Νεολαία και πολιτική: Η πολιτικότητα των νέων στην Αθήνα της κρίσης
2015 | Δεκ
Η συστηματικά παρατηρούμενη μέχρι την κρίση απομάκρυνση των νέων από την πολιτική -με την έννοια του μειωμένου πολιτικού ενδιαφέροντος και της μικρότερης έμπρακτης συμμετοχής συγκριτικά με νέους/ες προηγούμενων περιόδων, αλλά και συγχρόνων τους μεσηλίκων-, μοιάζει με την κρίση να αναχαιτίζεται, ακόμη και να αναστρέφεται. Αν σε όλες τις εμπειρικές έρευνες από τη δεκαετία του 1990, τεκμηριώνεται, όπως ήδη είπαμε, η εικόνα της ελληνικής νεολαίας σε αρμονία με άλλους/ες Ευρωπαίους/ες της ίδιας γενιάς, ως πρωτίστως ατομοκεντρικής, με μειωμένες κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες και ενδιαφέρον για συμμετοχή σε πολιτικές συλλογικότητες, η κρίση, ως ισχυρότατος (ανα)κοινωνικοποιητικός παράγοντας, λειτούργησε και στο πεδίο αυτό καταλυτικά, αν και εν μέρει αντιφατικά. Ήδη όμως από το 2008 τα γεγονότα του Δεκεμβρίου προκάλεσαν έκπληξη και αποτέλεσαν κατά κάποιο τρόπο προάγγελο της επανάκαμψης των νέων στην πολιτική, με βασικούς σταθμούς τα γεγονότα του 2011, αλλά και την πολιτική παρουσία της νεολαίας στις εκλογές της κρίσης.
Η κρίση ως ισχυρός παράγοντας ανακοινωνικοποίησης
Αν η μελέτη των νέων επιτρέπει σε μια κοινωνία να διαμορφώσει υποθέσεις για το μέλλον της, η κρίση και κυρίως η διαχείριση που της επιφυλάχτηκε -η οποία δημιούργησε φτώχεια κι εξαθλίωση με τεράστια ποσοστά ανεργίας στη νεολαία πλήττοντας βάρβαρα την ιδιότητα του πολίτη και τη δημοκρατία-, αποτελούν ισχυρότατους (ανα)κοινωνικοποιητικούς παράγοντες. Με αυτή την έννοια, η κρίση όχι μόνο έχει συνέπειες πολύ ευρύτερες των οικονομικών, αλλά θα έχει και πολύ πιο μακροχρόνιες από αυτές, αν υποθέσουμε ότι η χειρότερη φάση της ύφεσης θα υποχωρήσει σε εύλογο χρονικό διάστημα. Τα πολιτισμικά φαινόμενα, οι στάσεις και οι αντιλήψεις έχουν πολύ μεγαλύτερες διάρκειες και οι ισχυρές κοινωνικοποιήτικές εμπειρίες, σαν αυτές που γεννά η παρούσα κρίση, πολύ πιο μακροχρόνιες συνέπειες από την ύφεση καθεαυτή, αφού διαμορφώνουν πολιτικές προδιαθέσεις (Παντελίδου Μαλούτα 1987, 2012). Παράλληλα, στην κρίση απαξιώθηκε de facto περαιτέρω η υπάρχουσα κοινωνικοπολιτική οργάνωση, αλλά και η ιδεολογική ηγεμονία του νεο-φιλελεύθερου ιδεολογήματος «εγώ να (θα) τα καταφέρω». Έτσι, ενδείξεις από πρόσφατα δημοσκοπικά δεδομένα προβάλλουν ως θεμιτή την υπόθεση ότι οι μη συμμετοχικοί/ές νέοι/ες, που θεωρούσαμε ότι ως γενιά ενδιαφέρονταν μόνο «για πάρτη τους», ωθούνται προς μια αναστοχαστική διαδικασία, η οποία έχει ως ενδεχόμενη απόληξη και την επιθυμία ριζικής αλλαγής στις συνθήκες κοινωνικής συμβίωσης, και μάλιστα ως ηθικά μη αποδεκτές. Ακόμη και ανεπεξέργαστες πολιτικές παρεμβάσεις, εξάλλου, με τη μορφή ξεσπάσματος οργής, μπορεί να συμβάλουν στη δόμηση ενός «εμείς» που θα μετεξελιχθεί σε συλλογικό όραμα αλλαγών.
Έγινε φανερό, κυρίως στα γεγονότα διαμαρτυρίας από το 2011 και μετά, ότι οι νέοι/ες επανακάμπτουν στην πολιτική και ενίοτε διεκδικούν άλλη λύση, στη βάση άλλης αντίληψης για τη συλλογική συμβίωση. Παρότι αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης ποιο είναι το «εμείς» που δομείται στις αυθόρμητες διαμαρτυρίες σε συνθήκες κρίσης και ιδιαίτερα στα συγκρουσιακά γεγονότα του 2011. Και ενώ συχνά είναι φανερή η ατομοκεντρική αφετηρία, ακόμη και το ότι πρόκειται για εκδηλώσεις συμμετοχής μη συμμετοχικών πολιτών και αυτές λειτουργούν κοινωνικοποιητικά: Το «εμείς» δομείται στην πράξη και ενδεχομένως μετεξελίσσεται προς μια κατεύθυνση που είναι εγγενής στη δημοκρατία: Δηλαδή αυτής του δημοσίου συμφέροντος, της αλληλεγγύης και της έμφασης στη συλλογική επίλυση προβλημάτων. Η ελληνική εμπειρία από την κρίση το 2010-11 πράγματι έδειξε ότι, όταν υπάρχει κρίση και στην αντιπροσώπευση, τότε, δίπλα στο σημαντικό ποσοστό πολιτών που είναι προσανατολισμένα στην αποχή, τη λευκή ή την άκυρη ψήφο [1], υπάρχει και ένα άλλο σημαντικό ποσοστό που εκφράζεται αδιαμεσολάβητα. Δηλαδή συμμετέχει, κινητοποιούμενο συχνά με τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας, παρακάμπτοντας τους απαξιωμένους πολιτικούς θεσμούς, με οριζόντιες μορφές οργάνωσης, σε πλατείες, γειτονιές κλπ. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι είναι άλλοι οι φορείς της αποχής και άλλοι αυτοί που συμμετέχουν ως «αγανακτισμένοι», καταγγέλλοντας. Ενδεχομένως κάτι αντίστοιχο, αλλά με πιο περίπλοκες κοινωνιολογικές προεκτάσεις και εντονότερη τη σημασία της ηλικίας, να υποδήλωναν και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 [2]. Πάντως, γίνεται φανερό από τα στοιχεία έρευνας του ΕΚΚΕ του 1ου εξαμήνου του 2012 για την κρίση, ότι οι νεότερες ηλικίες είναι αυτές που συμμετείχαν μαζικότερα στις λαϊκές συνελεύσεις σε πλατείες και στις συγκεντρώσεις των «αγανακτισμένων» στην Αθήνα: Στο δείγμα της έρευνας, κατά 41,9%, έναντι μ.ο. 35%, δηλώνουν ότι συμμετείχαν νέοι/ες 18-24 ετών σε λαϊκές συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα ή σε γειτονιές, και κατά 50% έναντι 41,2% σε συγκεντρώσεις «αγανακτισμένων». Ενώ το 2011 καταγράφεται ήδη στους/ις νέους/ ες μια τάση πολυποίκιλης και πολύμορφης (επιθυμίας και έμπρακτης) συμμετοχής, με σχεδόν όλες τις μορφές δράσης να διαπλέκονται μεταξύ τους (Κακεπάκη 2013), οι εκλογές του 2012 θα ολοκληρώσουν την εικόνα της επανάκαμψης των νέων στην πολιτική διαδικασία, καθώς και της διαπλοκής και του πολυποίκιλου των διόδων συμμετοχής τους. Διότι αν, αναμφίβολα οι πλατείες και οι λαϊκές συνελεύσεις συνέβαλαν στη εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, η (μέχρι τότε αδιαμεσολάβητη) πολιτική παρέμβαση των νέων δεν έληξε με αυτήν. Αντίθετα, προστέθηκε σε μεγάλο βαθμό σε αυτήν η αποδοχή, από την πλευρά τους, και της θεσμοθετημένης πολιτικής παρέμβασης.
Παράλληλα, φάνηκε στην κρίση ότι δεν έχει λήξει ούτε η υπόθεση του φεμινισμού. Τα αιτήματα για το φύλο συγκροτούν πάντα σημαντικό δημοκρατικό διακύβευμα όσο η γλώσσα προβάλει ακόμη βίαια σεξιστική, δηλαδή ανίκανη να προωθήσει και να αφομοιώσει αλλαγές στην κοινωνική συμβίωση, όσο ρόλοι και πρότυπα φύλου είναι έντονα διαφοροποιημένα, ιεραρχικά και επιβαρυντικά για τις γυναίκες. Κι αυτό, παρότι συχνά οι νέες γυναίκες θεωρούν ότι αυτή η ανισότητα τις αφορά λιγότερο. (Παντελίδου Μαλούτα 2010). Εάν δε η οπτική του φύλου μοιάζει να είναι κατά κανόνα απούσα από τις διεκδικήσεις και από τα γεγονότα διαμαρτυρίας που σημειώνονται σε πολλές χώρες με αφορμή την κρίση, ωστόσο, είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι, νέες γυναίκες είναι όλο και περισσότερο ορατές, παρούσες σε τέτοιες εκδηλώσεις, ακόμη και σε κοινωνίες με παραδοσιακότατο σύστημα έμφυλων σχέσεων, όπως στην Ελλάδα. Και αυτό, από μόνο του, είναι ίσως ισχυρότατη ένδειξη έμφυλης διεκδίκησης. Πράγματι, αν γενικά υστερούν στις καθιερωμένες μορφές πολιτικής συμμετοχής, η έρευνα του ΕΚΚΕ για την κρίση καταγράφει μια εικόνα υψηλής συμμετοχικότητας των νέων γυναικών σε όλες τις νέες διόδους συμμετοχής και τις εναλλακτικές μορφές κινητοποίησης, σε ποσοστά αντίστοιχα των νέων ανδρών (Κακεπάκη 2013).
Bλέπουμε επιπλέον τις νέες 15 με 29 ετών να επιλέγουν κατά 25%, έναντι 18,6% των νέων ανδρών, ως αιτία της συμμετοχή τους στα γεγονότα διαμαρτυρίας το ότι η συμμετοχή αυτή είναι «ένας τρόπος να ακουστεί η φωνή μου» (Κακεπάκη 2013, 57). Οι νέες δηλαδή υπερέχουν έναντι των νέων σε αυτόν τον τρόπο αιτιολόγησης της συμμετοχής τους, διατυπώνοντας μεγαλύτερη ανάγκη έκφρασης και επικοινωνίας, όπως εξάλλου υπερέχουν και σε άλλη μία από τις οκτώ κατηγορίες στις οποίες κωδικογραφούνται οι απαντήσεις που αφορούν στη σχετική αιτιολόγηση: Στην επιθυμία συνάντησης με άλλους «που μοιράζονται τις ανησυχίες μου». Αιτιολογήσεις στις οποίες υφέρπει μια συγκεκριμένη κριτική προς το πολιτικό σύστημα και ένα (εμβρυώδες έστω) αίτημα συμμετοχικής δημοκρατίας.
Ας σημειωθεί δε ότι, η πιο αριστερόστροφη ψήφος των νέων γυναικών απ’ ότι των νέων ανδρών, που είχε επισημανθεί και στο παρελθόν, όσον αφορά την ελληνική πολιτική κουλτούρα (Παντελίδου Μαλούτα 1992), αποτυπώνεται και με βάση τα exit poll της Αθήνας με σημείο αναφορά την ψήφο υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ: Βλέπουμε να υπερψηφίζει το κόμμα αυτό στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, το 28,3% των ανδρών 18-24 ετών, έναντι του 34,8% των γυναικών. Στις δε εκλογές Ιουνίου του 2012, το 20,5% των ανδρών 18-24 ετών ψήφισαν υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, έναντι 45,4% των νέων γυναικών [3], και τον Μάιο του 2012, 17,5% έναντι 26,3%. Αλλά βέβαια, γενικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε σταθερά «γυναικείο» κόμμα, όπως και η ΝΔ (χωρίς όμως να| παρατηρούνται έμφυλες διαφοροποιήσεις στους/ις νέους/ες το 2015), καθώς και το Ποτάμι. Το τελευταίο μάλιστα εντονότερα, με υπερψήφιση κατά 3,5% από τους πολύ νέους άνδρες έναντι 15% από τις πολύ νέες γυναίκες. Αντίστροφα, η πρωταρχικά «ανδρική» Χρυσή Αυγή παίρνει τον Ιανουάριο του 2015 11,6% στους άνδρες 18-24 και 7,4% στις αντίστοιχες γυναίκες.
Δίοδοι συμμετοχής των νέων
Είναι φανερό ότι υπάρχει ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση διόδων συμμετοχής πέρα από τις καθιερωμένες, την περίοδο της κρίσης. Κάτι που σε άλλες κοινωνίες έχει παρατηρηθεί πολύ νωρίτερα. Γνωρίζουμε από τη βιβλιογραφία ότι, σε ορισμένες κοινωνίες ήδη από τη δεκαετία του 1970, παράλληλα με τη μείωση της κλασικής πολιτικής συμμετοχής σημειώνεται στην πράξη αυξημένη ζήτηση νέων διεξόδων συμμετοχής. Κι αυτό, ιδιαίτερα για νέους/ες σε ηλικία πολίτες, υψηλού μορφωτικού επιπέδου, φορείς μεταϋλιστικού συστήματος αξιών, οι οποίοι/ες τοποθετούνται στο κέντρο και αριστερότερα στον άξονα Αριστεράς/Δεξιάς- (Barnes, Kaase 1979, Kaase, Newton 1998). Στο πλαίσιο της ελληνική πολιτικής κουλτούρας στην κρίση, αυτή η αυξημένη ζήτηση και η ποικιλία στους τρόπους συμμετοχής δείχνει ότι οι νέοι/ες προβαίνουν πλέον στη θεμελιώδη διάκριση της απαξίωσης του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος, από την απαξίωση της πολιτικής γενικά, που συνήθως γεννά πολιτική αδιαφορία: Μάλιστα, όπως δείχνουν και τα εκλογικά δεδομένα του 2012 και του 2015, καθώς και οι εκδηλώσεις γύρω από τις εκλογές, οι νέοι και οι νέες μαζικά αποδέχονται επιπλέον έργω, και ότι χωρίς κεντρική πολιτική και χωρίς προσωπική εμπλοκή και σε αυτή, τίποτα δεν γίνεται. Συνεπώς, παρά τις όποιες περιπτώσεις απεχθούς πολιτικής έκφρασης πολιτισμικών χαρακτηριστικών που ελλοχεύουν στην ελληνική κοινωνία, τα οποία μοιάζει να αφορούν πρωτίστως νέους άνδρες (και είναι πλέον σε στασιμότητα), μπορούμε να πούμε ότι γενικά, «οι νέοι/ες της κρίσης», και λόγω της κρίσης είναι όλο και πιο πολιτικοποιημένοι/ες, οι δε ενδείξεις για τις επιλογές τους όλο και πιο αισιόδοξες για ένα μέλλον με περισσότερη και ουσιαστικότερη συμμετοχή και έτσι περισσότερη δημοκρατία.
Συνεπώς, δεν πρέπει να εκπλήσσει ότι εκδηλώσεις της κοινωνίας πολιτών στην Ελλάδα αμφισβητούν τελευταία όλο και περισσότερο το στερεότυπο, «υπερτροφικό κράτος-ατροφική κοινωνία πολιτών» (Βούλγαρης 2006, 7), ενώ παράλληλα επιτρέπουν τη διατύπωση της υπόθεσης ότι πλέον, τόσο αδιαμεσολάβητα, όσο και μέσω των παραδοσιακών διόδων μπορούν και εκφράζονται πολιτικά όλο και μαζικότερα, νέοι και νέες. Το τελευταίο δε είναι το απολύτως νέο στοιχείο, όσον αφορά την πολιτικότητα των νέων στην Ελλάδα και ειδικότερα στην Αθήνα της κρίσης που μας ενδιαφέρει εδώ, όπου παρατηρούμε πώς αν επανέκαμψε η νεολαία στην πολιτική, αυτό έγινε πρώτα αδιαμεσολάβητα και στη συνέχεια μέσω παραδοσιακών διόδων αλλά, μετά από συγκλονιστικές ανακατατάξεις στο καθιερωμένο μεταπολιτευτικά πολιτικοκομματικό σύστημα. Η επανάκαμψη αυτή όμως, ιδιαίτερα ως προς το σκέλος που αναφέρεται στην καθιερωμένη διαδικασία της πολιτικής των κομμάτων, μοιάζει εύθραυστη και υπό όρους, όπως πιστοποιούν τα στοιχεία της χαμηλής κομματικής ταύτισης των νέων (βλ. παρακάτω).
Διαγενεακές διαφορές στην πολιτικότητα
Γενικότερα, οι διαγενεακές μεταβολές στην εκλογική συμπεριφορά, που αντανακλούν την κοινωνικοποιητική περίοδο της βασικής πολιτικής διαμόρφωσης διαφορετικών ηλικιακών κατηγοριών, θεωρούνται, όπως ήδη σημειώθηκε, από τους σημαντικότερους παράγοντες αλλαγής στα πολιτικά συστήματα. Είναι δε γεγονός ότι οι διπλές εκλογές του 2012 -που ενέτειναν σε τέτοιο βαθμό προϋπάρχουσες τάσεις, αλλά και αμφισβήτησαν βεβαιότητες, ώστε να δικαιολογείται απόλυτα ο χαρακτηρισμός τους ως «εκλογικού σεισμού» (Βούλγαρης, Νικολακόπουλος 2014)- πρόβαλαν ως ένα από τα σημαντικότερα σημεία τομής το ηλικιακό ρήγμα που εμφανίστηκε στον ΣΥΡΙΖΑ υπέρ των νεότερων. Θα πρέπει δε να υπενθυμίσουμε, όσον αφορά τις συγκλονιστικές αλλαγές που παρατηρήθηκαν στις εκλογές του 2012, ότι αφενός τον Μάιο το 60% των ψηφοφόρων μετέβαλαν την κομματική επιλογή τους από το 2009, ενώ το 19% των ψήφων πήγε υπέρ κόμματος που έμεινε εκτός Βουλής (Κουστένης 2014, 84-85), και αφετέρου, ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση συνόδευσε την απόλυτη κατάρρευση του παραδοσιακού δικομματισμού. Στην ίδια εκλογική αναμέτρηση, στους/ις νέους/ες ψηφοφόρους (που ψήφισαν για πρώτη φορά), ο ΣΥΡΙΖΑ προπορεύεται σε ψήφους με 16%, ενώ δεύτερο κόμμα αναδεικνύεται η Χρυσή Αυγή με 14%. (Σταθόπουλος 2014, 67). Παράλληλα, είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι, η απόφαση του τι θα ψηφίσει κανείς μοιάζει να παίρνεται όλο και πιο κοντά στην κάλπη όσο μικρότερη είναι η ηλικία του/ης ψηφοφόρου (Σταθόπουλος 2014, 76), ενώ οι νεότεροι/ες (18-24 ετών) χαρακτηρίζονται από χαμηλότερη κομματική ταύτιση από τους μεγαλύτερους, με την παράμετρο αυτή να μεγαλώνει σταθερά με την ηλικία, και βεβαίως να σχετίζεται άμεσα με το υψηλό ποσοστό των όψιμα αναποφάσιστων. Συγχρόνως, η ελαφρώς μεγαλύτερη διάδοση της κομματικής ταύτισης από το Μάιο στον Ιούνιο του 2012 (40,3% και 45,7%), στους 18 με 24 ετών, εξακολουθεί να είναι η χαμηλότερη απ’ όλες τις άλλες ηλικιακές κατηγορίες [4], παρότι βλέπουμε ότι αύξηση υπάρχει και σ’ αυτούς/ές. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, ενώ οι νεότεροι/ες (18-24 ετών) συγκροτούν τη μαζικότερη κατηγορία όσον αφορά την άρνηση τοποθέτησης στον άξονα Αριστεράς-Δεξιάς, κάτι που εναρμονίζεται με στοιχεία που παραδοσιακά βλέπουμε τις τελευταίες δεκαετίες, συγχρόνως, με βάση τα στοιχεία των exit polls, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, οι νεότεροι/ες δηλώνουν ελαφρώς μαζικότερα αριστερή ταυτότητα από τον μ.ο. (που είναι 17,1%), αλλά και σε σχέση με τους/ις λίγο μεγαλύτερούς/ές τους, και αυτό μέχρι την κατηγορία των 35-44 ετών: Οι 18-24 ετών δηλώνουν αριστεροί/ές κατά 18,5% με 17,6% για τους 25-34 και 15,5% για τους 35-44, οπότε και το ποσοστό αυξάνει στο 21,2% στους 45-54 ετών (Σταθόπουλος 2014, 79). Αυτά όσον αφορά την ιδεολογική ταυτότητα των νέων, όπου σίγουρα κάτι αλλάζει με την κρίση.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο όσον αφορά την ψήφο ότι, αν υπάρχει διαγενεακό χάσμα στην ψήφο, όπως υποστηρίζεται στη σχετική βιβλιογραφία για τις εκλογές του 2012, αυτό συνήθως τεκμηριώνεται με στοιχεία που χωρίζουν το δείγμα είτε στα 54, (δηλαδή ψηφοφόροι από 18-54 ετών και ψηφοφόροι άνω των 55), είτε στα 44 (18-44 ετών και 45 και άνω) [5]. Πράγματι, οι νεότεροι/ες ψηφοφόροι με βάση τις παραπάνω τομές ψήφισαν σαφώς μαζικότερα υπέρ της αλλαγής στο κομματικό τοπίο που υλοποιήθηκε με την αύξηση της ψήφου υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ οι μεγαλύτεροι/ες υπέρ παραδοσιακών κομμάτων και κυρίως υπέρ της Ν.Δ. Αλλά η τομή αυτή, που δείχνει συγκριτικά τάσεις νεότερων και γηραιότερων, δεν μας λέει πολλά για την εκλογική συμπεριφορά της νεολαίας, per se. Είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα μια αναλυτική απομόνωση της νεολαίας (18-34 ετών), ώστε να δούμε όχι τους/ις νεότερους/ες απλώς, αλλά τους/ις νέους/ες.
Πίνακας 1: Ψήφος υπέρ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ (%), Μάιος και Ιούνιος 2012 και Ιανουάριος 2015 (Αττική)
Πηγή: Κοινό exit poll συνεργαζόμενων εταιρειών. Στατιστική επεξεργασία Π. Κουστένης.
Στην περίπτωση αυτή παρατηρούμε ότι: Στις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, Μάιου 2012, Ιούνιου 2012 και Ιανουαρίου 2015, αν χωρίσουμε το δείγμα στα τρία πάντα η μεσαία κατηγορία, 35-54 ετών, είναι αυτή που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίστοιχα, 23% (με μ.ο 21%), 36,7%, (με μ.ο. 30,8%) και 39,5% (με μ.ο. 36,9%). Όσο για τους/ις νέους/ες (18-34 ετών), αυτοί/ες υπερψηφίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ κατά 21,7% 32,2% και 33,2%. Οι μεσήλικες είναι, συνεπώς, αυτοί/ες που έδωσαν την νίκη στον ΣΥΡΙΖΑ στην Αθήνα, και όχι οι νέοι/ες, που τον Ιανουάριο του 2015 υπερψήφισαν το κόμμα αυτό σε μικρότερο ποσοστό από τον μ.ο.), και μάλιστα με αξιοσημείωτες διαφορές ως προς το φύλο. Αντίστοιχα, και στις τρεις αυτές εκλογικές αναμετρήσεις η ΝΔ πήρε το μεγαλύτερο ποσοστό της στους/ις γηραιότερους/ες. Όσο για την εκλογική αποχή, η σχετικά χαμηλότερη κομματική ταύτιση των νέων και η άρνηση αυτοτοποθέτησης στον άξονα Αριστεράς/Δεξιάς που είναι μεγαλύτερη απ’ ότι στους/ις γηραιότερους/ες, προϊδεάζουν και για σχετικά αυξημένη αποχή της νεολαίας στις εκλογές.
Αν κοιτάξουμε τους/ις νέους/ες χωρισμένους/ες στα 18-24 και 25-34, με σημείο αναφοράς την ψήφο τους τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, παρατηρούμε ότι, στο εσωτερικό της ηλικιακής αυτής κατηγορίας, είναι οι λιγότερο νέοι/ες, οι 25-34 ετών δηλαδή, κυρίως στους άνδρες, αυτοί που υπερψηφίζουν μαζικότερα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πίνακας 2.1: Η ψήφος στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ανάλογα με το φύλο και την ηλικία % ( Αττική)
Πίνακας 2.2: Η ψήφος στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ανάλογα με την ηλικία % ( Αττική)
Πηγή: Κοινό exit poll συνεργαζόμενων εταιρειών. Στατιστική επεξεργασία Π. Κουστένης
Βλέπουμε επίσης ότι, σε όλες σχεδόν τις ηλικιακές κατηγορίες, οι γυναίκες υπερψηφίζουν μαζικότερα τον ΣΥΡΙΖΑ έναντι των ανδρών, με τις 18-24 ετών να έχουν μάλιστα προβάδισμα 6,5 μονάδες. Ο άλλος πόλος της Αριστεράς, το ΚΚΕ, επιλέγεται σε αντίστοιχο ποσοστό από γυναίκες και άνδρες γενικά, αλλά κερδίζει το μεγαλύτερο ποσοστό στους/ις 55+, ενώ παρουσιάζει απρόσμενη εικόνα (που δημιουργεί ερωτηματικά) ως προς το φύλο, με εκτίναξη του ποσοστού νέων γυναικών που το υπερψηφίζουν στο 9,7%, έναντι μόλις 1,8% για τους νέους άνδρες. Αξίζει να προσθέσουμε ότι, στις εκλογές αυτές, γύρω στους μισούς νέους άνδρες και στο 60% των νέων γυναικών αποφάσισαν τι θα ψηφίσουν την ημέρα των εκλογών ή την τελευταία εβδομάδα, με βάση στοιχεία από το κοινό exit poll των συνεργαζόμενων εταιρειών.
Όσον αφορά την επίδραση της ταξικής θέσης στην εκλογική επιλογή των νέων είναι δύσκολη η εξαγωγή συμπερασμάτων, λόγω του μικρού απόλυτου αριθμού του δείγματος στα πρόσφατα exit polls. Μπορούμε ωστόσο να πούμε πως, αν το 2007 η νεολαία από τα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα (με βάση μια αδρή γεωγραφική κατάτμηση του τόπου κατοικίας), ψήφιζε υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ σε ελαφρώς χαμηλότερο ποσοστό από το σύνολο των κατοίκων των σχετικών περιοχών, αντίθετα, τόσο τον Ιούνιο του 2012 όσο και στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, νέες και νέοι από τα Βόρεια προάστια, το Ανατολικό τμήμα του Δήμου Αθηναίων και την Παραλιακή ζώνη, ψηφίζουν υπέρ του σαφώς μαζικότερα από τις άλλες ηλικιακές κατηγορίες της ίδιας περιοχής. Κάτι που αποτελεί ένδειξη αυξημένης ριζοσπαστικοποίησης όσον αφορά τους/ις νέους/ες μεσαίων και υψηλών κοινωνικών στρωμάτων. Στη Δυτική πλευρά της πόλης η ηλικιακή κατανομή της ψήφου υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει στις εκλογές του Ιουνίου του 2012 και του Ιανουαρίου 2015 μικρότερες διακυμάνσεις.
Όσο για το δημοψήφισμα, φαίνεται ότι η συμμετοχή των νέων στο «όχι» ήταν εξαιρετικά μεγάλη, γύρω στο 80% για τους 18-24 ετών και 70% στους 25-34 ετών. Υψηλότατα ποσοστά που συνδέονται με το ότι οι νέοι/ες, που ήδη έχουν μαζικά εμπλακεί σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες (λαϊκές συνελεύσεις στις πλατείες, αγανακτισμένοι, κ.ά), αισθάνθηκαν ότι η καθιερωμένη πολιτική διαδικασία, ίσως για πρώτη φορά, τους/ις λαμβάνει υπόψη. Κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε μια πολιτική διαδικασία στην οποία εντολοδόχοι και λογοδοτούντες εκπρόσωποι (όχι κυβερνήτες ή αντιπρόσωποι που δρουν ανεξέλεγκτα), ζητούν άμεσα τη γνώμη τους. Στο αποτέλεσμα αυτό συνέβαλε βεβαίως και το εθνικό στοιχείο, η αίσθηση της προσβεβλημένης εθνικής κυριαρχίας και της παραγκωνισμένης λαϊκής. Πάντως απεδείχθη πως η πολιτική διαδικασία ξανακερδίζει και θα κρατήσει τη νεολαία μόνο όταν είναι, και φαίνεται, ουσιαστικά δημοκρατική.
Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι το μαζικότατο «όχι» των νέων με τη διαχείριση που του επιφυλάχθηκε δεν απογοήτευσε, ούτε απομάκρυνε τους/ις νέους/-ες, όπως έδειξαν οι εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Παρακάμπτοντας το ζήτημα της αποχής, για λόγους που σχετίζονται με την αδυναμία διαμόρφωσης ακριβούς εικόνας με βάση τους εκλογικούς καταλόγους, παρότι είναι σίγουρο ότι ήταν αισθητά αυξημένη το Σεπτέμβριο σε σχέση με τον Ιανουάριο, πρέπει να σημειώσουμε ότι στις εκλογές αυτές δεν παρατηρήθηκε η σημαντική απόκλιση υπέρ των 35-54 ετών (39,5%) στην ψήφο για το ΣΥΡΙΖΑ, που είχε παρατηρηθεί τον Ιανουάριο, σε σύγκριση με τους 18-34 (33,2%). Η σχετική τρίβαθμη κατάτμηση έδωσε αντίθετα 38,3% και 35,6%, αντίστοιχα στην Αττική (με βάση στοιχεία από το κοινό exit poll). Μάλιστα, αν προβούμε σε λεπτότερη κατάτμηση, βλέπουμε ότι για πρώτη φορά οι πολύ νέοι/-ες (18-24 ετών) ξεπερνούν το 43% υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ για πρώτη φορά, πάνω από τις μισές νέες γυναίκες (18-24 ετών) ψήφισαν υπέρ του (54,2%).
Πίνακας 3.1: Η ψήφος στις εκλογές Σεπτεμβρίου 2015 ανάλογα με το φύλο και την ηλικία % (Αττική)
Πίνακας 3.2: Η ψήφος στις εκλογές Σεπτεμβρίου 2015 ανάλογα με την ηλικία % (Αττική)
Πηγή: Κοινό exit poll συνεργαζόμενων εταιρειών. Στατιστική επεξεργασία Π. Κουστένης
Είναι εντυπωσιακό το προβάδισμα της νεότερης κατηγορίας ηλικιών έναντι όλων των άλλων στην ψήφο υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, στους άνδρες (με σκαμπανεβάσματα), αλλά πρωτίστως και μακράν, στις γυναίκες. Συνολικά στη νεολαία, είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται ότι η κατηγορία των 18-24 ετών επιλέγει μαζικότερα το προπορευόμενο κόμμα από όλες τις άλλες ηλικιακές κατηγορίες, καταγράφοντας μια στροφή των νέων στην Αριστερά, που θυμίζει προηγούμενες δεκαετίες, δηλαδή, προηγούμενες γενιές [6]. Ας σημειωθεί δε ότι, η ίδια καμπύλη συσχέτισης ηλικίας και ψήφου προς το ΣΥΡΙΖΑ, με το υψηλότερο σημείο στη νεότερη κατηγορία ηλικιών που σημειώνεται στην Αττική, παρατηρείται αντίστοιχα και στο σύνολο της Επικράτειας. Και αυτό αποτελεί επίσης σημαντικό εύρημα για την επιστροφή της νεολαίας, κυρίως για την απάντηση στο ερώτημα «ποιας νεολαίας;» Δεν υπάρχει πλέον ουσιαστική διαφορά μεταξύ Αθήνας και Επικράτειας, με την απόκτηση του προβαδίσματος του ΣΥΡΙΖΑ και στον αγροτικό χώρο στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ενώ όλες οι ενδείξεις υποστηρίζουν την υπόθεση της ριζοσπαστικοποίησης των νέων. Αν δούμε συνολικά την ψήφο στην Αριστερά, προκύπτει ότι στην Αττική, πάνω από το 50% των νέων προβαίνει σε σχετική εκλογική επιλογή, με τις νέες να ξεπερνούν το 60%. Τα δε ποσοστά στην Επικράτεια δεν εμφανίζονται πολύ σημαντικά χαμηλότερα. Παράλληλα, επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά, ο ΣΥΡΙΖΑ ως πρωταρχικά «γυναικείο» κόμμα, ενώ, αν έχασε μέρος της εκλογικής του δύναμης το Σεπτέμβριο στους άνδρες (-3,2) κέρδισε στις γυναίκες (+1,9). Τέλος, παρά τις παρατηρήσεις μας περί ριζοσπαστικοποίησης των νέων από μεσαία και υψηλά κοινωνικά στρώματα, φαίνεται, ότι στο συνολικό εκλογικό σώμα εντάθηκε η κοινωνική πόλωση στο λεκανοπέδιο [7].
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε πως ενώ η κρίση ενέτεινε προϋπάρχουσες τάσεις στο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας ως προς πολλές παραμέτρους, φαίνεται ότι ως προς άλλες λειτουργεί ανασχετικά των τάσεων ή ακόμη και ανατρεπτικά. Όσον αφορά τη νεολαία, μοιάζει να εντείνεται η ανάσχεση της πολιτικής αδιαφορίας που ήδη, από το 2008 έμοιαζε να προσβάλλεται, με αποτέλεσμα να τεκμηριώνεται η επανάκαμψη των νέων στην πολιτική, στην Αθήνα της κρίσης. Και αν η προϋπάρχουσα διάβρωση των σχέσεων των πολιτών με τα κόμματα μοιάζει να χειροτερεύει στην κρίση και για πολλά από αυτά προβάλλει ως απόλυτη διάρρηξη, νέες κομματικές ταυτίσεις αναφύονται, διαφορετικής υφής ίσως, και σίγουρα με άλλες αξιακές συνδηλώσεις. Με τους νέους και τις νέες πλέον να παρεμβαίνουν στην πολιτική διαδικασία, όχι μόνο διαψεύδοντας το πρότυπο της α-πολιτικής νεολαίας, αλλά εμπλεκόμενοι/ες δυναμικά, τόσο μέσω νεωτερικών διόδων και αδιαμεσολάβητα, όσο πλέον και μέσω των παραδοσιακών πυλώνων της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού που είναι τα πολιτικά κόμματα, αλλά αυτά που αμφισβητούν τον καθιερωμένο δικομματισμό της Μεταπολίτευσης. Οι δε πολύ νέες και νέοι της Αθήνας, 18-24 ετών, είναι μαζικά παρόντες/ουσες, και μάλιστα πρωτοστατούν στην τάση αυτή. Η ανακοινωνικοποιητική διαδικασία έχει δυναμικά αρχίσει, και τα αποτελέσματά της είναι ήδη πολλαπλώς εμφανή, πρωταρχικά στην Αθήνα. Ωστόσο, τα όποια νέα δεδομένα δεν είναι καθόλου κεκτημένα. Αντίθετα, είναι εύθραυστα, υπό όρους και συνεχώς υπό αναδιαπραγμάτευση. Καθιστούν δε θεμιτό το ερώτημα αν πρόκειται όντως για μεταβολή, ποιοτική και ποσοτική στη συμμετοχικότητα των νέων, ή για επιμέρους, συγκυριακή έκφραση ενός διαφορετικού τρόπου να είναι κανείς/-μιά πολίτης, τον οποίο καταθέτουν, ήδη εδώ και χρόνια, νέοι και νέες. Συνυπολογίζοντας ότι πρόκειται για πολιτική γενιά εθισμένη πρωτίστως στην αυτοέκφραση και τη διατύπωση γνώμης για το τι της αρέσει και τι όχι, που θέλει εμπλοκή σε ότι την αφορά και επιδιώκει κυρίως ατομική αυτονομία, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, αν οι νέοι/ες συμμετέχουν και πάλι μαζικά στη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η τελευταία για να τους κρατήσει, πρέπει πρωτίστως να μην τους απογοητεύσει. Δηλαδή, να τους/ις πείθει συνεχώς και ποικιλοτρόπως ότι η συμμετοχή τους μετράει, και ότι, συνεπώς, η καθιερωμένη πολιτική διαδικασία «τους/ις αφορά».
[1] Γύρω στο 1/3 του συνόλου, βάσει εκτιμήσεων από δημοσκοπικά δεδομένα, σύμφωνα με τον Γ. Μαυρή, υπεύθυνο της Public Issue, σε συνέντευξη στην Αυγή, 10 Ιουλίου 2011.
[2] Βλ. για παράδειγμα, Vradis, Dalakoglou 2011, Kalyvas 2010, και Johnston, Seferiades 2012, για το Δεκέμβριο του 2008 στην Αθήνα.
[3] Το συγκεκριμένο ποσοστό μοιάζει υπερβολικό. Ελέγχθηκε πολλαπλά για την ορθότητά του, ωστόσο ο μικρός απόλυτος αριθμός επιβάλλει επιφυλάξεις, παρότι σίγουρα καταγράφει την τάση.
[4] Βλ. τα σχετικά στοιχεία στους πίνακες που παραθέτει ο Σταθόπουλος, 2014, 76, με βάση στοιχεία από τα δύο exit polls που διεξήχθησαν.
[5] Για την πρώτη περίπτωση, βλ. Βούλγαρης, Νικολακόπουλος 2014, 27 και για τη δεύτερη, Σταθόπουλος 2014, 72. Η πρώτη κατάτμηση μοιάζει πιο πρόσφορη για τον Μάιο και η δεύτερη για τον Ιούνιο του 2012.
[6] Προφανώς τα στοιχεία του παραπάνω πίνακα προσφέρουν έναν τεράστιο πλούτο, όπως και αυτά του Ιανουαρίου 2015, που μένει αναξιοποίητος εδώ, αφού χρησιμοποιούνται μόνο όσα χρειάζονται για τη στήριξη του κεντρικού επιχειρήματος.
[7] Με βάση υπολογισμούς του Νικολακόπουλου από τα επίσημα εκλογικά αποτελέσματα. Τα Νέα, 22.9.2015.
Αναφορά λήμματος
Παντελίδου Μαλούτα, Μ. (2015) Νεολαία και πολιτική: Η πολιτικότητα των νέων στην Αθήνα της κρίσης, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/πολιτικότητα-των-νέων-της-κρίσης/ , DOI: 10.17902/20971.20
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Βούλγαρης Γ (2006) Κράτος και κοινωνία πολιτών στην Ελλάδα. Μια σχέση προς επανεξέταση. Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης 28: 5–33.
- Βούλγαρης Γ και Νικολακόπουλος Η (επιμ.) (2014) Ο διπλός εκλογικός σεισμός. Αθήνα: Θεμέλιο.
- Κακεπάκη Μ (2013) Είναι ένας νέος τρόπος να ακουστεί η φωνή μου: έμφυλες διαστάσεις της συλλογικής και ατομικής δράσης στην Αθήνα της κρίσης. Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης 41: 35–59.
- Κουστένης Π (2014) Αποδόμηση και αναδόμηση των εκλογικών ταυτίσεων. Η κοινωνιολογική ανίχνευση του λεκανοπεδίου. Στο: Βούλγαρης Γ και Νικολακόπουλος Η (επιμ.), Ο διπλός εκλογικός σεισμός, Αθήνα: Θεμέλιο, σσ 83–123.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (1987) Πολιτικές στάσεις και αντιλήψεις στην αρχή της εφηβείας. 1η έκδ. Τσαούσης ΔΓ (επιμ.), Αθήνα: Gutenberg.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (1992) Γυναίκες και πολιτική. Αθήνα: Gutenberg.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (2012) Πολιτική Συμπεριφορά: Θεωρία, Έρευνα και Ελληνική Πολιτική. Αθήνα: Σαββάλας.
- Παντελίδου Μαλούτα Μ (2010) Αλλαγές στις πολιτικές αντιλήψεις των νέων γυναικών στο τέλος του 20ου αιώνα. Στο: Καραμανωλάκης Β, Ολυμπίτου Ε, και Παπαθανασίου Ι (επιμ.), Η ελληνική νεολαία τον 20ο αιώνα, Αθήνα: Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς, Θεμέλιο, σ 470.
- Σταθόπουλος Π (2014) Απορύθμιση του κομματικού συστήματος. Στο: Βούλγαρης Γ και Νικολακόπουλος Η (επιμ.), Ο διπλός εκλογικός σεισμός, Αθήνα: Θεμέλιο, σσ 61–81.
- Barnes SH and Kaase M (1979) Political action: Mass participation in five western democracies. London: Sage Publications.
- Johnston H and Seferiades S (2012) The Greek December, 2008. In: Seferiades S and Johnston H (eds), Violent Protest, Contentious Politics, and the Neoliberal State, Surrey, Burlington: Ashgate, pp. 149–156.
- Kaase M and Newton K (1998) Beliefs in government. Kaase M and Newton K (eds), New York: Oxford University Press.
- Kalyvas A (2010) An anomaly? Some reflections on the Greek December 2008. Constellations, Wiley Online Library 17(2): 351–365.
- Vradis A and Dalakoglou D (eds) (2011) Revolt and crisis in Greece. AKPress, Occupied London, Oakland, Baltimore, Edinburgh, London, Athens: AK Press & Occupied London.