2020 | Μάι
Σήμερα που η πανδημία του κοροναϊού COVID-19 έχει αναδειχτεί ως το σημαντικότερο υγειονομικό ζήτημα της εποχής μας, καθίσταται πολύτιμη για τη διαχείρισή της η ιστορική γνώση γύρω από τους τρόπους που οι κοινωνίες αντιμετώπισαν παλαιότερες πανδημίες. Πράγματι, εκτός από την ιατρική, η ιστορία είναι απαραίτητο εργαλείο για να φωτιστούν οι εμπειρίες από την εφαρμογή αποφάσεων και πολιτικών που ελήφθησαν στο παρελθόν, προκειμένου να αντιμετωπιστούν άλλες επιδημίες και πανδημίες. Οι ιστορικοί έχουν μελετήσει τη θνησιμότητα που κατά καιρούς προκαλούσαν οι διάφορες ασθένειες, αλλά και τις επιπτώσεις των ασθενειών και των επιδημιών στη μετέπειτα υγεία των ανθρώπων και, βεβαίως, στην κοινωνία ολόκληρη. Κατά το ξέσπασμα μιας επιδημίας, εκτός από την ανθρώπινη οδύνη, ο πανικός που προκαλούνταν στον πληθυσμό και η συνακόλουθη διατάραξη της κοινωνικής και οικονομικής δομής συμπλήρωναν την καταστροφική συνθήκη, με αποτέλεσμα να διακόπτεται κάθε ανάπτυξη στις πληγείσες περιοχές. Δηλαδή, ο ίδιος μηχανισμός που παρατηρούμε σήμερα έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ιστορικής μελέτης και γι’ αυτό θα άξιζε να τον γνωρίζουμε καλύτερα.
Στο άρθρο αυτό θα παρουσιάσω με αδρές γραμμές τη μελέτη μου για την ισπανική γρίπη στην Αθήνα, μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2018 [1] και τώρα συμπληρώνεται με τη χωρική αποτύπωση [2] των θυμάτων της γρίπης του 1918 στην πρωτεύουσα.
Αν και έχουν γραφτεί τα τελευταία χρόνια αρκετές μελέτες για τη λεγόμενη ισπανική [3] γρίπη του 1918, που προκάλεσε πενήντα περίπου εκατομμύρια θανάτους και μετά το πέρασμά της άφησε αποδυναμωμένο το επίπεδο υγείας του πληθυσμού των κρατών που ενεπλάκησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, παρόλ’ αυτά το ζήτημα δεν έχει απασχολήσει την ελληνική ιστοριογραφία. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η γρίπη δεν είχε φτάσει στην Ελλάδα ή ότι δεν είχαμε θύματα εξαιτίας της. Την περίοδο εκείνη, όμως, άλλες λοιμώδεις ενδημικές ασθένειες, όπως η φυματίωση, ο τυφοειδής πυρετός και η ελονοσία προξενούσαν σαφώς περισσότερους θανάτους.
Πράγματι, η δημόσια υγεία βρισκόταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και χαρακτηριζόταν από υψηλή βρεφική θνησιμότητα (148‰ το 1920-24, ενώ ο αδρός δείκτης θνησιμότητας ήταν 21,2‰ (Valaoras 1959).
Κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, οι υγειονομικές δομές στην Αθήνα ήταν υποτυπώδεις. Σε όλο τον Δήμο Αθηναίων, με τις 300.000 κατοίκους, μόνο τρία από τα δώδεκα νοσοκομεία λειτουργούσαν ως γενικά νοσοκομεία, κι αυτά με πολύ περιορισμένες δυνατότητες: ο «Ευαγγελισμός» (ιδρύθηκε το 1884), το Δημοτικό Νοσοκομείο «Ελπίς» (ιδρύθηκε το 1835) και το Στρατιωτικό Νοσοκομείο (ιδρύθηκε το 1836). Βεβαίως, υπήρχαν και πολλές ιδιωτικές κλινικές, αλλά διέθεταν μόνο μερικά κρεβάτια καθεμία. Συνολικά όμως, τα παραπάνω υγειονομικά ιδρύματα προσέλκυαν στην πρωτεύουσα ασθενείς και από άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα να αυξάνεται όχι μόνο ο αριθμός των νοσηλευόμενων σε αυτά αλλά και των θανάτων που καταγράφονταν, συνεπώς και η θνησιμότητα στην πρωτεύουσα.
Η ισπανική γρίπη στην ελληνική ιστοριογραφία
Ο Φωκίων Κοπανάρης, Διευθυντής Υγιεινής, από το 1912, του Υπουργείου Υγιεινής, αναφέρεται στην ισπανική γρίπη στο έργο του Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι, που δημοσιεύτηκε το 1933, αλλά της αφιερώνει μόνο τρεις αράδες:
Η μεγαλυτέρα των εν Ελλάδι επιδημιών της γρίππης υπήρξεν η του έτους 1918, καθ’ ην η νόσος έλαβε πανδημικόν χαρακτήρα. Κατά την παγκόσμιον εκείνην επιδημίαν μόνο εν Αθήναις εσημειώθησαν 1.668 θανατηφόρα κρούσματα, εν δε τη Θεσσαλονίκη 5.284 (Κοπανάρης 1933) |
Ο συγγραφέας δεν σχολιάζει τον αριθμό των θανόντων. Εκτός από τη Θεσσαλονίκη όμως, θύματα είχε και η Πάτρα, κυρίως λόγω του λιμανιού της στο οποίο αποβιβάζονταν φορείς της νόσου. Οι νεκροί από την ισπανική γρίπη στην Πάτρα έφτασαν τους πεντακόσιους (95 θάνατοι ανά 10.000 κατοίκους).
Η γρίπη εκδηλώθηκε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1918, αλλά τα πρώτα της θύματα καταγράφηκαν στην πρωτεύουσα τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, τον Οκτώβριο 1918, το Υπουργείο των Εσωτερικών, στο οποίο υπαγόταν η Υπηρεσία της Δημόσιας Υγείας, δήλωνε ότι δεν προτίθετο να λάβει ιδιαίτερα μέτρα και ότι:
τα άτομα δέον να λαμβάνουν αφ’ εαυτών τα υποδεικνυόμενα μέτρα. Και συγκεντρούνται ταύτα εις ένα μόνον σχεδόν. Την αποφυγήν των συγκεντρώσεων. Είνε το μόνον φάρμακον. Τα σκόρδα, το ούζο και τα άλλα γιατροσόφια ως προληπτικά κατά της γρίπης είναι κωμικά
Εφημερίδα Εμπρός, 17 Οκτωβρίου 1918. |
Μόλις ενημερώθηκε η κοινή γνώμη για την ανακάλυψη του Βιεννέζου καθηγητή Σάιλερ ότι:
Αιτία της γρίπης είνε στρεπτόκοκκος, όστις καταστρέφεται ασφαλώς, με ενέσεις διαλύσεως άχνης υδραργύρου (σουμπλιμέ), |
ο υπουργός διέταξε:
όπως συνέλθη το ταχύτερον το Ιατροσυνέδριον και καθωρίση τον τρόπον της χρήσεως του υποδεικνυομένου φαρμάκου.όπως συνέλθη το ταχύτερον το Ιατροσυνέδριον και καθωρίση τον τρόπον της χρήσεως του υποδεικνυομένου φαρμάκου. |
Όμως ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του Ιατροσυνεδρίου Μενέλαος Σακκόραφος είναι συγκρατημένος και δηλώνει:
Οφείλω να υπομνήσω ότι ο υδράργυρος, διότι περί υδραργύρου πρόκειται, είνε φάρμακον, το οποίον απαιτεί φυσιολογικήν λειτουργίαν των νεφρών και του ήπατος. Δυστυχώς, η εφετινή γρίπη έχει επιπλοκάς κυρίως επί των νεφρών και επομένως η χρήσις του υδραργύρου απαιτεί μεγίστην προσοχήν καθόσον μάλλον βλάβην δύναται να επιφέρη
Εφημερίδα Εμπρός, 24 Οκτωβρίου 1918. |
Εικόνα 1: Απόσπασμα από την εφημερίδα Εμπρός (24 Οκτωβρίου 1918)
Πράγματι, η βιεννέζικη «ανακάλυψη» δεν είχε το αναμενόμενο αποτέλεσμα και η ελληνική πολιτεία προσπάθησε να πάρει μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης:
Τι πρέπει να γίνει διά να παύση η γρίπη:
Η Κυβέρνησις ο Δήμος και όλαι αι αρχαί κάμνουν ό,τι ημπορούν διά να παύση η επιδημία της γρίπης. Δεν θα παύση όμως γρήγορα, αν κάθε ένας από ημάς δεν φροντίση να προφυλάξη και τον εαυτόν του και τους άλλους. Για να προφυλάξης τον εαυτόν σου από την γρίπην πρέπει να μην πλησιάζεις ανθρώπους που βήχουν ή έχουν κρυολόγημα και να μη πηγαίνης εις μέρη, που συχνάζουν πολλοί άνθρωποι. Μόλις δε καταλάβης ότι έχεις ελαφρόν κρυολόγημα ή αδιαθεσίαν, πέσε αμέσως εις το κρεβάτι, κάμε δίαιταν με ολίγον ζεστό γάλα και φώναξε τον ιατρόν. Κατ΄ αυτόν τον τρόπον περνά συνήθως η αρρώστια ελαφρά και γρήγορα. Εκτός όμως του εαυτού σου έχεις καθήκον να προφυλάξης και τους άλλους ανθρώπους, τους συγγενείς σου, τους φίλους σου, τους συνεργάτας σου. Διά τούτο όταν είσαι κακοδιάθετος ή άρρωστος μην τους πλησιάζης, μην αφήνεις να σε πλησιάζουν, μην πηγαίνης εις την εργασίαν σου και εις τα καφενεία, διότι άλλως θα κολλήσουν και οι άλλοι από σε. Όσοι διευθύνουν γραφεία, δημόσια ή ιδιωτικά, Τραπέζας, εργοστάσια, εργαστήρια και εν γένει καταστήματα και μαγαζιά, παντός είδους δεν πρέπει να δέχωνται προς εργασίαν τους πάσχοντας εκ γρίπης υπαλλήλους ή εργάτας των. Εφημερίδα Εμπρός, 2 Νοεμβρίου 1918. |
Συγχρόνως, το κοινό ενημερώνεται από τους ειδικούς για τις πιθανές επιπλοκές από τη χρήση του ενέσιμου υδραργύρου και σημειώνεται η ευπάθεια των λαϊκών στρωμάτων:
Η Εταιρεία Υγιεινής, κατά την ειδικήν περί γρίπης σύσκεψιν συνέστησεν τα εξής:
Την ταχείαν προμήθειαν εις τας κλινικάς, νοσοκομεία και φαρμακεία ορρών θεραπευτικών και δη αντιπνευμονοκοκκικού και αντιστρεπτοκοκκινικού, λίαν ωφελίμων εις πλείστας επιπλοκάς της γρίπης. Το διαφημισθέν ως ειδικόν φάρμακον κατά της γρίπης (Σουμπλιμέ) ού μόνον ωφέλειαν καμμίαν δεν παρέχει επί πασχόντων εκ γρίπης, αλλά και βλάπτει εις πλείστας νεφριτικάς ιδία επιπλοκάς της γρίπης, ως απεδείχθη τούτο εκ των επί στρατιωτών και πολιτών γενομένων πειραμάτων υπό των ιατρών. Η νοσηρότης και θνησιμότης της γρίπης τυγχάνει μεγαλυτέρα, ιδία εις άτομα υπερμέτρως καταπονούμενα, μη επαρκώς τρεφόμενα και ενδυόμενα και εν γένει ανθυγιεινώς διαιτώμενα. Εφημερίδα Εμπρός, 13 Νοεμβρίου 1918. |
Η επιδημία εξαπλώθηκε τους φθινοπωρινούς μήνες και οδήγησε σε κλείσιμο σχολείων, κινηματογράφων, θεάτρων, και καφενείων και στην εφαρμογή ειδικών μέτρων καθαριότητας. Ωστόσο τα θύματα τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο αυξήθηκαν πολύ:
Οι αποθανόντες εκ γρίπης εν Αθήναις στρατιώται και πολίται κατά στατιστικήν του Υπουργείου των Εσωτερικών ανέρχονται τον μήνα Οκτώβριον εις 595, τον μήνα Νοέμβριον 650 και τον Δεκέμβριον μέχρι προχθές εις 259.
Κατά το τελευταίον εικοσιτετράωρον απέθανον εκ γρίπης 7 άτομα. Εφημερίδα Εμπρός, 30 Δεκεμβρίου 1918. |
Οι ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων το 1918
Στην Ελλάδα δεν διαθέτουμε στατιστικά δεδομένα για τις αιτίες θανάτου πριν από το 1921. Επιπλέον, μέχρι τη δημοσίευση της φυσικής κίνησης του πληθυσμού το 1921 –η οποία είχε διακοπεί μετά το 1885–, δεν διαθέτουμε για την πρωτεύουσα ούτε στατιστικά στοιχεία που αφορούν τον ετήσιο αριθμό θανάτων και γεννήσεων. Χάρη σε μελέτη του γιατρού και μετέπειτα καθηγητή μαιευτικής και γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Τρύφωνα Ανδριανάκου (1885-1966), την οποία δημοσίευσε το 1926 (Ανδριανάκος 1925), γνωρίζουμε τον αριθμό των θανόντων κατά την περίοδο 1914-1923. Το 1918, λοιπόν, οι θάνατοι στο Δήμο Αθηναίων –ο οποίος συγκέντρωνε περίπου 300.000 κατοίκους– ήταν 9.257 άτομα (5.335 άνδρες και 3.922 γυναίκες) έναντι 6.354 του προηγούμενου έτους, δηλαδή 45% περισσότεροι. Άρα, ο δείκτης της γενικής θνησιμότητας το 1918 εξαιτίας της γρίπης έφτασε το 33,06‰. Η επιδημία υποχώρησε το 1919, οπότε ο συνολικός αριθμός των θανάτων το 1919 ήταν πολύ μικρότερος από αυτόν του 1917, αφού είχαν ήδη πεθάνει όλοι οι ευπαθείς κάτοικοι (Πίνακας 1). Όπως τεκμαίρεται και από τη συστηματική αποδελτίωση των ληξιαρχικών πράξεων θανάτου του Δήμου Αθηναίων των πρώτων πέντε μηνών του 1919, η επιδημία δεν ξαναεμφανίστηκε (Γράφημα 1). Δεν επανεμφανίστηκε ούτε το 1920, όπως παρόμοια συνέβη και σε άλλες χώρες, καθώς και στη γειτονική μας Βουλγαρία.
Πίνακας 1: Αριθμός θανάτων και αδρός δείκτης θνησιμότητας στην Αθήνα, 1916-1920
Πηγή : Τρύφων Ανδριανάκος, Η μαιευτική και γυναικολογία εν Ελλάδι, Αθήναι, 1925, σ. 179
Γράφημα 1: Μηνιαία κατανομή θανάτων στον Δήμο Αθηναίων από τον Ιανουάριο του 1918 έως τον Μάιο 1919
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Η Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1918 (Πίνακας 2) αναδεικνύει την κυριαρχία των επιδημιών, των ενδημικών ασθενειών και των λοιμώξεων, που συνιστούσαν τον κανόνα και ήταν υπεύθυνες για σχεδόν τους μισούς θανάτους· είναι φανερό ότι στον ελληνικό χώρο δεν είχε ακόμη γίνει η «επιδημιολογική μετάβαση», που χαρακτηρίζεται από τη μείωση των λοιμωδών νοσημάτων στον πληθυσμό –τα οποία σχετίζονταν με τις συνθήκες διαβίωσης, και τους προηγούμενους αιώνες αποτελούσαν την κύρια αιτία θανάτου σε όλον τον κόσμο– και την ταυτόχρονη αύξηση των χρόνιων εκφυλιστικών νοσημάτων. Οι ασθένειες του πεπτικού συστήματος εξακολουθούσαν να προκαλούν το 12% των θανάτων και οι ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος, όπως η πνευμονία και η πλευρίτιδα, το 10% των θανάτων.
Πίνακας 2: Αιτίες θανάτου στην Αθήνα το 1918 (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Αν όμως αναλύσουμε περισσότερο αυτές τις δεκαπέντε γενικές κατηγορίες και κατατάξουμε τις ασθένειες στις τριάντα οκτώ πιο αναλυτικές κατηγορίες της Διεθνούς Ταξινόμησης των Αιτιών Θανάτου του 1920 (ILCD 3), μπορούμε να μελετήσουμε καλύτερα την υγειονομική κατάσταση της Αθήνας και, βεβαίως, και τις επιπτώσεις της γρίπης του 1918.
Από τη σύγκριση των δύο διαγραμμάτων (Γράφημα 2 και 3) μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι, παρά την παρουσία της επιδημίας γρίπης τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο 1918, η ιεραρχία των ασθενειών που προκαλούσαν τους περισσότερους θανάτους δεν άλλαξε, και η φυματίωση μαζί με τις άλλες ασθένειες του αναπνευστικού καθώς και οι ασθένειες του πεπτικού συστήματος παρέμειναν οι βασικοί υπεύθυνοι της μεγάλης βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας.
Γράφημα 2: Αιτίες θανάτου που προκάλεσαν περισσότερο από 2% των θανάτων το 1918 στον Δήμο Αθηναίων (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Γράφημα 3: Αιτίες θανάτου που προκάλεσαν περισσότερο από 2% των θανάτων τους τρεις μήνες (Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο) της επιδημίας του 1918 στον Δήμο Αθηναίων (κατάταξη σύμφωνα με τη Διεθνή Ταξινόμηση των Αιτιών Θανάτου του 1920)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Γράφημα 4: Κατανομή σε ομάδες ηλικιών και ανά φύλο των θανάτων στην Αθήνα το 1918 (σε ποσοστά %)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Από τους 9.296 θανάτους του έτους 1918 οι 57,6% αφορούσαν άνδρες και μόνο 42,4% γυναίκες (Πίνακας 3 και Γράφημα 4). Αυτό φαίνεται μάλλον φυσιολογικό, αν λάβουμε υπόψη μας τη σύνθεση του αθηναϊκού πληθυσμού στις δύο απογραφές πληθυσμού των αρχών του 20ού αιώνα: στην απογραφή του 1907 το ποσοστό των ανδρών ήταν 54% και στην απογραφή του 1920 ο ανδρικός πληθυσμός αντιπροσώπευε το 56%. Ο πληθυσμός της πρωτεύουσας ήταν νέος και στην πλειοψηφία του ανδρικός, εξαιτίας των νέων ανύπαντρων μεταναστών αλλά και των στρατιωτών και στρατιωτικών που απογράφηκαν στην πόλη. Δεν θα σταθώ εδώ στο ζήτημα των δηλωμένων ηλικιών κατά τον θάνατο ούτε στις πιθανές ερμηνείες σχετικά με τη θνησιμότητα κάθε ηλικιακής ομάδας, που εξετάστηκαν στην αρχική δημοσίευση. Θα σταθώ στα θύματα της γρίπης με βάση τα ληξιαρχικά έγγραφα.
Τα θύματα της γρίπης στην Αθήνα
Λίγο πάνω από το ένα τρίτο των θυμάτων της γρίπης του 1918 πέθανε τον Οκτώβριο (616 άτομα από τα 1.726, δηλαδή 35,7%), άλλο ένα τρίτο τον Νοέμβριο (634, ήτοι 36,7%), ενώ τον Δεκέμβριο η επιδημία έχασε τη μισή της ένταση, αφού προκάλεσε μόνο 16% από τον συνολικό αριθμό θυμάτων (το υπόλοιπο 12% κατανεμήθηκε στους προηγούμενους μήνες) (Γράφημα 5). Έτσι έσβησε η επιδημία, χωρίς να επανακάμψει με νέα θύματα τον Μάρτιο του 1919, όπως σε άλλες χώρες. Μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα, και ιδίως η Αθήνα, χτυπήθηκε από το λεγόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας, δηλαδή αυτό του φθινοπώρου του 1918, αλλά όχι και από το τρίτο κύμα.
Γράφημα 5: Μηνιαία κατανομή των θανάτων από γρίπη στην Αθήνα το 1918 (%)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Σύμφωνα με τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων, στο σύνολο των θανόντων εκείνης της χρονιάς, ένας στους πέντε Αθηναίους πέθανε από γρίπη και αυτός ήταν κυρίως άνδρας (62,7%) (Πίνακας 3).
Πίνακας 3: Κατανομή σε ομάδες και ανά φύλο των θυμάτων της γρίπης στην Αθήνα
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Η γρίπη του 1918 προσέβαλλε κυρίως ενήλικες, και μάλιστα άνδρες, αλλά επίσης και ευάλωτους πληθυσμούς, όπως τα παιδιά έως πέντε ετών και τους ηλικιωμένους άνω των εξήντα ετών (Πίνακας 3). Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί τους είναι τα κατεξοχήν θύματα, αλλά δεν λείπει και το τμήμα του ενεργού αθηναϊκού πληθυσμού που συγχρωτίζεται με συναδέλφους στον χώρο δουλειάς, όπου η ασθένεια μεταδίδεται το ίδιο εύκολα με το σχολείο, το πανεπιστήμιο ή τον στρατώνα.
Πάνω από τους μισούς άνδρες θύματα της επιδημίας γρίπης ήταν μαθητές, φοιτητές, αλλά κυρίως στρατιώτες και αξιωματικοί (Πίνακας 4). Το άλλο μικρό μισό αφορούσε βιοτέχνες, μικρεμπόρους και τους υπαλλήλους τους. Λίγα θύματα καταγράφηκαν στις επαγγελματικές κατηγορίες που ανήκαν στην αθηναϊκή ελίτ· ο μικρός αριθμός τους μας υπενθυμίζει ότι αυτά τα άτομα απέφευγαν να συχνάζουν σε πολυπληθείς δημόσιους χώρους, που ήταν οι κύριοι τόποι μετάδοσης της «λαϊκής» επιδημίας.
Πίνακας 4: Η γρίπη του 1918 και οι κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες των ανδρών θυμάτων στην Αθήνα
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Σε αντίθεση με τις γυναίκες, οι μισοί ανδρικοί θάνατοι από τη γρίπη συνέβησαν εντός των νοσοκομείων και τα τρία τέταρτα αυτών (395 από τους 530) ήταν κυρίως φαντάροι και «άνευ» επαγγέλματος, φοιτητές, καλλιτέχνες και ιερείς. Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί πέθαναν στα δώδεκα στρατιωτικά νοσοκομεία που βρίσκονταν στην Αθήνα, τα οποία όμως δεν ήταν όλα νοσηλευτικά ιδρύματα με μόνιμες εγκαταστάσεις, αφού κάποια φιλοξενούνταν σε άλλα δημόσια κτίρια ή ήταν πρόχειρα καταλύματα στημένα για τις ανάγκες περίθαλψης των τραυματιών του πολέμου και των θυμάτων της γρίπης. Τα περισσότερα, βεβαίως, είχαν εύκολη πρόσβαση στο στρατόπεδο του Γουδή. Το τελευταίο τέταρτο αυτών που πέθαναν σε νοσοκομείο κατανέμεται ανάμεσα σε υπηρετούντες σε δυνάμεις ασφαλείας, σε βιοτέχνες-τεχνίτες και σε εργάτες (Χάρτης 1). Προφανώς τα πολλά θύματα στα ιδρύματα που φιλοξενούσαν ευάλωτους πληθυσμούς από τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα –όπως το Βρεφοκομείο, το Άσυλο Ανιάτων, το Πτωχοκομείο ή και το Εμπειρίκειο Άσυλο υποδηλώνουν ότι δεν υπήρξε πολιτική απομόνωσης, ώστε να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού.
Χάρτης 1: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (ιδρύματα)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Περίπου δύο στις τρεις γυναίκες θύματα της γρίπης (71%) ήταν μεγαλύτερες των δέκα ετών (Πίνακας 3) και από αυτές, τέσσερις στις πέντε (83%) φέρουν ως ένδειξη, στη ληξιαρχική πράξη θανάτου, «οικοκυρά» (Πίνακας 5). Μερικές δεκάδες ήταν υπηρέτριες από δώδεκα έως δεκαέξι ετών, καμιά δεκαπενταριά ήταν μαθήτριες, μερικές «ιερόδουλες», εργάτριες, μοδίστρες, και μόνο δύο έχουν μη χειρωνακτικό επάγγελμα: μία «διδασκάλισσα εργοχείρων» και μία «παιδαγωγός». Μόνο 18,6% των γυναικών πέθαναν εντός νοσοκομείου, και αφορά σχεδόν αποκλειστικά τις υπηρέτριες, τις πόρνες και τις εργάτριες που δεν κατάγονταν από την Αθήνα. Οι οικοκυρές πέθαιναν στο σπίτι τους, παρότι στην πλειονότητά τους κατάγονταν από άλλες περιοχές, αφού μάλλον είχαν εγκατασταθεί και είχαν οικογένεια στην πρωτεύουσα.
Πίνακας 5. Κατανομή των γυναικών άνω των δέκα ετών που πέθαναν από γρίπη, ανά επάγγελμα, τόπο θανάτου και τόπο καταγωγής.
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Χάρτης 2: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (ενορίες)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Η χωρική κατανομή των θανόντων των οποίων η κατοικία τους καταγράφεται ως τόπος θανάτου αναδεικνύει την εξάπλωση της γρίπης, πρακτικά, σε όλη την πρωτεύουσα (Χάρτης 4). Η πύκνωση στις δυτικές ενορίες είναι αναμενόμενη, αφού είναι πυκνοκατοικημένες, ιδίως όσες βρίσκονται κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής. Το ίδιο συμβαίνει στις, επίσης, λαϊκές και πολυπληθείς συνοικίες γύρω από την Ακρόπολη (Πετράλωνα, Κεραμεικός) [4]. Παρόλ’ αυτά, πολλές δεκάδες θύματα (οικοκυρές, μαθητές και λαϊκά επαγγέλματα) καταγράφηκαν και σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες ενορίες, όπως στην ενορία του Προφήτη Ηλία στο Παγκράτι και στη διπλανή συνοικία της Γούβας. Ο ιός δεν εξαίρεσε ούτε το Κολωνάκι, όπου στην ενορία του Αγίου Διονυσίου πέθαναν πολλές οικοκυρές και αρκετοί άνδρες, των οποίων τα επαγγέλματα μάλλον τους κατατάσσουν στα μεσαία ή και ανώτερα στρώματα. Παρόλο που δεν διαθέτουμε για όλους τους θανόντες την οδό του σπιτιού τους, επιχειρήσαμε μια αναλυτικότερη χαρτογράφηση (Χάρτης 3). Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, η μεγάλη κινητικότητα του ιού σε όλους τους δρόμους και ιδίως στους μεγάλους άξονες στο δυτικό τμήμα· ήταν σαν να ταξίδευε κι αυτός με το τρένο από τον Πειραιά στην Ομόνοια ή με το «Θηρίο» προς την Κηφισιά. Τέλος, φαίνεται να έπληξε με τραγικές συνέπειες την οδό Βουλιαγμένης, όπως δείχνουν οι θάνατοι πολλών μικρών παιδιών και οικοκυρών.
Χάρτης 3: Κατανομή θανάτων ανάλογα με τον τόπο (οδός)
Πηγή: Ληξιαρχικές πράξεις θανάτου του Δήμου Αθηναίων
Συμπέρασμα
Η ισπανική γρίπη ενέσκηψε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1918 και άρχισε να προκαλεί θανατηφόρα κρούσματα στην Αθήνα από τον Οκτώβριο και μετά, στη διάρκεια δηλαδή του δεύτερου κύματος εξάπλωσης της επιδημίας. Έχασε την έντασή της ήδη τον Δεκέμβριο και, ως εκ τούτου, δεν προκάλεσε συναγερμό στις υγειονομικές υπηρεσίες της χώρας. Έτσι η Ελλάδα, μαζί με άλλες χώρες, όπως η γειτονική Βουλγαρία, δεν γνώρισε επανάκαμψη της επιδημίας στις αρχές του 1919. Τα θύματα, εκτός από τα παιδιά έως πέντε ετών, ήταν κυρίως άνδρες μεγαλύτεροι των δεκαπέντε ετών, ιδίως ανάμεσα είκοσι πέντε και σαράντα ετών, που ήταν στρατιώτες και αξιωματικοί ή προέρχονταν από λαϊκά στρώματα. Οι πυκνοκατοικημένες λαϊκές συνοικίες της πρωτεύουσας, βεβαίως, κατέγραψαν τα περισσότερα θύματα, αλλά ο ιός δεν εξαίρεσε καμιά συνοικία.
Ωστόσο, ο αριθμός των θυμάτων στην Ελλάδα ήταν μικρός σε σχέση με τις άλλες χώρες. Εξάλλου, το ελληνικό κράτος και ιδίως οι Σύμμαχοι ανησυχούσαν, το 1918, για τις 55.000 στρατιώτες που βρίσκονταν στη βόρεια Ελλάδα και είχαν μολυνθεί από ελονοσία. Η μόλυνση είχε ενσκήψει τόσο ορμητικά, που ο αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων έγραψε στους ανωτέρους του ότι η Στρατιά της Ανατολής κινδύνευε πραγματικά να διαλυθεί εξαιτίας της ελονοσίας. Η ισπανική γρίπη ήταν, λοιπόν, ένα σύντομο επεισόδιο στην υγειονομική ιστορία της χώρας.
[1] Bournova Eugenia, «Quand Athènes a du se confronter à la grippe espagnole», στο Seguy Isabelle, Ginnaio Monica, Buchet Luc (επιμ.), Les conditions sanitaires des populations du passé, Éditions APDCA, Antibes 2018, σελ. 237-255.
[2] Θέλω να ευχαριστήσω την ιστορικό Μυρτώ Δημητροπούλου για την οργάνωση και διαχείριση των δεδομένων, ώστε να γίνει εφικτή η απεικόνιση στους χάρτες της έκδοσης αυτής.
[3] Ισπανική ονομάστηκε διότι, λόγω της ουδετερότητας της Ισπανίας κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, μόνο ο ισπανικός τύπος είχε τη δυνατότητα να δημοσιεύει ειδήσεις για την επιδημία. Αντίθετα απαγορευόταν κάθε αναφορά σε αυτή από όλες τις εμπλεκόμενες στον πόλεμο χώρες, προκειμένου να μη θιγεί το ηθικό των στρατευμάτων. Εξαιτίας αυτού του αποκλεισμού στην ενημέρωση, διαχεόταν παντού η εντύπωση πως η επιδημία γρίπης είχε πλήξει μόνο την Ισπανία, ενώ πέθαιναν εκατομμύρια στρατιώτες, κυρίως, και πολίτες, δευτερευόντως, σε όλον τον κόσμο.
[4] Βλ. «Κοινωνική-επαγγελματική διαστρωμάτωση της πρωτεύουσας, 1860-1940» (σε συνεργασία με τη Μυρτώ Δημητροπούλου) στο Μαλούτας Θωμάς, Σπυρέλλης Σταύρος (επιμ.), Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, 2015. (http://www.athenssocialatlas.gr/%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%BF/338/
Αναφορά λήμματος
Μπουρνόβα, Ε. (2020) Η ισπανική γρίπη στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/η-ισπανική-γρίπη-στην-αθήνα/ , DOI: 10.17902/20971.98
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Quand Athènes a du se confronter à la grippe espagnole, στο Isabelle Seguy, Monica Ginnaio, Luc Buchet (sous la direction de), Les conditions sanitaires des populations du passe, Editions APDCA-Antibes-2018, p.p. 237-255.
- Valaoras V (1959) Demographical history of modern Greece (1860-1965), Review of economical and political sciences, 1-2, p. 1-31.
- Κοπανάρης Φ (1933) Η δημόσια υγεία εν Ελλάδι, τύποις Χρ. Χρονόπουλου, Αθήνα, p.p. 108.
- Ανδριανάκος Τ (1925) Η μαιευτική και γυναικολογία εν Ελλάδι, τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, Αθήνα, p.p. 179.
- Bournova Ε., Dimitropoulou Μ. (2015) Stratification socioprofessionnelle de la capitale, 1860-1940 in Maloutas T., Spyrellis S. (eds) (2015) Athens Social Atlas. Digital compendium of texts and visual material (https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/κοινωνικοεπαγγελματική-γεωγραφία-1860-1940/)