Οδικά έργα και κυκλοφοριακή οργάνωση
2015 | Δεκ
Αν περιγράφονταν οι δρόμοι με μοναδικά κριτήρια τη γεωμετρία, τη θέση τους και τη μηχανική κυκλοφορία, θα παραλειπόταν κάτι πολύ σημαντικό: η ζωή που αναπτύσσεται πάνω τους. Ο δρόμος είναι, ή τουλάχιστον ήταν για χιλιάδες χρόνια στις τότε συμπαγείς πόλεις, δημόσιος χώρος – αυλή της μεγάλης πλειονότητας των σπιτιών, που δεν διέθεταν παρά μόνον ελάχιστα τετραγωνικά εσωτερικού χώρου –ώστε δεν ήταν πολύ ευχάριστο να μένεις μέσα– και σχεδόν καθόλου ακάλυπτο ιδιωτικό. Η πρόσβαση στο δρόμο ήταν άμεση, γιατί η δόμηση ήταν χαμηλή, κατά κανόνα ισόγεια. Ο δρόμος λοιπόν ήταν τόπος για να περπατάς, αλλά και να στέκεσαι, να συναντιέσαι και να πληροφορείσαι. Οι αποστάσεις ήταν μικρές, γιατί η έκταση των πόλεων ήταν πάντα ανάλογη με το διαθέσιμο μέσο ή τρόπο μετακίνησης. Όσο αυτός δεν ήταν άλλος από τα πόδια, η ακτίνα ήταν πολύ μικρή.
Η επιφάνεια της Αθήνας παρέμεινε περίπου η ίδια από την αρχαιότητα μέχρι και την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους, τότε που κατεδαφίστηκε το τείχος του Χασεκή. Το 1830 η Αθήνα δεν είχε δρόμους ούτε για κάρα. Τα μεταφορικά μέσα ήταν μουλάρια και καμήλες. Τα πρώτα κάρα ήρθαν επί Καποδίστρια και για χάρη τους έγιναν τα πρώτα έργα οδοποιίας. Στη συνέχεια και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε ήρθε το αυτοκίνητο και λίγο μετά οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, η ανάπτυξη της πρωτεύουσας ήταν εξαιρετικά περιορισμένη –μετά βίας η ακτίνα της, με κέντρο την πλατεία Ομονοίας ξεπερνούσε τα 4 χλμ.– και στηρίχτηκε στο τραμ (αρχικά ιππήλατο) και λίγο αργότερα στο λεωφορείο. Αρχές του ‘60, με την ιδιοκτησία αυτοκινήτου να αυξάνει αλματωδώς, όλα αλλάζουν. Οι δρόμοι χάνουν τις δενδροστοιχίες τους, τον κόσμο που περπατούσε ή στέκονταν, τα παιδιά που έπαιζαν και τις μονοκατοικίες που αντικαθίστανται από πολυκατοικίες. Η πόλη επεκτείνεται ραγδαία, καθ’ ύψος και οριζόντια.
Η νέα πολεοδομική πραγματικότητα, στηριγμένη στο αυτοκίνητο, φυσικά είχε ανάγκη από ακτινικές αρτηρίες, που να συνδέουν την περιφέρεια με το κέντρο. Μεγάλοι αστικοί δρόμοι είχαν ήδη χαραχτεί από τον 19ο αιώνα, αρχικά με βάση το σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Επρόκειτο για δρόμους όπως η Σταδίου, η Πειραιώς, η Αθηνάς, η Ερμού … Χαράξεις ανυποψίαστες για το επερχόμενο αυτοκίνητο. Σκοπός της δημιουργίας τους ήταν να εμπλουτίσουν το μεσαιωνικό ακανόνιστο ρυμοτομικό της πόλης με βουλεβάρτα, δηλαδή γραμμικούς δημόσιους χώρους συγχρόνως για κίνηση (κυρίως περπάτημα) και για στάση. Πρόσθετος προορισμός τους ήταν να απομακρύνουν τη βυζαντινή – τούρκικη εικόνα της πόλης και στη θέση της να εγκαταστήσουν, μέσω ευθυγραμμιών και συμμετριών, νεοκλασικές χαράξεις, , που να τη συνδέουν αμεσότερα με το κλασσικό παρελθόν της και να υπηρετούν καλύτερα τον νέο ρόλο που είχε αναθέσει στην Αθήνα η Ευρώπη.
Στο σχέδιο προστέθηκε γρήγορα, παράλληλα στην Σταδίου, η Πανεπιστημίου, που μαζί με τη συμμετρική της (τη σημερινή κουτσουρεμένη και συρρικνωμένη Κεραμεικού) αγκάλιαζαν το βόρειο νεοκλασικό τμήμα της Αθήνας της εποχής – το νότιο τμήμα, Ψυρρή, Μοναστηράκι και Πλάκα κράτησε οριστικά το βυζαντινό ρυμοτομικό του. Ο σκοπός τους ήταν να οριοθετήσουν την ιστορική πόλη, δίνοντάς της ένα εύκολα αντιληπτό κανονικό σχήμα, συνεπές στον ορθολογισμό της νεοκλασικής πολεοδομίας, η οποία είχε ενστερνιστεί τις υποτιθέμενες αρχές σχεδιασμού των αρχαίων κλασικών.
Στα 1878 η Αθήνα απέκτησε δύο ακόμη, πολύ μεγαλύτερης κλίμακας, ευθύγραμμες, όχι νεοκλασικές, όμως λειτουργικές χαράξεις. Τις λεωφόρους Αλεξάνδρας και Συγγρού. Η πρώτη, απολύτως αστική και πεπερασμένη, μεταξύ Πατησίων και Κηφισίας, αναδείχτηκε προοδευτικά σε μεγάλο πολιτιστικό βουλεβάρτο της προπολεμικής, αλλά και μεταπολεμικής Αθήνας. Η δεύτερη μετατράπηκε σε αυτοκινητόδρομο, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα αποκοπής και περιβάλλοντος σε Καλλιθέα και Νέα Σμύρνη.
Η Συγγρού είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα, ίσως από τα πιο θεαματικό, αρχαίων ή βυζαντινών δρόμων που συνέδεαν τη βυζαντινή πόλη με την ευρύτερη περιφέρειά της και που μετατράπηκαν σε αρτηρίες, ακτινικές προφανώς ως προς το σύγχρονο κέντρο. Αυτή η οδική υποδομή επηρέασε ανάλογα και την κατανομή δραστηριοτήτων στη σύγχρονη Αθήνα, οι οποίες πράγματι, αναπτύχθηκαν γραμμικά κατά μήκος των ακτινικών αρτηριών, έτσι ώστε να απολαμβάνουν τη βέλτιστη πρόσβαση. Η απομάκρυνσή τους στην περιφέρεια, όπως έγινε στις περισσότερες πόλεις της Ευρώπης, ήταν αδύνατη γιατί ακόμη ούτε εθνική οδός, ούτε Αττική Οδός υπήρχαν.
Τα προάστια, που προστέθηκαν με ταχείς ρυθμούς ραγδαία στην Αθήνα, οικοδομήθηκαν σχεδόν με την ίδια υψηλή πυκνότητα που χαρακτήριζε τις κεντρικές περιοχές κατοικίας της πρωτεύουσας των αρχών του ‘70. Η υψηλή πυκνότητα οφείλεται στο ότι οι ιδιώτες συστηματικά εμπόδισαν την πολιτεία να εφαρμόσει σχεδιασμούς που θα αφαιρούσαν χώρο από τη γη τους, ώστε να δοθεί το απαραίτητο πλάτος σε πεζοδρόμια για περπάτημα, για στάση και για πράσινο, σε ποδηλατόδρομους ή σε λεωφορειολωρίδες. Δεν εφαρμόστηκε πραγματικό σχέδιο στην Αθήνα. Διαδοχική νομιμοποίηση πολεοδομικών τετελεσμένων έγινε. Για παράδειγμα, ήδη το 1925 το σχέδιο της Αθήνας ήταν συρραφή 79 χωριστών τμημάτων και 502 αποσπασμάτων τροποποιήσεων, εγκρίσεων ιδιωτικών οδών, επεκτάσεων με κερδοσκοπική πρωτοβουλία κτηματιών κ.λπ. Η Αθήνα, έτσι, ελάχιστα πέτυχε προς την κατεύθυνση της «δημόσιας» πόλης. Παρέμεινε «ιδιωτική». Προβάδισμα δόθηκε συστηματικά στο ιδιωτικό απέναντι στο δημόσιο και αυτό αντανακλάται στην τεράστια διαφορά του ύψους των επενδύσεων μεταξύ των ιδιωτικών οικοδομημένων όγκων και του δημόσιου οδικού δικτύου, το οποίο στις περιοχές κατοικίας προοδευτικά μετατράπηκε σε ένα απέραντο πάρκινγκ. Οι λίγες εξαιρέσεις είναι κάποιες βασικές αρτηρίες, έντονα υπεραστικού χαρακτήρα, με σημαντικότερες τον άξονα Συγγρού – Καλλιρόης – Βασιλέως Κωνσταντίνου – Βασιλίσσης Σοφίας – Κηφισίας, την εθνική οδό προς Θεσσαλονίκη, τη λεωφόρο Ποσειδώνος και την ιδιωτική Αττική Οδό. Η τελευταία, αξίζει να τονιστεί, ότι συνέβαλε καθοριστικά στην άμβλυνση της αποκοπής μεταξύ δυτικής και κεντρικής/ανατολικής Αθήνας. Όλοι οι παραπάνω δρόμοι, σε συνδυασμό με την αύξηση της ιδιοκτησίας αυτοκινήτου, είχαν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση σε απόλυτους αριθμούς της κυκλοφορίας αυτοκινήτων, την οποία δεν απέτρεψε η κατασκευή του μετρό.
Ουσιαστικός κυκλοφοριακός σχεδιασμός, που θα ιεραρχούσε το οδικό δίκτυο και θα απομάκρυνε τις διαμπερείς ροές από τις γειτονιές, ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Οι «περιοχές ήπιας κυκλοφορίας» με μέγιστη ταχύτητα τα 30 χλμ/ώρα, οι «ήρεμες γειτονιές», οι «δρόμοι ποδηλάτου», όπου συνυπάρχει ποδήλατο και αυτοκίνητο, με την προτεραιότητα να ανήκει στο πρώτο, οι «πράσινοι δρόμοι» ή οι «πράσινες ροές», οι «δρόμοι ήπιας συνύπαρξης όλων των χρηστών», τα «αστικά βουλεβάρτα» και τόσες άλλες εφαρμογές, που συναντώνται συχνά στις ευρωπαϊκές πόλεις, για την Αθήνα είναι άγνωστες, διότι κανείς δεν τόλμησε να θέσει ως προτεραιότητα αυτό που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από αρκετά χρόνια ζητά: τη μείωση του αριθμού και της ταχύτητας των αυτοκινήτων. Αντίθετα, η πολιτική του αρμόδιου υπουργείου είναι η παθητική αποδοχή των αναπτυσσόμενων ροών και η διοχέτευσή τους, ακόμη και μέσα από τις γειτονιές, ώστε να παρακάμπτονται τμήματα αρτηριών που είναι κορεσμένα. Ερωτήματα όπως «πόσα αυτοκίνητα αντέχει το περιβάλλον της Αθήνας και ο κάθε δρόμος ξεχωριστά» δεν τίθενται. Απέναντι στο πρόβλημα του κορεσμού συνεχίζουν κάθε φορά να δίνονται ad hoc, λύσεις, με αφαίρεση και άλλου χώρου από τον πεζό και το πράσινο, από τον ελάχιστο που τους έχει απομείνει.
Η τύχη του οδικού δικτύου είναι συνδεδεμένη με την τύχη της δημόσιας συγκοινωνίας, του περπατήματος και του ποδηλάτου. Αν η Αθήνα, τιμώντας το ρόλο της ως ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, έδινε έμφαση στην προώθηση αυτών των παραπάνω τριών πυλώνων της βιώσιμης κινητικότητας, τότε αυτό θα σημαίνει ότι θα τους παρείχε χώρο που θα αφαιρείτο από το αυτοκίνητο. Τότε θα ξεκινούσε μια νέα περίοδος για τους δρόμους της πόλης που θα χαρακτηριζόταν από βελτίωση της αισθητικής τους και ανάδειξή τους σε ελκυστικούς τόπους ζωής, συνάντησης και κοινωνικότητας. Τα οφέλη για το περιβάλλον, την υγεία και την οικονομία θα είναι τεράστια.
Αντίθετα τώρα, ενώ οι δρόμοι στις γειτονιές αφήνονται ως έχουν, συζητείται η υλοποίηση μόλις ξεπεραστεί η κρίση νέων αυτοκινητόδρομων, που θα υποστηρίξουν την ακόμη μεγαλύτερη επέκταση της Αθήνας, όπως η υποθαλάσσια σήραγγα της Σαλαμίνας και η σήραγγα Αργυρούπολης στον Υμηττό. Θα ενσωματώσουν στην μητροπολιτική επιφάνεια Σαλαμίνα και Μεσόγεια, με τη δεύτερη σήραγγα να σημαίνει ότι μια ακόμη «Συγγρού», από τα ανατολικά αυτή τη φορά, θα καταλήγει στο Σύνταγμα. Τα έργα αυτά φυσικά θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της κυκλοφορίας αυτοκινήτων στην πρωτεύουσα με ότι αυτό συνεπάγεται.
Αναφορά λήμματος
Βλαστός, Θ. (2015) Οδικά έργα και κυκλοφοριακή οργάνωση, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/οδικά-έργα/ , DOI: 10.17902/20971.56
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Βλαστός Θ (2004) Η ανθρώπινη κλίμακα στον κυκλοφοριακό σχεδιασμό στην εποχή της παγκοσμιοποίησης των μεταφορών. Οικοτοπία 29: 30–33.
- Βλαστός Θ (2011) Βιώσιμος κυκλοφοριακός σχεδιασμός και οι πραγματικές ανατροπές για τη σημερινή ελληνική πόλη. Η περίπτωση του κέντρου της Αθήνας. ΕΛΙΑΜΕΠ. Available from: http://www.diavouleusi.eliamep.gr/house-policy/βιώσιμος-κυκλοφοριακός-σχεδιασμός-κ/ (ημερομηνία πρόσβασης 11 Μάρτιος 2011).
- Βλαστός Θ (2012) Ελεγείο του αστικού συμπαγούς. Σχόλια ως προς τις χωρικές και κοινωνικές προϋποθέσεις για την προσπελάσιμη πόλη σε συνθήκες εντεινόμενης οικονομικής ανισότητας. Περιβάλλον και Δίκαιο 3: 435–448.
- Βλαστός Θ και Μηλάκης Δ (2006) Πολεοδομία vs μεταφορές: από την απόκλιση στη σύγκλιση. 1η έκδ. Αθήνα: Παπασωτηρίου.
- Βλαστός Θ και Μπιρμπίλη Τ (2000) Για την ανακατασκευή του δρόμου και την ανάκτηση των χαμένων ποιοτήτων του. Επτάκυκλος 16–17: 38–48.