πολιτικής Συμπεριφοράς, ΕΚΠΑ 2006
Η μεγάλη μείωση στη διάδοση της αριστερής ταυτότητας (σχεδόν στο ¼ στους/ις νέους/ες), η σημαντική αύξηση στην απαξίωση της διάκρισης Αριστερά/Δεξιά, που διπλασιάστηκε στη νεολαία το 2006, καθώς και η σαφής μεταβολή στην ηλικιακή καμπύλη διάδοσης της αριστερής, αλλά, από άλλη άποψη, και της δεξιάς ταυτότητας, αποτελούν τα πλέον αξιοσημείωτα ιδεολογικά στοιχεία του τελευταίου πίνακα, γιατί είναι ενδεικτικά και πολλών άλλων παραμέτρων που περιγράφουν τη φυσιογνωμία των νέων στην ελληνική πολιτική κουλτούρα λίγο πριν από την κρίση.
Αν ακολουθήσουμε την παράδοση των μελετών πολιτικής κοινωνικοποίησης που επικεντρώνονται στην εφηβεία, «προδικάζοντας» κατά κάποιο τρόπο την εξέλιξη της συνολικής πολιτικής κουλτούρας, παρατηρούμε ότι Αθηναίοι/ες έφηβοι/ες (12-15 ετών) του 1990, σε σύγκριση με αυτούς/ές του 1982 χαρακτηρίζονταν ήδη από σαφώς πιο δεξιόστροφη πολιτική κοσμοαντίληψη, ήταν πολύ πιο εξοικειωμένοι/ες με την πολιτική διαδικασία την οποία αποδραματοποίησαν και στην οποία όμως δεν επένδυαν συναισθηματικά [3]. Παρότι σαφώς λιγότερο συμμετοχικοί/ές από τους/ις εφήβους της δεκαετίας του 1980 -που είχαν περάσει την πρώιμη φάση της κοινωνικοποίησής τους στο κλίμα ευφορίας της Μεταπολίτευσης- όταν αισθάνθηκαν ότι τους/ις αφορούν τα πολιτικά διακυβεύματα, παρενέβησαν δυναμικά στην πολιτική διαδικασία. Κάτι που φάνηκε στο μαζικότατο κίνημα καταλήψεων στα σχολεία, που σημειώθηκε το Νοέμβριο του 1990 (Παντελίδου Μαλούτα 1991), πυροδοτούμενο από τα Προεδρικά Διατάγματα που ρύθμιζαν τη σχολική καθημερινότητα. Κεντρική διαφοροποιητική παράμετρος από την προηγούμενη γενιά εφήβων όμως, υπήρξε το τι ήταν αυτό που θεωρούσαν ότι τους αφορά, και το οποίο ήταν πιο ατομοκεντρικό, σε αντίθεση με τις κοινωνιοκεντρικές ανησυχίες των (αριστερόστροφων) νέων στους/ις οποίους/ες μετεξελίχθηκαν οι «έφηβοι της Μεταπολίτευσης». (Παντελίδου Μαλούτα 1991).
Πίνακας 5: Ποσοστιαία κατανομή των εφήβων του δείγματος ανάλογα με απάντηση σχετικά με την ιδεολογική τους ταυτότητα το 1982, το 1990 και το 2010.
Πηγή: «Διαστάσεις της πολιτικής κοινωνικοποίησης εφήβων: εμπειρίες από την Αττική στις τρεις τελευταίες δεκαετίες» ΕΚΠΑ, 2010
Την «απομακρυσμένη από την πολιτική» γενιά των εφήβων της δεκαετίας του 1990 διαδέχτηκαν άλλοι/ες που ουσιαστικά συνέχισαν και παγίωσαν τις ατομοκεντρικές τάσεις και την απαξίωση της πολιτικής, αλλά σταδιακά απώλεσαν την υψηλή αίσθηση αποτελεσματικότητας των πρώτων. Οι δε έφηβοι του τέλους της πρώτης δεκαετίας του 2000 διαμορφώνουν σημαντικές παραμέτρους της κοσμοαντίληψής τους σε συνθήκες ανασφάλειας, απαισιοδοξίας και αίσθησης αδιεξόδου, με παράλληλη γενικευμένη απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών. Χαρακτηρίζονται από τη συνέχιση της τάσης που σημειώθηκε στους εφήβους το 1991, (Παντελίδου Μαλούτα 1991. Βλ. και Δεμερτζής, Σταυρακάκης 2008), αλλά με ακόμη μεγαλύτερη πολιτική αποξένωση και απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής, μεγαλύτερη μείωση στη συμμετοχική προδιάθεση, στη δήλωση πολιτικού ενδιαφέροντος και στην ύπαρξη ιδεολογικής ταυτότητας, καθώς και στην απόδοση βαρύτητας στο συλλογικό και το δημόσιο προς όφελος του ιδιωτικού και του ατομικού (Παντελίδου Μαλούτα 2011).
Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι η διαδήλωση ως τρόπος αντίδρασης κερδίζει σε αποδοχή το 2010 έναντι του 1991, πλησιάζοντας τα ποσοστά της δεκαετίας του 1980. Συγχρόνως, και αυτό ενδεχομένως δεν είναι άσχετο με το παραπάνω, είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό εφήβων που δυο χρόνια αργότερα έχουν σαφή ανάμνηση των γεγονότων του Δεκεμβρίου του 2008 (53,2%), ενώ με βάση απαντήσεις σε ανοικτή ερώτηση ελέγχεται η ορθότητα στο σύνολο των θετικών απαντήσεων (Παντελίδου Μαλούτα 2011). Αξίζει να παρατηρήσουμε και τη συγκριτική αποδοχή της διαδήλωσης σε αριστερούς/ες και δεξιούς/ες εφήβους το 1982 και το 2010. (Πίνακας 6).
Πίνακας 6: Ποσοστιαία διάδοση της αντίληψης ότι η διαδήλωση αποτελεί τρόπο έκφρασης της πολιτικής διαφωνίας
Πηγή: «Διαστάσεις της πολιτικής κοινωνικοποίησης εφήβων: εμπειρίες από την Αττική στις τρεις τελευταίες δεκαετίες» ΕΚΠΑ, 2010
Η επίδραση της ηλικίας στη διαμόρφωση πολιτικών στάσεων και συμπεριφοράς δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθεί, στο μέτρο που έχει τεκμηριωθεί σε πολλές εμπειρικές έρευνες η βαρύνουσα σημασία της ως πολιτολογικής παράμετρου. Κι αυτό αφού έχουν ελεγχθεί οι παράμετροι που αναφέρονται στην κοινωνική προέλευση και στο φύλο. Το ερώτημα που δημιουργείται, και που βρίσκει διαφορετικές απαντήσεις, αφορά στο αν οι διαφορές αυτές οφείλονται στην ηλικία, με την έννοια της θέσης στον κύκλο της ζωής –άρα έχουν εγγενή τάση μεταβολής–, ή οφείλονται στην επίδραση της γενιάς, με την έννοια των ισχυρών κοινωνικοποιητικών εμπειριών σε κρίσιμες ηλικιακές φάσεις. Στη δεύτερη περίπτωση (θα) έχουν σοβαρότερες συνέπειες στο πολιτικό σύστημα, αφού μπορεί να δημιουργήσουν «ασυνέχειες», όταν η νέα γενιά συμμετάσχει στην πολιτική ως μέλος του εκλογικού σώματος. Στις κατηγορίες ηλικιών που συγκρίναμε εδώ είναι προφανής η βαρύτητα της γενιάς, με τις κοινωνικοποιητικές επιδράσεις της στο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας να εναρμονίζονται (με μικρή χρονική υστέρηση), με τις ευρωπαϊκές τάσεις, καταδεικνύοντας τόσο την σημασία του ευρύτερου «κλίματος περιόδου», όσο και τις ειδικότερες ελληνικές εμπειρίες. Με βάση τις τελευταίες, υπάρχουν ενδείξεις ότι, προς το τέλος της προ κρίσεως εποχής, μια ανακοινωνικοποιητική διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει. Αλλά είναι η κρίση αυτή που θα λειτουργήσει όπως φαίνεται καταλυτικά προς την κατεύθυνση της αναστροφής της τάσης της πολιτικής αποξένωσης των νέων.
[1] Για το θέμα της διαδοχής των γενεών κλασική παραμένει η μελέτη του Mannheim που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1929. Βλ. Mannheim 1968, 276-322. Για τις πολιτικές γενιές, βλ. Percheron, Remond 1991, Crête, Favre 1989. Βλ. και Παντελίδου Μαλούτα 1987, 2012.
[2] Βλ. Παντελίδου Μαλούτα 2012, 219-222, όπου υπάρχει αναλυτική αναφορά στα δύο ερευνητικά προγράμματα που αποτελούν πηγή των στοιχείων, και όπου δημοσιεύονται οι πίνακες που ακολουθούν.
[3] Για αναλυτική συγκριτική παρουσίαση των δύο αυτών γενιών, το δείγμα και τη μεθοδολογία των σχετικών ερευνών, βλ. Παντελίδου Μαλούτα 1991, 41-69. Η ίδια έρευνα επαναλήφθηκε το 2010. Βλ. Παντελίδου Μαλούτα 2011.
Αναφορά λήμματος
Παντελίδου Μαλούτα, Μ. (2015) Νεολαία και πολιτική: Τάσεις της πολιτικότητας των νέων μέχρι την κρίση, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/νεολαία-και-πολιτική-μέχρι-την-κρίση/ , DOI: 10.17902/20971.50
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Δεμερτζής Ν και Σταυρακάκης Γ (2008) Νεολαία: Ο αστάθμητος παράγοντας; Ντάβου Μ και Χατζούλη Α (επιμ.), Αθήνα: Πολύτροπον.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (1987) Πολιτικές στάσεις και αντιλήψεις στην αρχή της εφηβείας. 1η έκδ. Τσαούσης ΔΓ (επιμ.), Αθήνα: Gutenberg.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (2012) Πολιτική Συμπεριφορά: Θεωρία, Έρευνα και Ελληνική Πολιτική. Αθήνα: Σαββάλας.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (1991) Οι έφηβοι της ‘αλλαγής’. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 80: 41–69. Available from: http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/ekke/article/viewFile/7212/6929.pdf.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (2011) Διαστάσεις της πολιτικής κοινωνικοποίησης των εφήβων: Εμπειρίες από την Αττική τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Αθήνα.
- Crête J and Favre P (1989) Générations et politique. Economica. Paris: Presses Université Laval.
- Eijk C van der and Franklin MN (1996) Choosing Europe? The European electorate and national politics in the face of union. Arbor A (ed.), Michigan: The University of Michigan Press.
- Franklin MN, Mackie TT and Valen H (1992) Electoral change: Responses to evolving social and attitudinal structures in Western countries. 1st ed. Cambridge: Cambridge University Press.
- Gibbins JR (1989) Contemporary Political Culture Politics in a Postmodern Age. London: Sage.
- Hooghe M (2004) Political socialization and the future of politics. Acta Politica, Springer 39(4): 331–341.
- Inglehart R (1977) The silent revolution: Changing values and political styles among Western publics. Princeton: Princeton University Press.
- Inglehart R (1997) Modernization and postmodernization: Cultural, economic, and political change in 43 societies. Princeton: Princeton University Press.
- Mannheim K (1968) The problem of generations. In: Kecskemeti P (ed.), Essays in the sociology of knowledge, London: Routledge, pp. 276–322.
- Moscovici S (1984) Social representations. In: Farr RM (ed.), Social representations, Cambridge: Cambridge University Press, pp. 28–43.
- Percheron A and Rémond R (1991) Age et politique. Paris: Economica.
- Potter J (1996) Representing reality: Discourse, rhetoric and social construction. 1st ed. London: Sage.
- Rose R and McAllister I (1986) Voters begin to choose: From closed class to open elections in Britain. London: Sage.
- Van der Brug W (2010) Structural and ideological voting in age cohorts. West European Politics, Taylor & Francis 33(3): 586–607.