Μεταξουργείο / Κεραμεικός και Γκάζι: «εξευγενισμός» και πολυπολιτισμικότητα στο λόγο των νέων κατοίκων
Γιαννακόπουλος Κώστας
Γειτονιές, Δομημένο Περιβάλλον, Πολιτική
2015 | Δεκ
To κείμενο αυτό αφορά τη συνύπαρξη διαφορετικών κοινωνικών / πολιτισμικών ομάδων στον Κεραμεικό και το Γκάζι και τον τρόπο με τον οποίο οι μεταξύ τους σχέσεις εγγράφονται στον αστικό χώρο, αλλά και διαμορφώνονται από αυτόν (Soja 1989). Τα δεδομένα στα οποία στηρίζεται προέρχονται από εθνογραφική έρευνα που πραγματοποιώ από το 2006 (Γιαννακόπουλος 2010).
Οι γειτονιές αυτές θεωρούνταν υποβαθμισμένες λόγω της εγκατάλειψής τους από παλιότερους κατοίκους και της εγκατάστασης μεταναστών. Ωστόσο, τα τελευταία δέκα χρόνια μεσοαστοί, κυρίως επιστήμονες και καλλιτέχνες, επιλέγουν την περιοχή ως τόπο κατοικίας. Ανακαινίζουν παλιές μονοκατοικίες ή διαμερίσματα σε παλιές πολυκατοικίες, αλλά και εγκαθίστανται σε μοντέρνες, πολυτελείς πολυκατοικίες που ανεγείρονται από κατασκευαστικές εταιρίες οι οποίες είχαν αγοράσει οικόπεδα προβλέποντας και προκαλώντας τη μελλοντική εγκατάσταση μεσοαστών στην περιοχή.
Παράλληλα, η περιοχή έχει γίνει τόπος εγκατάστασης μπαρ, εστιατορίων και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, «εναλλακτικών» αλλά και πιο «εμπορικών». Το Γκάζι αποκαλείται και gay village / γκέι χωριό, αφού τα περισσότερα γκέι μπαρ της Αθήνας έχουν μεταφερθεί εκεί. Υπάρχει μια διάκριση, ως προς τον χαρακτήρα της περιοχής, ανάμεσα στο Γκάζι –δηλαδή τη γειτονιά που εκτείνεται μετά την Ιερά Οδό όπως έρχεται κανείς από την Ομόνοια– και τον Κεραμεικό –που χωροθετείται πριν από την Ιερά Οδό: Το Γκάζι θεωρείται περισσότερο τόπος εγκατάστασης μπαρ και κέντρων διασκέδασης, ενώ ο Κεραμεικός περισσότερο τόπος κατοικίας.
Η εγκατάσταση «νεοαστών» κατοίκων και τόπων μιας κυρίως νεανικής διασκέδασης είναι χαρακτηριστική μιας διαδικασίας ανάπλασης, «εξευγενισμού» (gentrification) υποβαθμισμένων περιοχών του κέντρου πολλών δυτικών και άλλων μεγαλουπόλεων. Ο «εξευγενισμός» στις εν λόγω περιοχές δεν έχει ολοκληρωθεί εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να κατοικούνται και από μετανάστες και, εν γένει, από έναν ετερογενή πληθυσμό. Πρόσφατα, ωστόσο, επενδυτές όπως η εταιρία Οliaros με επικεφαλής τον επιχειρηματία στον χώρο του real-estate Ιάσονα Τσάκωνα, επιχειρούν την ολοκλήρωση του εξευγενισμού με την υποστήριξη του υπουργείου Ανάπτυξης και του Δήμου Αθηναίων.
Η νέα αυτή κίνηση ανάπλασης, ή αστικής αναζωογόνησης όπως έχει χαρακτηριστεί από τον δήμο και το υπουργείο, έχει αναζωπυρώσει τις παλιές διαμάχες μεταξύ διαφόρων κοινωνικών, πολιτιστικών και πολιτικών ομάδων οι οποίες είναι εγκατεστημένες ή δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Σε γενικές γραμμές, οι απόψεις για την ανάπλαση μπορούν να διαχωριστούν σε δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη υποστηρίζει την ανάπλαση ως μέσο αναβάθμισης της περιοχής που μαστίζεται από την «ανομία», δηλαδή το εμπόριο και τη χρήση ναρκωτικών, την πορνεία και τη μικρή εγκληματικότητα (κλοπές κλπ.). Σύμφωνα με την δεύτερη, το νέο στάδιο της ανάπλασης αποτελεί την αφορμή για μια επιχείρηση αστυνόμευσης και τελικά εκδίωξης των μεταναστών και των περιθωριοποιημένων ομάδων / ατόμων από τις γειτονιές αυτές του κέντρου της Αθήνας. Οι υπερασπιστές της πρώτης κατεύθυνσης απόψεων είναι κυρίως μεσοαστοί νέοι κάτοικοι, αλλά και πολλοί από τους εναπομείναντες παλιότερους Έλληνες κατοίκους, ενώ της δεύτερης είναι κάτοικοι ή και συχνοί επισκέπτες της περιοχής που ανήκουν στην αριστερά και τον αντιεξουσιαστικό / αναρχικό χώρο.
Στη συνέχεια θα αναδείξουμε την πρώτη ομάδα απόψεων, όπως κυρίως εκφράζεται από τους μεσοαστούς νέους κατοίκους της περιοχής οι οποίοι αποτελούν και τον κύριο φορέα του «εξευγενισμού». Ωστόσο, και οι υπερασπιστές της δεύτερης ομάδας απόψεων, παρά την αντίθεσή τους στην «ανάπλαση», συμβάλλουν έστω και άθελά τους στον «εξευγενισμό» μέσα από την παρουσία τους και μόνο, ως κάτοικοι ή θαμώνες. Όπως συνάγεται από τις συνεντεύξεις που πήρα από νέους κατοίκους, ένας από τους κυριότερους λόγους για τον οποίο εγκαταστάθηκαν στην περιοχή είναι η έλξη, η γοητεία που τους ασκεί το κέντρο της Αθήνας. Χαρακτηριστικά, οι «εναλλακτικοί» αυτοί μεσοαστοί αυτοπροσδιορίζονται ως «παιδιά του κέντρου», διακρίνοντας τους εαυτούς τους από τους μεσοαστούς των προαστίων. Η έλξη και ο αυτοπροσδιορισμός αυτός συγκροτείται με βάση επιλεκτικές, αποσπασματικές εικόνες της περιοχής, όπως η ύπαρξη «εναλλακτικών» μπαρ, πολιτιστικών κέντρων ή και πεζόδρομων που θυμίζουν παλιές γραφικές αθηναϊκές γειτονιές.
Η γραφικότητα της περιοχής, ο «λαϊκοπαραδοσιακός» χαρακτήρας της, αλλά και η «πολυπολιτισμικότητά» της –δηλαδή η ύπαρξη των μεταναστών που «δίνουν χρώμα στη γειτονιά»– αποτελούν συστατικά στοιχεία της απόφασης των μεσοαστών αυτών να την επιλέξουν ως τόπο κατοικίας. Η γοητεία της γραφικότητας και της πολυπολιτισμικότητας συνδέεται άμεσα με την απόρριψη από τους συνομιλητές μου των κυρίαρχων ξενοφοβικών αντιλήψεων, οι οποίες τους διακρίνουν από τους κλασσικούς μεσοαστούς, αλλά και από τους παλιότερους Έλληνες κατοίκους της περιοχής. Με άλλα λόγια, παρατηρούμε εδώ μιαν αντίληψη σύμφωνα με την οποία αναζητούνται τρόποι συνύπαρξης, συγκατοίκησης διαφορετικών κοινωνικών / πολιτισμικών ομάδων, η οποία φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να αντιπαρατίθεται με την αντίληψη των μεσοαστών εκείνων που επιλέγουν να κατοικήσουν σε περίκλειστες (gated) κοινότητες μεγαλουπόλεων, δυτικών και άλλων. Ωστόσο, η υπεράσπιση της πολυπολιτισμικότητας έρχεται αντιμέτωπη με την σύγχρονη πραγματικότητα του κέντρου της Αθήνας, έστω και αν στην ελληνική πρωτεύουσα ίσως είναι υπερβολή να μιλήσουμε για κοινωνική έρημο που έχει προκαλέσει η εγκατάλειψη των downtown των μεγαλουπόλεων σύμφωνα με τον Davis (2008). Με άλλα λόγια, το ζήτημα που τίθεται στους «εναλλακτικούς» αυτούς μεσοαστούς είναι το πώς θα συνδυάσουν την απόρριψη της ομοιογένειας των «πληκτικών» βορείων προαστίων και την συνακόλουθη υπεράσπιση, τουλάχιστον στα λόγια, της «πολυπολιτισμικότητας» με τους «κινδύνους» της συνύπαρξης με διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Και κατά προέκταση: πώς εννοιολογείται η συνύπαρξη διαφορετικών κοινωνικών ομάδων και, τελικά, η διαφορά (diversity) σε συνδυασμό με τον «εξευγενισμό» της γειτονιάς;
Όπως δείχνουν οι παρεμβάσεις τους στο χώρο, η λύση που επιλέγουν στα παραπάνω ερωτήματα οι μεσοαστοί πρωτοπόροι της «επανακατοίκησης» του ιστορικού κέντρου της Αθήνας είναι ο εξευγενισμός, ο εξωραϊσμός της περιοχής: πράσινες παρεμβάσεις, ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων και διατηρητέων ακινήτων, καθαρισμός. Ωστόσο, οι προσπάθειές τους αυτές συχνά προσκρούουν ή και ακυρώνονται από την σύγχρονη πραγματικότητα της πόλης.
Οι χωρικές αυτές παρεμβάσεις αναλαμβάνονται συνήθως από ιδιώτες ή ενώσεις πολιτών, αλλά μερικές φορές συνεπικουρούνται από τον Δήμο Αθηναίων.
Χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια ανάδειξης της αρχιτεκτονικής αξίας των κτηρίων, η αποκατάσταση των παρτεριών, η δενδροφύτευση και ο άπλετος σύγχρονος φωτισμός στην οδό Ιάσονος.
Η ανάπλαση στην Ιάσονος συνδέεται με το γεγονός ότι στο δρόμο αυτό λειτουργούν είκοσι οίκοι ανοχής και συνέπεσε χρονικά με την απαίτηση του επενδυτή Ι. Τσάκωνα για την εκδίωξη των οίκων ανοχής από τον Κεραμεικό. Με άλλα λόγια, η «εξωραϊστική» αυτή δραστηριότητα των μεσοαστών νέων κατοίκων αποσκοπεί στην προσαρμογή, ενσωμάτωση της γειτονιάς στις δικές τους αντιλήψεις και πρότυπα για τον χώρο, αλλά και την πολυπολιτισμικότητα. Η γειτνίαση, η συνύπαρξη με τον Άλλον –κυρίως τους μετανάστες– είναι εκείνη της διακριτικής ιεραρχικής απόστασης, μιας φιλικής προς την ετερότητα, φολκλορικής, αλλά σαφώς ιεραρχικής διαφοροποίησης.
Η διαφοροποίηση αυτή αποτυπώνεται στο χώρο, αλλά ταυτόχρονα συγκροτείται και με όρους χώρου. Παραθέτω ενδεικτικά τα λόγια της πολιτικού μηχανικού της κατασκευαστικής εταιρίας της πολυτελούς –λεγόμενης εναλλακτικής– πολυκατοικίας στην οδό Μυλλέρου για το πώς συγκροτείται αρχιτεκτονικά μια αποσπασματική, αποστασιοποιημένη, αφ’ υψηλού “φωτογραφική θέαση” (Σταυρίδης 2002) του Άλλου: «το κτήριο είναι inviting προς τη γειτονιά, δηλαδή το κτήριο δεν στρέφει την πλάτη του προς τη γειτονιά και να πει: α! εμείς έχουμε ένα ωραίο κτήριο και δεν θέλουμε να σας βλέπουμε γιατί είστε πιο άθλιοι από μας (…) Έχει κάτι μεταλλικά πλέγματα που είναι διάφανα και βλέπεις όλες αυτές τις μπουγάδες σαν μέσα από ομίχλη, λίγο φλουταρισμένες». Ο Άλλος, όταν είναι διαφορετικός και φτωχός γίνεται αποδεκτός ως αισθητικοποιημένη σκηνογραφία.
Αναφορά λήμματος
Γιαννακόπουλος, Κ. (2015) Μεταξουργείο / Κεραμεικός και Γκάζι: «εξευγενισμός» και πολυπολιτισμικότητα στο λόγο των νέων κατοίκων, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/ο-λόγος-των-εξευγενιστών/ , DOI: 10.17902/20971.8
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Γιαννακόπουλος Κ (2010) Ένα κενό μέσα στη πόλη: Χώρος, διαφορά και ουτοπία στον Κεραμεικό και το Γκάζι. Στο: Γιαννακόπουλος Κ και Γιαννιτσιώτης Γ (επιμ.), Αμφισβητούμενοι χώροι στην πόλη. Χωρικές προσεγγίσεις του πολιτισμού, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, σσ 117–138.
- Σταυρίδης Σ (2002) Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή. Τσατσούλης Δ (επιμ.), Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
- Davis M (2008) Πέρα από το Blade Runner. Αστικός έλεγχος–Η οικολογία του φόβου. Ηλιάδης Ν (επιμ.), Αθήνα: Futura.
- Soja EW (1989) Postmodern geographies: The reassertion of space in critical social theory. London, New York: Verso.