«Εξευγενισμός» (gentrification) στις γειτονιές του αθηναϊκού κέντρου
2015 | Δεκ
Ο «εξευγενιμός», ως μεταφορά του όρου gentrificationστην ελληνική γλώσσα, αναφέρεται στις χωρικές και κοινωνικές διαδικασίες αναδιάρθρωσης υποβαθμισμένων περιοχών της πόλης. Με την εξέλιξη της διαδικασίας, οι παλαιότεροι και πιο αδύναμοι, οικονομικά και πολιτικά, πληθυσμοί εκτοπίζονται και τη θέση τους καταλαμβάνουν μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Ταυτόχρονα, οι τιμές γης αυξάνονται και δημιουργούνται υπεραξίες, κυρίως μέσα από τη διαμόρφωση του χάσματος γαιοπροσόδου (Smith 1986). Το χάσμα γαιοπροσόδου αναφέρεται στη διαφορά ανάμεσα στη πραγματική και τη δυνητική γαιοπρόσοδο και αντικατοπτρίζει τις υπεραξίες που διαμορφώνονται στην αγορά γης μιας περιοχής όπου εμφανίζονται τάσεις «εξευγενισμού». Όταν αναπτύσσεται αυτή η διαδικασία, το αστικό τοπίο της περιοχής μεταβάλλεται, καθώς επιβάλλονται οι αισθητικές προτιμήσεις των νέων κατοίκων, και ταυτόχρονα οι χρήσεις γης αλλάζουν, με την επικράτηση αναβαθμισμένων και πιο επικερδών χρήσεων που εξυπηρετούν την επιδεκτική κατανάλωση των νέων κατοίκων, αλλά και των νέων χρηστών της γειτονιάς (Smith 1996, Beauregaurd 1986, Ley 1996). Σε αυτό το σημείο, οφείλουμε να τονίσουμε ότι οι θεωρίες περί «εξευγενισμού» αναπτυχθήκαν κυρίως στον αγγλοσαξωνικό κόσμο. Όταν εξετάζουμε αντίστοιχες διαδικασίες σε περιοχές που διαφέρουν συγκειμενικά ως προς τις οικονομικές, κοινωνικές και χωρικές δυναμικές διαμόρφωσης με το θεωρητικό πρότυπο, απαιτείται προσοχή στον εντοπισμό, το χαρακτηρισμό και την ανάλυση των διαδικασιών «εξευγενισμού» (Maloutas 2012). Η ερμηνεία των δυναμικών «εξευγενισμού» πρέπει να αντανακλά τις τοπικές συνθήκες ώστε να αναδύεται η ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης και, σε τελική ανάλυση, να τεκμηριώνεται η αναφορά τους ως διαδικασιών «εξευγενισμού».
Στο κέντρο της Αθήνας παρεμφερείς χωρικές και κοινωνικές μεταβολές γίνονται αισθητές από τη δεκαετία του 1990, με αρχικό παράδειγμα «εξευγενισμού» κατοικίας στην Πλάκα, γειτονιά που βρίσκεται στους πρόποδες της Ακρόπολης. Μέσα από ισχυρές κρατικές παρεμβάσεις, ο αστικός ιστός της περιοχής κηρύσσεται διατηρητέος, κτήρια απαλλοτριώνονται από δημόσιες υπηρεσίες (κυρίως από το Υπουργείο Πολιτισμού και το Υπουργείο Χωροταξίας, Περιβάλλοντος και Δημοσίων Έργων [ΥΠΕΧΩΔΕ]) και θεσπίζονται συγκεριμένοι όροι δόμησης, κυκλοφορίας και λειτουργίας των εμπορικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων. Αποτέλεσμα αυτών των ρυθμίσεων υπήρξε ο εκτοπισμός των ασθενέστερων νοικοκυριών που κατοικούσαν στην περιοχή μέχρι τη δεκαετία του 1990, όπως και των χρήσεων γης που εξυπηρετούσαν αυτόν τον πληθυσμό και τις ιδιαίτερες (ροκ/πανκ) κουλτούρες της προηγούμενης περιόδου. Η εισροή του τουριστικού κεφαλαίου και της βιομηχανίας της διασκέδασης απευθύνονται, κυρίως, στους τουρίστες περιηγητές, όπως και στις ανώτερες κοινωνικές ομάδες που αγόρασαν και ανακαίνισαν σπίτια νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην περιοχή. Σε μεγάλο βαθμό, το οικιστικό απόθεμα της Πλάκας αποκαταστάθηκε και η περιοχή έχει γίνει σημείο ανάφοράς σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς που αναφέρονται στην Αθήνα.
Οι μετασχηματισμοί στις περιοχές Μεταξουργείο-Γκάζι
Οι χωρικοί και κοινωνικοί μετασχηματισμοί που εμφανίζονται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 στην περιοχή του Γκαζιού και του Μεταξουργείου αποτελούν νεότερες τάσεις της διαδικασίας του «εξευγενισμού» στο κέντρο της Αθήνας. Στο Γκάζι, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, εμφανίζονται θεατρικές σκηνές, οι οποίες προσεκλύουν σταδιακά κάποια μπαρ. Με την αποκατάσταση του εργοστασίου του Αεριόφωτος, τη μετατροπή του στον πολιτιστικό χώρο «Τεχνόπολη» και ιδιαίτερα μετά τη λειτουργία του σταθμού του μετρό Κεραμεικός, η βιομηχανία της διασκέδασης εισβάλλει επιθετικά στη γειτονιά και τη μετατρέπει σε ατέρμονο τόπο διασκέδασης. Οι μέχρι τότε εγκατεστημένες οικογένειες τσιγγάνων εκτοπίζονται βίαια από τα χαμηλά σπίτια με τις εσωτερικές αυλές και στη θέση τους εμφανίζονται μπαρ και νεοταβέρνες (Alexandri 2005, Τζιρτζιλάκη 2008). Η βιομηχανία της διασκέδασης στο Γκάζι συνοδεύεται από παραοικονομικές δραστηριότητες, όπως η στάθμευση αυτοκινήτων από κυκλώματα μπράβων (σε περίπτωση που κάποιος δεν δεχτεί την προσφορά της υπηρεσίας είναι πιθανό να βρει το αυτοκίνητό του με σημαντικές φθορές) αλλά και η εκβιαστική επέμβαση στη ρύθμιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων στη γειτονιά (σε περίπτωση που κάποιος δεν δεχτεί να αλλάξει η χρήση της ιδιοκτησίας του είναι πιθανό να βιώσει την εμπειρία του εμπρησμού, όπως έγινε σε παλιό φούρνο του οποίου ο ιδιοκτήτης αρνηθηκε να παραχωρήσει το χώρο ώστε να ανοίξει κάποιο νέο μπαρ).
Χάρτης 1: Οι γειτονιές της Αθήνας
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, εμφανίζονται νεόδμητες πολυτελείς κατασκευές που επαγγέλλονται τη νέα ζωή σε loft στο κέντρο της Αθήνας. Ως τάση, το loft-living ξεκίνησε από καλλιτέχνες στη Νέα Υόρκη, οι οποίοι νοίκιαζαν μεγάλους και ενιαίους χώρους παλιών εργοστασίων και τους χρησιμοποιούσαν ως τόπο εργασίας και κατοικίας. Ο τρόπος ζωής τους και οι διάφορες αυθόρμητες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και πάρτυ, ανέδειξαν στην αγορά ακινήτων μια νέα μορφή αρχιτεκτονικής προδιάθεσης (τα loft) ως νέα αγορά: τη διαμόρφωση κατοικιών με ενιαίους εσωτερικούς χώρους στα παλιά βιομηχανικά κελύφη. Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι τα νέα κτήρια στο Γκάζι δεν προέρχονται από μετατροπές παλιών εργοστασιακών χώρων, αλλά μιμούνται μορφές ακινήτων που αναδύθηκαν στη Νέα Υόρκη μέσα από το lifestyle καλλιτεχνών και ορισμένων ανώτερων και μεσαίων κοινωνικών ομάδων. Ωστόσο, στο Γκάζι οι υπεραξίες που διαμορφώθηκαν από τη γρήγορη ανάπτυξη της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας και οι αρνητικές επιπτώσεις αυτής της ανάπτυξης στην καθημερινότητα της γειτονιάς (ηχορύπανση από τα μπαρ, τα club και τις νεοταβέρνες, προβλήματα στάθμευσης και κυκλοφορίας, κλπ.) λειτούργησαν αρνητικά όσον αφορά την προσέλκυση νέων κατοίκων. Αυτό βέβαια δεν μειώνει τη βιαιότητα του εκτοπισμού που έχουν υποστεί οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, όπως οι τσιγγάνοι, ή τη βιαιότητα και τις απειλές που δέχονται οι παλιοί κάτοικοι από τους νέους «προστάτες» της περιοχής. Μέχρι σήμερα, στο Γκάζι είναι πιο δόκιμο να μιλάμε για «εξευγενισμό» μέσα από τις νέες εμπορικές χρήσεις γης, παρά μέσα από την κατοικία.
Καλύτερο παράδειγμα «εξευγενισμού» μέσα από την κατοικία αποτελεί η περιοχή του Μεταξουργείου, όπου η διαδικασία του «εξευγενισμού» αναφέρεται στις νέες χρήσεις γης, αλλά και στην κατοικία. Η διαδικασία χωρο-κοινωνικής αναδιάρθρωσης στην περιοχή του Μεταξουργείου ακολουθεί πιο αργούς ρυθμούς σε σχέση με την όμορή της γειτονιά του Γκαζιού. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, αρκετά νοικοκυριά ανώτερων κοινωνικών κατηγοριών, έχοντας ιδιαίτερη πληροφόρηση περί μελλοντικής αναβάθμισης της περιοχής, έσπευσαν να αγοράσουν και να ανακαινίσουν κατοικίες, προλαβαίνοντας να τοποθετηθούν στην αγορά πριν από τη διαμόρφωση σημαντικού χάσματος γαιοπροσόδου (Αλεξανδρή 2013). Την ίδια περίοδο, στην περιοχή άρχισαν να έλκονται θεατρικές σκηνές, οι οποίες στη συνέχεια αποτέλεσαν πόλο έλξης του καλλιτεχνικού κόσμου ως κάτοικων, αλλά και καταναλωτών στις νέες χρήσεις γης. Η μόδα της ρακής και του νεοκαφενείου εμφανίζεται έντονα από τα τέλη της δεκαετίας του 2000, ενώ ταυτόχρονα εστιατόρια που αναφέρονται σε πιο επιλεκτικές προτιμήσεις, όπως μοριακής ή έθνικ κουζίνας, ή winebar συμπληρώνουν το μοτίβο των νέων χρήσεων διασκέδασης που αναπτύσσεται στην περιοχή. Τους νέους κατοίκους, τόσο τους πιο εύπορους, όσο και τους πιο «εναλλακτικούς» με καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, έρχονται να εξυπηρετήσουν νέες χρήσεις γης όπως νέα μαγαζιά με είδη μόδας, με βιολογικά προϊόντα, με είδη για κατοικίδια ζώα και νέα κομμωτήρια.
Στην περιοχή του Μεταξουργείου αναπτύσσεται έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον και από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά ακινήτων. Η εταιρεία ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κατασκευάζει το 2007 ένα πολυτελές, περίκλειστο συγκρότημα κατοικιών, απέναντι από το παλιό εργοστάσιο του Μεταξουργείου, με εσωτερική πισίνα και αναβαθμισμένα συστήματα ασφαλείας. Πριν την κρίση στην αγορά ακινήτων, οι τιμές των διαμερισμάτων του συγκροτήματος διαμορφώνονται γύρω στις 4.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ μετά το 2008, σημειώνουν πτώση της τάξης του 30%, δίνοντας έτσι και μια καλή εικόνα του περιθωρίου κέρδους της επιχείρησης, η οποία προτιμά να έχει στην ιδιοκτησία της κενά διαμερίσματα (40%) παρά να τα διαθέτει σε χαμηλότερη τιμή. Η εταιρεία Oliaros, από την άλλη πλευρά, έχει στη διάθεσή της το 4% του οικιστικού αποθέματος της περιοχής, δηλαδή γύρω στα 65 ακίνητα, τα οποία διαθέτει για καλλιτεχνικές χρήσεις όπως τη διεξαγωγή κάθε δύο χρόνια της καλλιτεχνικής έκθεσης Remap. Τον καιρό της έκθεσης το ενδιαφερόμενο κοινό προσκαλείται να περιηγηθεί στους δρόμους και στα κτήρια της περιοχής. Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνονται συνθήκες ανα-χαρτογράφησης του Μεταξουργείου: οι εσωτερικές αυλές, η θέα στην πόλη ή την Ακρόπολη, τα ψηλοτάβανα δωμάτια, οι ξύλινες εσωτερικές σκάλες, τα μαρμάρινα πατώματα και τα γύψινα ανάγλυφα στους τοίχους και τα ταβάνια αποτελούν τις παράπλευρες εκθέσεις της Remap, οι οποίες προσκαλούν επίδοξους κατοίκους της μεσαίας τάξης. Ταυτόχρονα, ο βασικός επενδυτής της εταιρείας Oliaros, σε συνεργασία με τους πιο εύπορους νεοκατοίκους, έχει ιδρύσει την αστική μη-κερδοσκοπική εταιρεία «Πρότυπη Γειτονιά», η οποία μέσα από προτάσεις ανάπλασης της περιοχής, συνεργασίες με τον Δήμο Αθηναίων και διάφορα υπουργεία, καθώς και παρεμβάσεις στο δομημένο χώρο διεκδικεί χωρικά το Μεταξουργείο, προσπαθώντας να επιβάλλει συγκεκριμένα πολιτισμικά πρότυπα.
Απορροια των νέων κοινωνικών και χωρικών δυναμικών που αναπτύσσονται στην περιοχή του Μεταξουργείου είναι ο εκτοπισμός των τσιγγάνων, των μεταναστών με ή χωρίς χαρτιά, των ηλικιωμένων ζευγαριών, αλλά και των νέων κατοίκων που δεν έχουν οικονομική άνεση. Ουσιαστικά, όπως και στις άλλες περιπτώσεις «εξευγενισμού», όσοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην άνοδο του ενοικίου, ή δεν έχουν το απαραίτητο εισόδημα για την αγορά του ακινήτου, αναγκάζονται, με άμεσους ή έμμεσους τρόπους, να φύγουν. Συχνά, οι πιο ευάλωτες ομάδες, όπως οι μετανάστες και οι τσιγγάνοι, έρχονται αντιμέτωποι με βίαιες πρακτικές από την πλευρά των ιδιοκτητών, όπως η διακοπή του ρεύματος ή/και του νερού, ώστε να φύγουν από το ακίνητο, το οποίο προορίζεται για κάποιο νέο πιο εύπορο ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή. Με αυτόν τον τρόπο, οι ασθενέστες ομάδες μετατοπίζονται στις όμορες περιοχής της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Κολωνού, ή αυξάνουν τους καταλόγους των νεοαστέγων της Αθήνας. Ο εκτοπισμός που προκαλείται λόγω του «εξευγενισμού», αποτελεί επιπρόσθετο πρόβλημα στην πόλη και θέτει ζητήματα χωρικής και κοινωνικής αδικίας.
Εξάρχεια και Πετράλωνα: Διαδικασίες «εξευγενισμού»;
Αντίστοιχες χωροκοινωνικές δυναμικές διαμορφώνονται και στην περιοχή των Πετραλώνων. Η παλιά λαϊκή συνοικία μετατρέπεται σε χώρο διασκέδασης για τους χίπστερ της πόλης, τα ενοίκια παραμένουν αρκετά υψηλά, τα ασθενέστερα νοικοκυριά εκτοπίζονται και αντικαθίστανται από πιο εύπορα νοικοκυριά. Όμως, η ιστορία «εξευγενισμού» των Πετραλώνων έχει να δείξει και κάτι διαφορετικό. Οι παλιοί και νεοεισερχόμενοι πιο πολιτικοποιημένοι κάτοικοι, εναντιώνονται στον τρόπο με τον οποίο εμπορευματοποιείται ο χώρος, ιδιαίτερα από τις νέες χρήσεις της –νυχτερινής– διασκέδασης και από τις πρακτικές που αναπτύσσουν οι επιχειρηματίες της νύχτας. Σε απάντηση του εμπρησμού σπιτιών δύο μελών της συνέλευσης κατοίκων των Πετραλώνων και των απειλών περί διακοπής της λειτουργίας της συνέλευσης, οι κάτοικοι της περιοχής οργάνωσαν τοπικό κίνημα υπεράσπισης του λαϊκού χαρακτήρα της περιοχής, που αντιστέκεται ουσιαστικά στις τάσεις «εξευγενισμού» μέσα απο τις νέες χρήσεις γης και τους νέους χρήστες. Μέχρι σήμερα, το παράδειγμα των Πετραλώνων αποτελεί τη μοναδική περίπτωση γειτονιάς σε διαδικασία «εξευγενισμού» στην οποία διαμορφώνεται κίνημα εναντίον του gentrification, διεκδικώντας το δικαίωμα των κατοίκων, παλιών και νέων, στους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους της περιοχής.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί νέοι κάτοικοι των Πετραλώνων είναι παλιοί κάτοικοι των Εξαρχείων, μιας περιοχής στο κέντρο της Αθήνας, μακριά από το νοτιοδυτικό σύνορο του άξονα της Πειραιώς, που χαρακτηρίζεται συχνά από τα μέσα ενημέρωσης ως «άντρο αναρχικών» ή «άβατο». Η καθημερινότητα στην περιοχή διαψεύδει απολύτως αυτούς τους χαρακτηρισμούς, καθώς πρόκειται για μια περιοχή ιδιαίτερα αγαπητή σε ανθρώπους της τέχνης, του πνεύματος και της πολιτικής αμφισβήτησης, ήδη από τις προπολεμικές δεκαετίες και λόγω της εγγύτητάς της με πανεπιστημιακούς χώρους, ιδιαίτερα πριν πολλοί μεταφερθούν εκτός κέντρου. Οι χωρο-κοινωνικές δυναμικές που αναπτύσσονται στην περιοχή δύσκολα παραπέμπουν στη θεωρία του «εξευγενισμού», καθώς δεν ήταν ποτέ αμιγώς, ούτε κυρίως, περιοχή κατοικίας εργατικών τάξεων, αλλά χαρακτηρίζεται από το σχήμα του κάθετου κοινωνικού διαχωρισμού (Maloutas & Karadimitriou 2001). Η θεωρία του χάσματος γαιοπροσόδου, ακόμα και σήμερα, δεν μπορεί να υποστηριχτεί: τα ενοίκια και οι τιμές των ακινήτων παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά και μέσα στην κρίση λόγω της ιστορίας και της –πολιτικής και πνευματικής– φήμης της περιοχής. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα σε δρόμους κοντά στην πλατεία Εξαρχείων, αναπτύσσονται τάσεις υποβάθμισης που αναγκάζουν πολλά νοικοκυριά να φύγουν από την περιοχή.
Σήμερα, οι κάτοικοι των Εξαρχείων, διατηρώντας ιδιαίτερες πολιτικές και πολιτισμικές ανησυχίες, διακρίνονται από ιδιαίτερη ευαισθησία σε ζητήματα ποιότητας ζωής στη γειτονιά, καθώς ο Δήμος Αθηναίων ξεχνάει να ανανεώσει το φωτισμό ή να καθαρίσει τους δημόσιους χώρους της περιοχής, ενώ οι αστυνομικές δυνάμεις έχουν μετρατρέψει σημεία των Εξαρχειωνσε σε μόνιμο τόπο επιτήρησης, παρέχοντας «ασφάλεια» μέσα από συλλήψεις και συχνές ρίψεις χημικών στην κεντρική πλατεία της γειτονιάς. Ταυτόχρονα, ιδιαίτερα με το ξέσπασμα της κρίσης, στα Εξάρχεια αναπτύσσονται μαφίες που εμπλέκονται στη διακίνηση ναρκωτικών, παράνομων προϊόντων, την εκμετάλλευση μεταναστών, όπως και την παροχή «προστασίας»σε μαγαζιά υγειονομικού ενδιαφέροντος. Μέσα από αυτές τις παραβατικές πρακτικές αναπτύσσονται δυναμικές κοινωνικού κανιβαλισμού. Όπως διατείνονται πολλοί κάτοικοι, η κοινωνία στρέφεται εναντίον των αδύναμων κρίκων, αντί να στραφεί ενάντια στις αιτίες που παράγουν και αναπαράγουν πρακτικές μίσους. Οι διάφορες συλλογικότητες, θέτουν καίρια ζητήματα διεκδίκησης και διαμόρφωσης των δημοσίων χώρων της περιοχής που πλήττονται από παραβατικές συμπεριφορές, και προβαίνουν σε πρακτικές αλληλοβοήθειας, διαμορφώνοντας πλέγματα αλληλεγγύης απέναντι στην κρίση. Η επιτυχημένη λειτουργία της τράπεζας χρόνου, της αγοράς χωρίς μεσάζοντες, των επιτροπών αλληλεγγύης και των αυτοδιαμορφωμένων χώρων, οι συλλογικές κουζίνες, τα παζάρια και η χορωδία των Εξαρχείων θέτουν την περιοχή σε διαρκή κίνηση. Οι κάτοικοι καταφέρνουν, μέσα από συλλογικές πρακτικές, να διαρρηγνύουν το φόβο που επιβάλλεται μέσα από την παγίωση συνθηκών λιτότητας που έχουν επιφέρει τα διαδοχικά Μνημόνια και η συνολικότερη επέλαση νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Αναφορά λήμματος
Αλεξανδρή, Γ. (2015) «Εξευγενισμός» (gentrification) στις γειτονιές του αθηναϊκού κέντρου, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/εξευγενισμός-gentrification/ , DOI: 10.17902/20971.51
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Αλεξανδρή Γ (2013) Χωρικές και κοινωνικές μεταβολές στην Αθήνα: η περίπτωση του Μεταξουργείου. Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
- Τζιρτζιλάκη Ε (2008) Eκ-τοπισμένοι, αστικοί νομάδες στις μητροπόλεις. Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος.
- Alexandri G (2005) The gas district gentrification story. DISS, Cardiff University. Available from: http://s3.amazonaws.com/academia.edu.documents/1512448/dissertation__2_.pdf?AWSAccessKeyId=AKIAJ56TQJRTWSMTNPEA&Expires=1469481787&Signature=BV8RPBknMo5%2FV%2BpUkK3mR6l8vmA%3D&response-content-disposition=inline%3B filename%3DThe_Gas_District_Gentrificati.
- Beauregard RA (1986) The chaos and complexity of gentrification. Gentrification of the City, London, Sydney: Allen and Unwin.
- Ley D (1996) The new middle class and the remaking of the central city. Annals of the Association of American Geographers, Oxford, New York: Oxford University Press 90(5).
- Maloutas T (2012) Contextual diversity in gentrification research. Critical Sociology, Sage Publications 38(1): 33–48.
- Smith N (1996) The new urban frontier: Gentrification and the revanchist city. London, New York: Routledge.
- Smith N and Williams P (1986) Gentrification of the City. 1st ed. London, New York: Routledge.