Η ατελής μεταρρύθμιση: Ρύθμιση του χώρου στην Αθήνα της Μεταπολίτευσης 1978-1985
2022 | Σεπ
Η ατελής μεταρρύθμιση: Ρύθμιση του χώρου στην Αθήνα της Μεταπολίτευσης 1978-1985
Το κείμενο εξετάζει τις προσπάθειες ρύθμισης του χώρου στην Αθήνα τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, εστιάζοντας στις χωρικές πολιτικές την περίοδο 1978-1985. Η έρευνα επικεντρώνεται σε θέματα πολιτικών και διακυβέρνησης υπό ένα τριπλό πρίσμα: Μελετά αρχικά το «δομικό πλαίσιο» (structural context) δηλαδή τους ευρύτερους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν τα συστήματα διακυβέρνησης. Κατά δεύτερον, το πολιτιστικό πλαίσιο (cultural context), δηλαδή τις «εθνικές» ιδιαιτερότητες και θεσμικές παραδόσεις που εμπεριέχονται στα συστήματα διακυβέρνησης και τα διαμορφώνουν. Τέλος, εξετάζει το ρόλο της πολιτικής (political actors), των πολιτικών κομμάτων, των τοπικών ομάδων πίεσης και κινημάτων [1]. Στην ανάλυση που ακολουθεί, υποστηρίζουμε ότι η σχέση και η αλληλεπίδραση ανάμεσα στους τρεις παραπάνω τομείς διαμορφώνουν όλο το πλαίσιο της διακυβέρνησης και κατ’ επέκταση τις χωρικές πολιτικές στην Αθήνα.
Τα ερωτήματα που τίθενται είναι τα ακόλουθα: Ποιοι ήταν οι παράγοντες που καθόρισαν τις «επιτυχίες και τις αποτυχίες» των χωρικών πολιτικών στην Αθήνα; Πώς αυτοί σχετίζονται με το γενικότερο σύστημα διακυβέρνησης της πόλης; Ποιος ο ρόλος των πολιτικών υποκειμένων; Και πώς επηρεάζουν τις αστικές πολιτικές;
Η κληρονομιά της Χούντας και το «Πρόβλημα» Αθήνα
Η Αθήνα θα μπει στη δεκαετία του 1970 κουβαλώντας όλη την κληρονομιά του μοντέλου της μεταπολεμικής αστικοποίησης, η οποία θα ολοκληρωθεί την περίοδο της επταετίας. Ουσιαστικά, η Χούντα θα συνεχίσει και θα ενισχύσει την ίδια πολιτική μεγέθυνσης και ενίσχυσης της οικοδομικής δραστηριότητας (Πρεβελάκης, 2001; Παπαγιάννης, 2019; Οικονόμου, 2002; Φιλιππίδης, 1990) [2]. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 το λεκανοπέδιο της Αθήνας θα έχει σχεδόν πλήρως αστικοποιηθεί, με μια ιδιαίτερη πύκνωση της δόμησης στο κέντρο της πόλης (Αβδελίδη, 2010). Η διόγκωση των κεντρικών περιοχών σταδιακά οδηγεί στον κορεσμό και την περιβαλλοντική υποβάθμιση. Παράλληλα, γενικεύεται η χρήση του ΙΧ, δημιουργώντας έντονα προβλήματα συμφόρησης και ενισχύοντας την ατμοσφαιρική ρύπανση (Ρωμανός, 2004; Πρεβελάκης, 2001). Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η Αθήνα αρχίζει να χάνει την ελκυστικότητά της και έτσι ξεκινάει η πρώτη «έξοδος» προς τα προάστια της πόλης και τις, μέχρι τότε, περιοχές παραθερισμού. Οι τάσεις αυτές θα υποστηριχθούν και από το θεσμικό πλαίσιο την περίοδο της Χούντας. Με τον Αναγκαστικό Νόμο 395/68 θα αυξηθούν οι συντελεστές κατά 30%, γεγονός που θα δώσει το πράσινο φως, όπως αναφέρει ο Γιώργος Σαρηγιάννης, για την αστικοποίηση των προαστίων και των παράκτιων περιοχών της Αττικής, μετά και από πιέσεις κύκλων εργολάβων και ιδιοκτητών γης (Σαρηγιάννης, 2000) [3]. Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974, τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί με το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης στην Αθήνα και στις άλλες ελληνικές πόλεις ήταν πλέον ευδιάκριτα. Η ατμοσφαιρική ρύπανση, το κυκλοφοριακό και γενικότερα το πολεοδομικό ζήτημα αρχίζει να παίρνει κεντρική θέση στο δημόσιο διάλογο (Πρεβελάκης, 1984) [4], ενώ μια σειρά φυσικών καταστροφών, όπως οι πλημμύρες του 1977, θα εντείνουν τις πολιτικές πιέσεις για λήψη μέτρων [5]. Ήταν βέβαια αμφίβολο για πολλούς εκείνη την περίοδο, αν η Νέα Δημοκρατία ήταν διατεθειμένη να αναλάβει το πολιτικό κόστος τέτοιων πρωτοβουλιών (Παπαγιάννης, 2019.04.08; ΑΝΤΙ, 1980). Κατά την περίοδο 1978-1980, ο Στέφανος Μάνος διαδέχεται τον Κυπριανό Μπίρη στη θέση του Υφυπουργού Δημοσίων Έργων. Τη δεκαετία του 1980, επί διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ο Αντώνης Τρίτσης διετέλεσε Υπουργός Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΧΟΠ).
Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες σε επίπεδο πολιτικής γης που έγιναν στις δύο αυτές, διαφορετικές όσο αφορά στη διακυβέρνηση της χώρας περιόδους, του Στέφανου Μάνου και του Αντώνη Τρίτση αντίστοιχα, είναι εξίσου σημαντικές. Η μελέτη των μεταρρυθμίσεων που εισήγαγε κάθε υφυπουργός, καθώς και των αιτιών που οδήγησαν στην αποτυχία τους, θα μας οδηγήσουν σε σημαντικά συμπεράσματα όσο αφορά στο σύστημα διακυβέρνησης, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι αστικές πολιτικές στην Αθήνα (Πούλιος, 2021).
Εικόνα 1: Το εξώφυλλο του περιοδικού ΑΝΤΙ, τεύχος 156 (1980) με αφιέρωμα στο «Πρόβλημα Αθήνα»
Προσπάθειες ρύθμισης του χώρου στην Αθήνα (1978-1980)
Όταν ανέλαβε υφυπουργός ο Στέφανος Μάνος, τον Ιανουάριο του 1977, οι πολιτικές για την ρύθμιση του χώρου στην Αθήνα διαμορφώνονταν κυρίως σε κεντρικό επίπεδο, μέσω του Υπουργείου Δημοσίων Έργων. Το συγκεντρωτικό αυτό σύστημα είχε θεσμοθετηθεί και από το Σύνταγμα του 1974 όπου δίνονταν αρμοδιότητες σε θέματα πολεοδομικού και χωρικού σχεδιασμού στην κεντρική κυβέρνηση. Η δουλειά του Υπουργείου μέχρι και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο Πρεβελάκης (2001:53), ήταν «σχεδόν απόλυτα αποσχυσχετισμένη από την πρακτική» που ρυθμιζόταν από τις δυνάμεις της αγοράς και τα οποιαδήποτε μικρά και μεγάλα συμφέροντα (Σαρηγιάννης, 2000; Φιλιππίδης, 1990; Βοϊβόνδα κ.α., 1977). Όπως ο ίδιος ο Μάνος σχολιάζει, η δουλειά του υφυπουργού ήταν να «μετακινεί δρόμους» και να τροποποιεί το ρυμοτομικό σχέδιο (Μάνος 2018.03.10).
Η πολιτική που ακολούθησε, επικουρούμενος από μια ομάδα νέων συμβούλων που είχαν επιστρέψει από το εξωτερικό, είχε έντονα τα στοιχεία του νεωτερισμού και του εκσυγχρονισμού [6]: Ολοκλήρωσε το Ρυθμιστικό της Αθήνας, που ήταν σε εκκρεμότητα από το 1972. Περιέλαβε Σχέδια Δράσης που στόχευαν στην αναβάθμιση επιμέρους περιοχών. Τέλος, και ίσως το πιο σημαντικό, νομοθέτησε μια νέα πολιτική γης που θα περιόριζε την κερδοσκοπία και θα προστάτευε την αρχιτεκτονική κληρονομιά, θέτοντας ταυτόχρονα νέους όρους για τον σχεδιασμό (Ρωμανός, 2004; Πρεβελάκης, 2001; 1984; Μάνος 2018.03.10).
Το Ρυθμιστικό της Αθήνας θα συνταχτεί από το Υπουργείο ΧΟΠ κατά την περίοδο που εξετάζουμε. Το Σχέδιο-Πλαίσιο «Πρωτεύουσα 2000» ήταν ένα σχέδιο κατευθύνσεων, στα πλαίσια της εθνικής χωροταξικής πολιτικής, η οποία είχε ως βασικό της στόχο την αποσυμφόρηση της Αθήνας και δευτερευόντως της Θεσσαλονίκης, όπως είχε διατυπωθεί από το Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος το 1979 (Ρωμανός 2004). Πέρα από αυτή τη βασική αρχή, το Σχέδιο «Πρωτεύουσα 2000», σύμφωνα με τον Πρεβελάκη (2001), δεν παρουσίαζε κάποιον ιδιαίτερο βαθμό πρωτοτυπίας. Έθετε όμως κάποιες σημαντικές κατευθύνσεις σε θέματα συγκοινωνιακών υποδομών όπως το Μετρό, νέους συγκοινωνιακούς άξονες και το αεροδρόμιο στα Σπάτα.
Χάρτης 1: Τα εννιά διαμερίσματα του Σχεδίου «Πρωτεύουσα 2000» όπου διακρίνονται οι πληθυσμιακές πυκνώσεις. Το Ρυθμιστικό του Μάνου στηριζόταν στην ανάπτυξη της Αθήνας πάνω σε εννιά διοικητικές-γεωγραφικές ενότητες όπου θα αποτελούσαν και τα κέντρα ένταξης νέων δραστηριοτήτων και χρήσεων
Πηγή: Πρεβελάκης, 2001
Τα Σχέδια Δράσης για την αναβάθμιση επιμέρους περιοχών αποτελούσαν παρεμβάσεις αστικών αναπλάσεων που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται εκείνη την περίοδο, όπως για παράδειγμα πεζοδρομήσεις. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η πεζοδρόμηση της Βουκουρεστίου, και κυρίως η συνολική ανάπλαση της Πλάκας, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί το 1986.
Οι πιο σημαντικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο αστικών πολιτικών πάρθηκαν στον τομέα της μεταρρύθμισης του χωρικού σχεδιασμού, γεγονός που είχε άμεσες επιπτώσεις στην Αθήνα. Συγκεκριμένα, το 1979 υλοποιείται η απόφαση για μείωση των συντελεστών δόμησης, σε μερικές περιπτώσεις της τάξης του 30% (Μάνος 2018.03.10), και υιοθετείται η υποχρέωση δημιουργίας χώρων στάθμευσης στα υπόγεια των πολυκατοικιών (Πρεβελάκης, 1984). Βέβαια ο πιο καθοριστικός νόμος της περιόδου ήταν ο ν.947/79 «Περί οικιστικών περιοχών». Ο νόμος προσπαθούσε να ρυθμίσει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του ελληνικού συστήματος χωρικού σχεδιασμού: τον τρόπο με τον οποίο οικιστικές περιοχές εντάσσονταν στο σχέδιο πόλης. Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου η διαδικασία αυτή γινόταν με ένα μεγάλο βαθμό αυθαιρεσίας και υπό τις πιέσεις διάφορων συμφερόντων, ο νόμος περιγράφει ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο. Σύμφωνα με το νόμο, θα έπρεπε να υπάρχει συγκεκριμένη μελέτη που να δικαιολογεί την επέκταση, ενώ οι ανάγκες σε υποδομές θα καλύπτονταν από την εισφορά σε γη και σε χρήμα των ίδιων των ιδιοκτητών. Οι αντιδράσεις για το νόμο ήταν ραγδαίες, από διάφορα δίκτυα ιδιοκτητών, κατασκευαστών κ.α., με αποτέλεσμα ο ίδιος ο Στέφανος Μάνος να αναγκαστεί σε παραίτηση και η εφαρμογή του νόμου να παγώσει από την κυβέρνηση και τον νέο Υπουργό ΧΟΠ. Ενώ η επόμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ άρχισε να επεξεργάζεται ένα νέο Ρυθμιστικό.
Εικόνα 2: Εξώφυλλο του περιοδικού «Επίκαιρα» αφιερωμένο στο Χωροταξικό του Στέφανου Μάνου. Η αντιμετώπιση του νεαρού τότε πολιτικού σαν «ανώριμου» που «στοχεύει τις ιδιοκτησίες του κόσμου» θα αποτελέσει ένα παράδειγμα αντιπολιτευτικού λόγου γύρω από τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις
Πηγή: Πρεβελάκης, 2001
Αστικές πολιτικές την περίοδο της πρώτης διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (1981-1985)
Το ΠΑΣΟΚ θα έρθει στην εξουσία τον Οκτώβριο του 1981, ενισχύοντας τις δημοκρατικές τομές που λάμβαναν ήδη χώρα και την πολιτική ενίσχυσης των εισοδημάτων, στηριζόμενο σε μια σοσιαλιστικού τύπου στρατηγική και ένα εναλλακτικό οικονομικό σχέδιο σε σχέση με αυτό της Νέας Δημοκρατίας (Καζάκος, 2007; Close, 2006).
Κεντρικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής ήταν η ενίσχυση της επαρχίας μέσω πολιτικών αποκέντρωσης και η αποσυμφόρηση της Αθήνας (Souliotis 2013). Η πολιτική αυτή, που τη βλέπουμε να είναι κυρίαρχη ήδη από την περίοδο του Μάνου, συνδέεται με μια «διάχυτη εχθρότητα σε σχέση με την Αθήνα» (Πυργιώτης, 2019.07.24). Την άποψη αυτή την υιοθετούσαν σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων πολεοδόμων εκείνη την περίοδο (Πρεβελάκης, 2001) και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στα κόμματα της Αριστεράς. Ιδιαίτερα για την Αριστερά (ΠΑΣΟΚ και τα δύο κομμουνιστικά κόμματα) το φαινόμενο της «αστυφιλίας» – της μεγέθυνσης της Αθήνας – συνδεόταν πάντα με τις πολιτικές ελέγχου του μετεμφυλιακού κράτους και της δεξιάς στην Ελλάδα, καθώς και με τη διαμόρφωση των ιδιαίτερων οικονομικών συμφερόντων γύρω από την κτηματαγορά (Σαρηγιάννης, 2000; Βαϊου και Χατζημιχάλης, 2012).
Έτσι, το ΠΑΣΟΚ θα υιοθετήσει μια σειρά πολιτικών και μια σειρά κατευθύνσεων που στόχο έχουν την καταπολέμηση του «υδροκεφαλισμού» της πρωτεύουσας. Αυτό σήμαινε λιγότερες υποδομές για την πόλη και περιορισμός των οικονομικών δραστηριοτήτων. Έτσι με τον ν. 2601/1984 θα απαγορευτεί η χωροθέτηση βιομηχανιών εντός της Αττικής (Coccossis et al., 2003). Ενώ το νέο Ρυθμιστικό δε θα συμπεριλάβει μεγάλες υποδομές όπως το αεροδρόμιο των Σπάτων και το Μετρό (Hastaoglou et al. 1987; Souliotis et al., 2014). Γενικότερα, θα ακολουθήσει μια λογική συγκράτησης της ανάπτυξης της πόλης (Ρωμανός, 2004). Οι συγκεκριμένες απόψεις αποτελούσαν και θέσεις του Αντώνη Τρίτση, πολεοδόμου, βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και κεντρικής προσωπικότητας που καθόρισε τη χάραξη χωρικών πολιτικών κατά την διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου. Η περίοδος του Τρίτση θα χαρακτηριστεί από τη γενίκευση των μεταρρυθμίσεων και την προσπάθεια ρύθμισης του χώρου σε όλη την επικράτεια. Οι σημαντικότερες τομές της περιόδου ήταν η ψήφιση του νέου οικιστικού νόμου ν. 1337/1983, το Ρυθμιστικό της Αθήνας 1515/85 και η ίδρυση του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ).
Εικόνα 3: Φυλλάδιο του ΥΧΟΠ για το Ρυθμιστικό του 1983
Πηγή: Γραφείο Παπαγιάννη
Βασική διαφορά του οικιστικού νόμου του 1983 σε σχέση με αυτόν του Μάνου (947/79) είναι η εισαγωγή κοινωνικών κριτηρίων στον τρόπο απόδοσης της εισφοράς γης, γεγονός που ευνοούσε τις μικρότερες ιδιοκτησίες. Κύριο όμως στοιχείο και αντικείμενο του νόμου είναι η Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης (ΕΠΑ), σύμφωνα με την οποία θα πραγματοποιούνταν 428 Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΓΠΣ) σε οικισμούς σε όλη τη χώρα. Παράλληλα ο νόμος περιλαμβάνει διατάξεις που στοχεύουν στην ανάσχεση και ρύθμιση της αυθαίρετης δόμησης [7]. Το φιλόδοξο αυτό σχέδιο, αν και έτυχε αποδοχής την εποχή εκείνη (Ζέικου, 2015.12.19; Ρωμανός, 2018.1.19), βρήκε σημαντικά εμπόδια στην εφαρμογή του. Αρχικά λόγω των ανεπαρκειών του ίδιου του συστήματος χωρικού σχεδιασμού που δε μπόρεσε γρήγορα να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες που προέκυψαν (Πυργιώτης, 2019.7.24; Ζέικου, 2015.12.19) λόγω της έλλειψης τεχνογνωσίας, της άγνοιας της υφιστάμενης κατάστασης στις περιοχές που αντιμετώπιζαν τα περισσότερα προβλήματα κ.α. Κυρίως όμως, τα εμπόδια ήταν πολιτικά και προέκυψαν από τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών και ιδιοκτητών γης πάνω σε θέματα σχεδιασμού και εισφορών (Παπαγιάννης, 2019.4.8). Οι αντιδράσεις ήταν τόσο σφοδρές, ώστε στον ανασχηματισμό του 1984 ο Τρίτσης απομακρύνθηκε από τη θέση του Υπουργού.
Χάρτης 2: Το Ρυθμιστικό του 1985 μετά τις τροποποιήσεις του ν.2730/1999. Σε αντίθεση με το Σχέδιο «Πρωτεύουσα 2000» η ανάπτυξη της Μητροπολιτικής Περιοχής δεν περιορίζεται στις εννιά διοικητικές ενότητες αλλά σε μια πληθώρα μικρών και μεγαλύτερων κεντρικοτήτων που συγκροτούν ένα δίκτυο
Πηγή: ΕΜΠ
Ωστόσο, η αλλαγή ηγεσίας στο Υπουργείο δεν εμπόδισε την θεσμοθέτηση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας το 1985. Η ψήφιση του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΡΣΑ) το 1985 και η συγκρότηση του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ) με τον ν.1515/1985 ήταν αδιαμφισβήτητα μια σημαντική θεσμική στιγμή για την πόλη, καθώς κατοχύρωνε για πρώτη φορά ένα πλαίσιο για τη μελλοντική της ανάπτυξη (Pagonis, 2013; Οικονόμου, 2000; Τριάντης, 2017). Όμως, όπως αποδείχθηκε στην πράξη, τα προβλήματα στην εφαρμογή του ΡΣΑ και της λειτουργίας του ΟΡΣΑ ήταν πολλά (Ψυχογιός, 2019.3.7; Ζέικου, 2015.12.19; Οικονόμου, 2000; Ρωμανός, 2004), σε τέτοιο βαθμό που ο Αριστείδης Ρωμανός θα υποστηρίξει ότι είναι αμφίβολο «αν υπάρχει άλλος νόμος που ακυρώθηκε σε τέτοιο βαθμό, τόσο από τα πράγματα όσο και από τη διοικητική αδυναμία να δράσει» (Ρωμανός, 2004: 154). Τα βασικά ζητήματα μπορούν να συμπυκνωθούν στα ακόλουθα:
- Υπήρχε απουσία σύνδεσης με το επίπεδο του οικονομικού προγραμματισμού, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα την αδυναμία εύρεσης πόρων για την υλοποίηση του σχεδιασμού (Οικονόμου, 2000; Ρωμανός, 2004) [8]. Επίσης, υπήρχε αδυναμία επιτέλεσης ενός συντονιστικού ρόλου, κυρίως από τον ΟΡΣΑ (Οικονόμου, 2000; Ζέικου, 2015.12.19). Αυτό σχετίζεται με την ίδια τη διάρθρωση του Δημοσίου, τις αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων, αλλά και το υπουργο-κεντρικό σύστημα που οδηγούσαν σε πολιτικές εξαρτήσεις και περιορισμό της αυτονομίας των οργανισμών όπως ο ΟΡΣΑ και αργότερα ο ΟΡΘΕ (Ζέικου, 2015.12.19).
- Τέλος, η δεσμευτικότητα όσον αφορά την εφαρμογή του ΡΣΑ και η σχέση του με τον υποκείμενο σχεδιασμό, αποτέλεσμα της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), θα δημιουργήσει επίσης σημαντικά προβλήματα (Οικονόμου 2000)
Σε πολύ σύντομο διάστημα το σχέδιο θα αρχίσει να αναιρείται και να τροποποιείται.
Συμπεράσματα-Σχολιασμός των μεταρρυθμίσεων της περιόδου 1974-1985
Η απομάκρυνση του Τρίτση το 1984, καθώς και η παραίτηση του Μάνου το 1980, είναι ενδείξεις της γενικότερης αποτυχίας εφαρμογής οποιασδήποτε μεταρρυθμιστικής προσπάθειας σε επίπεδο πολιτικής γης, αναγκαία προϋπόθεση για τη χάραξη πολιτικής στην Αθήνα, όσο και σε όλη τη χώρα. Η αδυναμία εφαρμογής των εγκεκριμένων σχεδίων και νόμων το επόμενο διάστημα συνηγορεί σε αυτή την κατεύθυνση.
Αρχικά, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι μια σειρά εξωγενών παραγόντων, όπως η οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1970 και οι προσπάθειες ενοποίησης με την υπόλοιπη Ευρώπη, αποτέλεσαν τη βάση και τους μηχανισμούς πίεσης για τη μεταφορά πολιτικών και ιδεών σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Όμως, η εφαρμογή των πολιτικών αυτών επηρεάστηκε από τις τοπικές συνθήκες και ιδιαιτερότητες. Αυτή η «Αθηναϊκή εξαίρεση» (Παγώνης, 2005; Πούλιος, 2021), δημιουργήθηκε ακριβώς από τον συνδυασμό των τοπικών παραγόντων και υποκειμένων (local actors) και των συνθήκων (τοπικών και διεθνών) κάτω από τις οποίες αυτά έδρασαν. Ιδιαίτερα για την Αθήνα, υποστηρίζουμε ότι ο ρόλος των τοπικών δρώντων υποκειμένων ήταν κομβικός στη χάραξη πολιτικών και στον τρόπο λήψης αποφάσεων (agency centered). Αυτό αποτελεί μια παρενέργεια του συγκεντρωτισμού, που τη βλέπουμε και σε άλλες περιπτώσεις χωρών (Andreotti et al. 2001), όπου οι προσπάθειες συνολικού ελέγχου οδηγούν τόσο στην ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων και τη διαπλοκή με τον ιδιωτικό τομέα, όσο και στη συγκρότηση αντίστοιχα ισχυρών δικτυώσεων και τοπικιστικών τάσεων.
Ποια όμως ήταν αυτά τα τοπικά δίκτυα και υποκείμενα (actors); Διακρίνουμε δύο βασικά επίπεδα:
Σε πρώτο επίπεδο θα πρέπει να αναφέρουμε τους μηχανισμούς και τα δίκτυα της κεντρικής κυβέρνησης, τα αρμόδια υπουργεία και κυρίως το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ. Όλο το σύστημα αποφάσεων καθοριζόταν από τον εκάστοτε Υπουργό και το υπουργικό γραφείο, δηλαδή τις ομάδες συμβούλων που συγκροτούνταν γύρω από τον Υπουργό (Ζέικου, 2015.12.19; Παπαγιάννης, 2019.8.4; Κλουτσινιώτη, 2016.8.1; Ψυχογιός, 2019.3.7; Πυργιώτης, 2019.7.24; Ρωμανός, 2018.1.19 ) [9].
Σε δεύτερο επίπεδο έχουμε ένα μεγάλο αριθμό ετερόκλητων ομάδων συμφερόντων: σωματεία, επαγγελματικές και επιχειρηματικές οργανώσεις, επιστημονικοί φορείς, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και κυρίως ιδιωτικές επιχειρήσεις και όμιλοι, οι οποίες λειτουργούσαν ως ομάδες πίεσης και δραστηριοποιούνταν σε εθνικό επίπεδο (ΤΕΕ, ΣΕΒ, ΣΕΤΕ κ.α.) αλλά ήταν κυρίαρχοι και σε τοπικό επίπεδο.
Ανάλογα με την περίπτωση, τα δίκτυα αυτά λειτουργούσαν και ως σύμμαχοι σε πολιτικά κόμματα, και βέβαια εξελίσσονταν βάσει των ευρύτερων οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Επί της ουσίας, μέσω της τοπικής κλίμακας, αναδιαρθρώθηκε το δίκτυο των πελατειακών σχέσεων των κομμάτων στη Μεταπολίτευση (Chorianopoulos, 2012; Lyberaki and Tsakalotos, 2002) [10]. Αυτό ήταν καθοριστικό, καθώς η δυνατότητα πρόσβασης των συγκεκριμένων δικτύων στην κεντρική εξουσία, είτε προωθώντας είτε υπονομεύοντας πολιτικές, ήταν κομβική για την υλοποίηση των τελευταίων. Έτσι, όλη η περίοδος 1974-1985 καθορίζεται από τις εξαρτήσεις και τις συγκρούσεις ανάμεσα στα παραπάνω επίπεδα. Είναι μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, όπου διαμορφώνεται και η εκάστοτε πολιτική.
H εξέλιξη των πολιτικών συνδέθηκε με την αδυναμία ελέγχου των οργανωμένων συμφερόντων και πελατειακών δικτύων που δραστηριοποιούνταν κυρίως γύρω από την κτηματαγορά, τόσο από την Νέα Δημοκρατία όσο και από το ΠΑΣΟΚ (Παπαγιάννης, 2019.8.4; Πρεβελάκης, 1984). Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι για το συγκεκριμένο σύστημα, ο χρόνος και ο τρόπος ένταξης των ιδιοκτησιών στο Σχέδιο Πόλης ήταν καθοριστικής σημασίας, γι’ αυτό το λόγο οι σχετικοί νόμοι, τόσο ο ν. 947/79 όσο και ο ν. 1337/83, ήταν στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Η ανθεκτικότητα των μηχανισμών αυτών φάνηκε μέσα από τις αντιδράσεις την περίοδο του Μάνου, αλλά και του Τρίτση [11]. Οι αντιδράσεις αναδεικνύουν τόσο την απροθυμία μεγάλων τμημάτων του κοινωνικού συνόλου να αποδεχτούν αλλαγές που θα κλόνιζαν τις μέχρι τότε καθιερωμένες πρακτικές που συνδέονται με την μικρο-ιδιοκτησία και τα διαφορετικά συμφέροντα γύρω από την ακίνητη περιουσία [12], όσο και την αδυναμία εκσυγχρονισμού του κλάδου των κατασκευών. Επίσης οι αντιδράσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν ως τα πρώτα στάδια της «μεταπολιτευτικής» συναίνεσης από τη μεριά των κομμάτων εξουσίας (Γιαννακούρου και Καυκαλάς, 2014; Γιαννακούρου, 2019.6.25; Λυγερός, 2011).
Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη και μια σειρά άλλων παραγόντων που σχετίζονται με το γενικότερο σύστημα διακυβέρνησης της Αθήνας. Ο πρώτος ήταν ότι υπήρχε αδυναμία κατανόησης από τους ειδικούς της εποχής των πραγματικών τάσεων εξέλιξης της Αθήνας και γενικότερα της πορείας του μεταπολεμικού μοντέλου αστικοποίησης (Πρεβελάκης, 2001; Hastaoglou et al., 1987). Οι εκτιμήσεις για την αύξηση του πληθυσμού στην πρωτεύουσα ήταν λανθασμένες καθώς υπήρξε τη δεκαετία του 1980 μια σαφής σταθεροποίηση. Η κρίση της δεκαετίας του 1970 κλόνισε και το μοντέλο κοινωνικής κινητικότητας των προηγούμενων δεκαετιών (Μαλούτας 2018). Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν η αστική διάχυση της Αθήνας και άλλων μεγάλων αστικών κέντρων της επαρχίας που θεσμοθετούνταν μέσα από τις «γενναιόδωρες» επεκτάσεις των σχεδίων πόλης. Δεύτερον, υπήρχε αδυναμία ανταπόκρισης του ίδιου του κρατικού μηχανισμού στις απαιτήσεις του σχεδιασμού και τις τεχνικές ανάγκες που προέκυπταν (Ζέικου, 2015.12.19; Πυργιώτης, 2019.7.24) [13]. Έτσι αρχίζουν τη δεκαετία του 1980 να παγιώνονται τα βασικά χαρακτηριστικά για το σύστημα-καθεστώς διακυβέρνησης της Αθήνας που θα επικρατήσει όλη την επόμενη περίοδο: ο ισχυρός ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην παραγωγή του χώρου, η αδυναμία συγκρότησης θεσμών ελέγχου και χάραξης πολιτικής και η πολιτική «απροθυμία» ενός ιδιαίτερα συγκεντρωτικού μοντέλου διακυβέρνησης της πόλης.
[1] Η συγκεκριμένη μεθοδολογία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε νέο-θεσμικές προσεγγίσεις στη μελέτη των αστικών πολιτικών (Peters 2005; 1998; Pierre 1999; 2005; Lowndes 2009; Pierre 1998) και σχήματα σκέψης που έχουν στον επίκεντρο το ρόλο της πολιτικής και των πολιτικών υποκειμένων στη διαμόρφωση των πολιτικών (P. Kantor, Savitch, and Haddock, 1997; Paul Kantor and Savitch, 2005; Sellers, 2002; DiGaetano and Strom, 2003).
[2] Η συμβολή του συγκεκριμένου τομέα ήταν άλλωστε καθοριστική για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας όλη τη δεκαετία του 1960. Την περίοδο 1965-1969 οι επενδύσεις στην κατοικία καταλαμβάνουν περίπου το 40% του συνόλου των ιδιωτικών επενδύσεων και αποτελούν το 9 με 10% του συνόλου του ΑΕΠ (Τριανταφυλλίδης, 1972). Ενώ το 1971 η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως στην κατασκευή νέων κατοικιών ανά 1000 άτομα (Hastaoglou et al., 1987).
[3] Βέβαια η συνθήκη αυτή άρχισε να γίνεται εμφανής αρκετά αργότερα, στο τέλος της δεκαετίας του 1980.
[4] Τον Μάϊο του 1976 η Καθημερινή θα γράψει ότι «τα προβλήματα της πολεοδομίας, του αστικού περιβάλλοντος, της καθημερινής ζωής στις πόλεις κοντεύουν να φθάσουν στο όριο της κρίσεως». Το περιοδικό ΑΝΤΙ θα κάνει το 1980 ειδικό αφιέρωμα στην Αθήνα όπου αναφέρει πως «Η Αθήνα είναι μια πόλη α-χαρακτήριστη. Η ποιότητα της ζωής, καθημερινά υποβαθμισμένη, έχει γίνει επικίνδυνα προβληματική». (ΑΝΤΙ 1980)
[5] Οι προκλήσεις βέβαια ήταν μεγάλες. Το βασικό πρόβλημα, όπως αναφέρει ο Κώστας Σοφούλης, ήταν η τιθάσευση από τη μία μεριά του «τέρατος της κατασκευαστικής βιομηχανίας», και όλων των οικονομικών κυκλωμάτων που είχαν στηθεί γύρω της, και από την άλλη η ανατροπή των αντιλήψεων σε πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας ότι «λεφτά γίνονται στα οικόπεδα» (Σοφούλης, 1976).
[6] Στην πραγματικότητα οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού του πλαισίου είχαν ξεκινήσει από το 1974 με πρωτοβουλία του Κυπριανού Μπίρη (Σαρηγιάννης, 2000)
[7] Οι διατάξεις του ν. 1337/1983 για την αυθαίρετη δόμηση περιλάμβανε σειρά διατάξεων συνδυάζοντας μια σειρά εργαλείων για την αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης, από κατεδαφίσεις, απαλλοτριώσεις, καθώς και ένα πλαίσιο νομιμοποίησης. Υπολογίζεται ότι το σχέδιο του Υπουργείο προέβλεπε την κατεδάφιση πάνω από 3.000 αυθαιρέτων κτισμάτων, γεγονός όμως που δεν υλοποιήθηκε.
[8] Αυτό έγινε ξεκάθαρο κυρίως στο επίπεδο των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων όπου υπήρχε αδυναμία εύρεσης πόρων για τις απαραίτητες απαλλοτριώσεις και τη διαμόρφωση της κοινωνικής υποδομής .
[9] Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει σε αυτές τις ομάδες και δίκτυα τεχνικών συμβούλων, προερχόμενα κυρίως από τον ιδιωτικό αλλά και από το δημόσιο τομέα. Αναφερόμαστε σε μελετητές, πανεπιστημιακούς και γενικότερα “knowledge holders” (Giannakourou, 2011) που συμβούλευαν με πολλαπλούς τρόπους τη δημόσια διοίκηση.
[10] Οι Δήμοι συγκεκριμένα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι σε πιέσεις, γεγονός που οδηγούσε σε αρκετές περιπτώσεις σε καταστρατήγηση και του νομοθετικού πλαισίου (Γιαννακούρου, 2019).
[11] Ο ίδιος ο Τρίτσης θα αποδώσει την αποτυχία των μέτρων του ΥΧΟΠ στα οργανωμένα συμφέροντα. Η «σύγχυση» θα υποστηρίξει: «έχει προκληθεί κυρίως από την παραπληροφόρηση του κόσμου από συμφέροντα που είχαν και θεωρούν ακόμη ιδιωτική τους υπόθεση την κατοικία, και το περιβάλλον, δηλαδή μεγαλοκατασκευαστές, ιδιοκτήτες γης, καταπατητές γης, οικοδομικούς συνεταιρισμούς, ομάδες εργολάβων κατασκευής αυθαιρέτων κ.α.» (Καθημερινή 1984)».
[12] Τα αποτελέσματα των πιέσεων αυτών θα φανούν με τη ραγδαία πτώση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ στην Αθήνα όπου θα πέσει από το 47% στο 37.1% (Hastaoglou et al., 1987)
[13] Όπως αναφέρει η Ζέικου (2015.12.29), πρώην Διευθύντρια Χωροταξίας του ΥΠΕΚΑ «χρόνος χάθηκε από την έλλειψη τεχνικής υποδομής (κτηματολόγιο, υπόβαθρα) […] πολύς χρόνος και χρήμα χάθηκε σε αυτή την κατεύθυνση ενημέρωσης των υποβάθρων. Η δεκαετία εκείνη χάνεται σε αυτά.»
Αναφορά λήμματος
Πούλιος, Δ. (2022) Η ατελής μεταρρύθμιση: Ρύθμιση του χώρου στην Αθήνα της Μεταπολίτευσης 1978-1985, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-ατελής-μεταρρύθμιση-στην-αθήνα-της-μ/ , DOI: 10.17902/20971.110
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Andreotti A, Garcia M, Gomez A, Hespanha P, Kazepo Y, and Mingione E (2001) ‘Does a Southern European Model Exist?’ Journal of European Area Studies 9 (1): 43–62. https://doi.org/10.1080/14608460120061948.
- Chorianopoulos I (2012) ‘State Spatial Restructuring in Greece: Forced Rescaling, Unresponsive Localities’. European Urban and Regional Studies 19 (4): 331–48. https://doi.org/10.1177/0969776411430351.
- Close D (2006) Ελλάδα 1945-2004: Πολιτική, Κοινωνία, Οικονομία. Αθήνα: Θυραθεν. https://www.politeianet.gr/books/9789608097308-close-h-david-thurathen-ellada-1945-2004-203393.
- DiGaetano A and Strom E (2003) ‘Comparative Urban Governance: An Integrated Approach’. Urban Affairs Review 38 (3): 356–95. https://doi.org/10.1177/1078087402238806.
- Giannakourou G (2011) ‘Europeanization, Actor Constellations and Spatial Policy Change in Greece’. DisP – The Planning Review 47 (186): 32–41.
- Hastaoglou V, Hadjimichalis C, Kalogirou N, and Papamichos N (1987) ‘Urbanisation, Crisis and Urban Policy in Greece’. Antipode 19 (2): 154–77.
- Kantor P, Savitch HV and Haddock CH (1997) ‘The Political Economy of Urban Regimes: A Comparative Perspective’. Urban Affairs Review 32 (3): 348–77.
- Kantor P and Savitch HV (2005) ‘How to Study Comparative Urban Development Politics: A Research Note’. International Journal of Urban and Regional Research 29 (1): 135–51. https://doi.org/10.1111/j.1468-2427.2005.00575.x.
- Lowndes V (2009) ‘New Institutionalism and Urban Politics’. In Theories of Urban Politics, edited by Jonathan S Davies and David L Imbroscio. Los Angeles: Sage.
- Lyberaki A and Euclid T (2002) ‘Reforming the Economy without Society: Social and Institutional Constraints to Economic Reform in Post-1974 Greece’. New Political Economy 7 (1): 93–114. https://doi.org/10.1080/13563460120115534.
- Pagonis (2013) ‘The Evolution of Metropolitan Planning Policy in Athens over the Last Three Decades: Linking Shifts in the Planning Discourse with Institutional Changes and Spatial Transformation’. In Changing Cities: Spatial, morphological, formal and socioeconomic dimensions Conference. University of Thessaly . Skiathos: University of Thessaly.
- Peters, BG (1998) ‘Political Institutions, Old and New – Oxford Scholarship’. In A New Handbook of Political Science, edited by Robert Goodin and Hans-Dieter Klingemann. UK: Oxford University Press. http://www.oxfordscholarship.com/view/10.1093/0198294719.001.0001/acprof-9780198294719-chapter-7.
- Peters, BG (2005) Institutional Theory in Political Science: 2nd Edition. 2 edition. London ; New York: Bloomsbury Academic.
- Pierre J (1998) Partnerships in Urban Governance: European and American Experiences. 1998 edition. New York: Palgrave Macmillan.
- Pierre J (1999) ‘Models of Urban Governance: The Institutional Dimension of Urban Politics’. Urban Affairs Review 34 (3): 372–96..
- Pierre J (2005) ‘Comparative Urban Governance: Uncovering Complex Causalities’. Urban Affairs Review 40 (4): 446–62.
- Sellers JM (2002) ‘The Nation-State and Urban Governance: Toward Multilevel Analysis’. Urban Affairs Review 37 (5): 611–41.
- Souliotis N (2013) ‘Athens and the Politics of the Sovereign Debt Crisis’. In Fujita K (eds) Cities and Crisis: New Critical Urban Theory. London: SAGE.
- Souliotis Ν, Sayas J and Maloutas T (2014) ‘Megaprojects, Neoliberalization, and State Capacities: Assessing the Medium-Term Impact of the 2004 Olympic Games on Athenian Urban Policies’. Environment and Planning C: Government and Policy 32.
- Αβδελίδη Κ (2010) ‘Η Χωρική Εξέλιξη 4 Μεγάλων Ελληνικών Πόλεων’. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
- ΑΝΤΙ (1980) ‘Το Πρόβλημα Αθήνα’. ANTI, 1980.
- Βαϊου Ν και Χατζημιχάλης Κ (2012) Ο Χώρος Στην Αριστερή Σκέψη. Αθήνα: Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζας / Νήσος.
- Βοϊβόνδα Α, Κλουτσινιώτη Α, Κονταράτου Α και Πυργιώτης Γ (1977) ‘Η Ρύθμιση Του Χώρου Στην Ελλάδα’. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τ. 11: 128–93.
- Γιαννακούρου Γ και Καυκαλάς Γ (2014) ‘Επανεξετάζοντας Τη Χωροταξία Σε Περίοδο Κρίσης: Αναγκαιότητα, Περιεχόμενο Και Προϋποθέσεις Της Μεταρρύθμισης’. Στο Μασουράκης Μ και Γκόρτσος Χ (επ) Ανταγωνιστικότητα Για Ανάπτυξη: Προτάσεις Πολιτικής. Αθήνα: Ελληνική Ένωση Τραπεζών. 511–22
- Καζάκος Π (2007) Ανάμεσα Σε Κράτος Και Αγορά: Οικονομία Και Οικονομική Πολιτική Στη Μεταπολεμική Ελλάδα 1944-2000. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
- Λυγερός (2011) Από Την Κλεπτοκρατία Στην Χρεοκοπία. Αθήνα: Πατάκη.
- Μαλούτας Θ (2018) Η Κοινωνική Γεωγραφία Της Αθήνας: Κοινωνικές Ομάδες Και Δομημένο Περιβάλλον Σε Μια Νοτιευρωπαϊκή Μητρόπολη. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
- Οικονόμου Δ (2000) ‘Το Ρυθμιστικό Σχέδιο Της Αθήνας: Εμπειρίες Και Προοπτικές’. Στο Ψυχάρης Γ κ.α. (επ) Δεκαεπτά Κείμενα Για Το Σχεδιασμό, Τις Πόλεις Και Την Ανάπτυξη. Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας. 161–95
- Παγώνης Α (2005) ‘Ολυμπιακή Και Μέτα-Ολυμπιακή Αθηναϊκή Πολεοδομία. Η Μετατόπιση Της Συλλογιστικής Του Σχεδιασμού Του Χώρου Ως Συνέπεια Του Κατακερματισμού Των Δομών Αρμοδιότητας. Διδακτορική Διατριβή. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ: Αθήνα
- Πούλιος Δ (2021) «Πόλεις σε κρίση: πολιτικές, πολιτικά υποκείμενα, διακυβέρνηση και πολεοδομική πρακτική στην Αθήνα και τη Βαρκελώνη (2007-2019): μεθοδολογία και κριτήρια ανάλυσης Αστικών Πολιτικών». Διδακτορική Διατριβή. Αθήνα: ΕΜΠ http://hdl.handle.net/10442/hedi/49917
- Πρεβελάκης Γ (1984) ‘Πρόσφατες Προσπάθειες Για Την Οργάνωση Του Αστικού Χώρου Στην Ελλάδα (η Πολεοδομική Και Οικιστική Πολιτική Της Περιόδου 1978-1980)’. Στο: Αραβαντίνος Α (επ) Πολεοδομικός Σχεδιασμός, Θέματα Από Την Θεωρία Και Την Πρακτική. Αθήνα: ΕΜΠ.
- Πρεβελάκης Γ (2001) Επιστροφή Στην Αθήνα: Πολεοδομία Και Γεωπολιτική Της Ελληνικής Πρωτεύουσας. Αθήνα: ΕΣΤΙΑ.
- Ρωμανός Α (2004) Αθήνα: Το Πολεοδομικό Ζήτημα Απο Τη Σκοπιά Του Πολίτη. Αθήνα: Ποταμός.
- Σαρηγιάννης Γ (2000) Αθήνα 1830-2000: Εξέλιξη, Πολεοδομία, Μεταφορές. Αθήνα: Συμμετρία.
- Σοφούλης Κ (1976) “‘Ποιός Ελέγχει Την “Παραγωγή” Των Αστικών Εδαφών Μας’” Καθημερινή, 6 Ιουνίου 1976.
- Τριανταφυλλίδης Κ (1972) ‘Η Στεγαστική Δραστηριότης Ως Αναπτυξιακός Παράγων Εν Τη Ελληνική Οικονομία’. Τεχνικά Χρονικά, 579–89.
- Τριάντης Λ (2017) ‘Το Θεσμικό Πλαίσιο Του Χωρικού Σχεδιασμού Για Το Κέντρο Της Αθήνας: Όψεις Του Στρατηγικού Και Του Κανονιστικού Σχεδιασμού’. Κοινωνικός Άτλαντας Της Αθήνας. Ηλεκτρονική Συλλογή Κειμένων Και Εποπτικού Υλικού Https://www.Athenssocialatlas.Gr/En/Article/Spatial–Planning/.
- Φιλιππίδης Δ (1990) Για Την Ελληνική Πόλη. Αθήνα: Θεμέλιο.