Κοινωνικές Όψεις της Πρόσβασης στην Ιδιόκτητη Κατοικία
Εμμανουήλ Δημήτρης
Εθνοτικές Ομάδες, Κοινωνική Δομή, Στέγαση
2015 | Δεκ
Το νοτιοευρωπαϊκό μοντέλο ιδιοκατοίκησης και η περίπτωση της Αθήνας
Σε μια σημαντική συγκριτική μελέτη για την κατοικία στον Ευρωπαϊκό Νότο (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία), οι συγγραφείς συνοψίζουν τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά αυτού που θεωρούν ως διαφορετικό «Νότιο» μοντέλο στέγασης στα ακόλουθα (Allen et al. 2004, 190):
- Υψηλά ποσοστά ιδιόκτητης κατοικίας σε συνδυασμό με πολύ περιορισμένη κοινωνική ενοικιαζόμενη στέγη
- Μεγάλο μέγεθος και σημασία του τομέα δεύτερης κατοικίας
- Η διευρυμένη οικογένεια έχει ισχυρό ρόλο στην στήριξη της πρόσβασης στην ιδιόκτητη κατοικία
Ο τομέας της «αυτό-στέγασης» με την έννοια της αυτόνομης ιδιοπαραγωγής κατοικίας από τα νοικοκυριά έχει σημαντικό ρόλο στην προσφορά στέγης. Η μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας –που σε στατιστικούς όρους δεν διαφέρει ουσιαστικά από την Περιφέρεια (πρώην Νομό) της Αττικής– παρουσιάζει χαρακτηριστικά που συνάδουν πλήρως με αυτό το «Νότιο» μοντέλο. Αν συγκρίνουμε στον πίνακα του Προσαρτήματος αυτού του κειμένου για το 2008, τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης (χωρίς τις χώρες του πρώην «ανατολικού μπλοκ») και περιοριστούμε στις αστικές περιοχές [1], πράγματι οι χώρες του Νότου και η Ελλάδα ειδικότερα παρουσιάζουν από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης και πολύ μικρά ποσοστά κατοικιών με «κοινωνικό ενοίκιο». Παρουσιάζουν επίσης, σε αντίθεση με τις άλλες «Δυτικές» χώρες, σημαντικά ποσοστά κατοικιών με δωρεάν χρήση –μια ένδειξη για τον ιδιαίτερο ρόλο της οικογένειας. Εξίσου σημαντική ένδειξη για τον ρόλο της οικογένειας είναι και ο πολύ περιορισμένος ρόλος του τραπεζικού δανεισμού και η άλλη όψη του, το μεγάλο ποσοστό πλήρους ιδιοκτησίας των κατοικιών (χωρίς υποθηκευμένο τμήμα), φαινόμενα που θα έπρεπε να προστεθούν στον παραπάνω κατάλογο και που είναι ιδιαίτερα ισχυρά στις περιπτώσεις της Ιταλίας και της Ελλάδας.
Το αστικό συγκρότημα της Αθήνας καταλαμβάνει ουσιαστικά το σύνολο σχεδόν της ηπειρωτικής Αττικής και τη Σαλαμίνα και με αυτά τα όρια περιλαμβάνει το 99% του μόνιμου πληθυσμού της Αττικής. Ακόμη και αν αφαιρεθούν ορισμένα απομακρυσμένα τμήματα με σχετική λειτουργική αυτονομία και ασθενή ένταξη στις τάσεις προαστιοποίησης της Πρωτεύουσας (οι Δήμοι Λαυρεωτικής, Ωρωπού και Μεγαρέων με ορισμένες όμορες κοινότητες), αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί το Αστικό Συγκρότημα της Αθήνας (ΑΣΑ) στενά εννοούμενο (χάρτης1) αντιστοιχεί στο 96,2% του μόνιμου πληθυσμού της Περιφέρειας Αττικής. Στο σύνολο της Αττικής το ποσοστό ιδιοκατοίκησης σύμφωνα με τη Απογραφή του 2011 ανερχόταν σε 68,4% –ποσοστό ελαφρά ανώτερο από αυτό των αστικών περιοχών σαν σύνολο και οπωσδήποτε ένα από τα υψηλότερα στη Δυτική Ευρώπη [2].
Χάρτης 1: Ποσοστό ιδιοκατοίκησης ανά αστικό τομέα
Από τα στοιχεία των ερευνών οικογενειακών προϋπολογισμών (ΕΟΠ) της περιόδου 2004 έως 2011 εκτιμάται ότι κάτω από 20% αυτών των ιδιοκατοικούμενων κατοικιών στην Αθήνα βαρύνονταν με υποθήκη και στεγαστικό χρέος, παρά την έκρηξη του στεγαστικού δανεισμού την περίοδο 1997–2007. Αντίθετα, ένα υψηλότατο ποσοστό κατοικιών είχε αποκτηθεί με μεταβιβάσεις περιούσιας ή/και σημαντική οικονομική συμβολή από την οικογένεια. Το ποσοστό αυτό ξεπερνούσε το 50% τη δεκαετία του 1980 (Emmanuel 1994) ενώ στην έρευνα του 2013, 38% των ιδιοκάτοικων δήλωσαν ότι απέκτησαν την κατοικία τους από κληρονομιά, γονική παροχή ή αντιπαροχή επί οικογενειακού οικοπέδου και, γενικότερα, 47% δήλωσαν ότι η οικονομική συμβολή της οικογένειας στη χρηματοδότηση της κατοικίας ήταν μεγάλη ή «μεσαία». Σημαντικότατο ποσοστό επίσης των ιδιοκτητών κατοικίας (55%) διέμενε σε κτήριο με ένα έως πέντε διαμερίσματα (33,8% σε μονοκατοικία ή διπλοκατοικία), γεγονός που, στις ελληνικές συνθήκες, υποδεικνύει το σημαντικό ρόλο του τομέα της μικρής ιδιοκατασκευής εκτός εμπορικής παραγωγής στη συσσώρευση στεγαστικού πλούτου. Τέλος, για να κλείσουμε τις συγκρίσεις με τα τυπικά χαρακτηριστικά του «Νότιου» μοντέλου, άνω του 25% των νοικοκυριών της Αττικής διέθεταν το 2005 δεύτερη παραθεριστική κατοικία (στοιχεία της ΕΟΠ 2004/05).
Εξέλιξη του ποσοστού ιδιοκατοίκησης και επιπτώσεις της μετανάστευσης
Παρά την οικονομική ανάπτυξη και τη μεγάλη αύξηση του όγκου του στεγαστικού δανεισμού την περίοδο 1997–2007, το ποσοστό της ιδιοκατοίκησης στην Αθήνα δεν αυξήθηκε κατά πολύ σε σύγκριση με τα δεδομένα της δεκαετίας του 1980 (Πίνακας 1). Ένας λόγος για αυτό είναι η εισροή οικονομικών μεταναστών μετά το 1990 που διέμεναν σχεδόν στο σύνολο τους σε ενοικιαζόμενες κατοικίες και μόνο την τελευταία δεκαετία έχουν αρχίσει να εμφανίζουν ποσοστά ιδιοκατοίκησης που προσεγγίζουν το 10%. Στον Πίνακα 1 εμφανίζονται για το 2004 (για την Αττική) και το 2013 (για το ΑΣΑ) τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης μετά την αφαίρεση των νοικοκυριών με αρχηγό υπήκοο από τις χώρες που τροφοδότησαν κυρίως την εισροή οικονομικών μεταναστών.
Πίνακας 1: Εξέλιξη του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στην Αθήνα*
*: 1987–2011: Νομός Αττικής, 2013: Αστικό Συγκρότημα Αθήνας (ΑΣΑ)
Είναι φανερό ότι από το 1987 έως το 2013 η αύξηση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης για τους «γηγενείς» δεν ξεπέρασε τις 5–6 ποσοστιαίες μονάδες. Δεδομένου ότι την ίδια περίοδο είχαμε σημαντική γήρανση του ελληνικού πληθυσμού –που συνεπάγεται υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης– η περιορισμένη μεταβολή της πρόσβασης στην ιδιόκτητη κατοικία είναι αρκετά εντυπωσιακή και υποδεικνύει ότι ο όγκος των πόρων που διοχετεύτηκαν στο στεγαστικό δανεισμό υποκατέστησε κατ’ ουσία μεγάλο μέρος του παραδοσιακού ρόλου της αποταμίευσης από τη διευρυμένη οικογένεια.
Διάγραμμα 1: Ποσοστό ιδιοκατοίκων ανά ηλικιακή ομάδα του αρχηγού του νοικοκυριού, Αστικό Συγκρότημα Αθήνας 2013
Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη επίσης ότι, στο βαθμό που η στεγαστική πίστη έχει περιορισμένο ρόλο στο ελληνικό σύστημα στέγασης ιδίως στις νεώτερες ηλικίες, ένα σημαντικό ποσοστό ενοικιαζόμενης κατοικίας είναι απαραίτητο για το διάστημα κατά το οποίο αρκετά νοικοκυριά, καθώς και η διευρυμένη οικογένεια που τα στηρίζει, είναι αναγκασμένα να αποταμιεύουν με στόχο την απόκτηση ιδιόκτητης στέγης. Αυτό είναι φανερό στο Διάγραμμα 1, όπου φαίνεται το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ανάλογα με την ηλικία του αρχηγού του νοικοκυριού.
Η περιορισμένη ταξική διαφοροποίηση της πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό δομικό χαρακτηριστικό του νοτιοευρωπαϊκού μοντέλου στέγασης, που δεν επισημαίνεται από τις σχετικές συγκριτικές μελέτες, είναι ο διαταξικός χαρακτήρας της ευρείας πρόσβασης στην ιδιόκτητη στέγη. Η κυριαρχούσα άποψη στις συγκριτικές μελέτες είναι ότι εφόσον στις χώρες του νότου δεν υπάρχει εκτεταμένη κοινωνική πολιτική κατοικίας ούτε ευρεία ανάπτυξη του στεγαστικού δανεισμού, οι ευκαιρίες πρόσβασης στην ιδιοκτησία θα διαφοροποιούνται ανάλογα με τις εισοδηματικές ανισότητες (βλέπε την εισαγωγή στο Kurz & Blossfeld, 2004). Το ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στον Ευρωπαϊκό Νότο όταν εξεταστούν οι μεγάλες ενότητες εισοδηματικών κλιμακίων παρατηρήθηκε στη συγκριτική ανάλυση των Norris & Winston (2012).
Όπως φαίνεται στον πίνακα του Προσαρτήματος για τις χώρες της Ευρώπης, η σχέση των ποσοστών ιδιοκατοίκησης μεταξύ της ανώτερης επαγγελματικής κατηγορίας (Διευθυντική – Επαγγελματική) και του συνόλου των χειρωνακτών εργατών (Τεχνίτες-Χειριστές και Ανειδίκευτοι εργάτες) έχει, πάντα με την εξαίρεση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, τη χαμηλότερη μέση τιμή – 1,2 ενώ στην Ελλάδα ανέρχεται σε 1,15 (αστικές περιοχές 2008). Στην περίπτωση της Αθήνας, τα έτη 2005 και 2013 αυτή η σχέση εμφανίζεται αρκετά υψηλότερη: 1,40. Ωστόσο, όπως είναι φανερό από τον Πίνακα 2 για το 1993/4, όπου η σχέση διαμορφώνεται σε 1,11, το παραδοσιακό «ανοιχτό» ελληνικό σύστημα πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση είχε σαφή παρουσία και στην Αθήνα.
Πίνακας 2: Ποσοστά ιδιοκατοίκησης ανά επαγγελματική τάξη, Αθήνα 1993 – 2013
(*): Χωρίς Αγρότες κλπ.
Πηγή: 1993-2005 : Μικροδεδομένα ΕΟΠ (Αττική). 2013: Έρευνα SECSTACON, ΕΚΚΕ(ΑΣΑ
Η επιδείνωση των ταξικών ανισοτήτων στην πρόσβαση τα επόμενα χρόνια προήλθε από την εισροή των μεταναστών, των οποίων το σύνολο σχεδόν στεγάζεται σε ενοίκιο. Για τον «γηγενή» πληθυσμό, η ευνοϊκή ταξική κατανομή της πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση παρέμεινε σταθερή.
Ενώ στις τρεις από τις τέσσερις επαγγελματικές τάξεις στον Πίνακα 2 τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στον «γηγενή» πληθυσμό είναι παραπλήσια –γύρω από ένα μέσο της τάξης του 65% για τα νοικοκυριά με οικονομικά ενεργούς αρχηγούς– οι εργαζόμενοι στις πωλήσεις και στις προσωπικές υπηρεσίες εμφανίζουν διαχρονικά σαφώς χαμηλότερα ποσοστά. Σε ένα βαθμό, αυτό οφείλεται στο ότι πρόκειται για σχετικά νεώτερους αρχηγούς νοικοκυριών. Ο κύριος λόγος, ωστόσο, ίσως πρέπει να αναζητηθεί στα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά αυτής της επαγγελματικής τάξης, η οποία σε μεγάλο βαθμό επηρεάζεται από την κουλτούρα του μικρού εμπορικού κεφαλαίου που παραδοσιακά εμφανίζει αρνητική ροπή να δεσμεύσει πόρους σε ακίνητη περιουσία.
Πίνακας 3: Ποσοστό ιδιοκατοίκησης και ποσοστό εργατικών νοικοκυριών ανά γεωγραφικό τομέα, Αστικό Συγκρότημα Αθήνας, 2013
(*): Νοικοκυριά με αρχηγό που είναι ή υπήρξε ενεργός στις επαγγελματικές κατηγορίες ISCO88 7,8 & 9 (Τεχνίτες, χειριστές, ανειδίκευτοι εργάτες).
Πηγή: Έρευνα SECSTACON, ΕΚΚΕ 2013, αδημοσίευτα στοιχεία.
Η ευρεία πρόσβαση των εργατικών, και γενικότερα των λαϊκών, στρωμάτων στην ιδιόκτητη κατοικία στην Αθήνα ερμηνεύει εν πολλοίς και τη διαφοροποίηση των ποσοστών ιδιοκατοίκησης κατά μεγάλους γεωγραφικούς τομείς της πόλης (χάρτης 1). Ένας πρόσθετος παράγοντας είναι ο μεγάλος ιστορικά ρόλος της ιδιοπαραγωγής κατοικίας στους λαϊκούς τομείς των εσωτερικών και εξωτερικών προαστίων και η κληρονομιά ιδιόκτητης γης και αποθέματος κατοικιών που επέτρεψε την περαιτέρω οικογενειακή αξιοποίηση με προσθήκες και επεκτάσεις ή με ανοικοδόμηση. Όπως φαίνεται από τον Πίνακα 3, τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης εμφανίζονται στους τομείς με τα υψηλότερα ποσοστά εργατικών νοικοκυριών στα δυτικά προάστια του λεκανοπεδίου και στη δυτική περιφέρεια (βλέπε και χάρτη 1). Δυστυχώς, σε αυτούς τους γεωγραφικούς τομείς εμφανίζονται και υψηλότερα ποσοστά ανεργίας μετά την οικονομική κρίση και τις πολιτικές «εσωτερικής υποτίμησης» της περιόδου 2010–2013 –δεδομένου ότι η ανεργία έφτασε το 40% στα εργατικά στρώματα της Αθήνας το 2013. Σε συνδυασμό με την δραστική μείωση των εισοδημάτων, τον μηδενισμό των αποταμιεύσεων και μέτρα όπως η κατάργηση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και των κοινωνικών του προγραμμάτων ευνοϊκού στεγαστικού δανεισμού και επιδομάτων ενοικίου, η αναπαραγωγή του παραδοσιακού μοντέλου της ευρείας λαϊκής πρόσβασης στην ιδιοκατοίκηση με την αρωγή της οικογένειας φαίνεται να μην διαθέτει πλέον τις απαραίτητες οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις (Emmanuel 2014).
[1] Συγκρίσεις των οικονομικών χαρακτηριστικών της κατοικίας σε επίπεδο χώρας δεν έχουν πολύ νόημα αν δεν εξαιρεθεί ο αγροτικός και ημιαστικός τομέας, όπου το σύνολο ουσιαστικά των κατοικιών είναι ιδιοκατοικούμενες και προέρχονται από ιδιοπαραγωγή.
[2] Στο Αστικό Συγκρότημα (ΑΣΑ) το ποσοστό αυτό θα είναι βέβαια ελαφρά κατώτερο – της τάξης του 67,5%. Η δειγματοληπτική έρευνα του ΕΚΚΕ του 2013 στο ΑΣΑ (έργο SECSTACON του προγράμματος «ΑΡΙΣΤΕΙΑ-ΙΙ» της ΓΓΕΤ) κατέγραψε ποσοστό 63,7%. Μέρος αυτής της απόκλισης οφείλεται στο ότι καταγράφηκε υψηλότερο ποσοστό δωρεάν χρήσεων (6,5% αντί 4,6% του 2011) πιθανόν για λόγους που έχουν να κάνουν με την οικονομική συγκυρία (φόβος φορολόγησης κλπ.). Πιθανότατα, ωστόσο, υπάρχει ένα σφάλμα της τάξης του 2-3%.
Αναφορά λήμματος
Εμμανουήλ, Δ. (2015) Κοινωνικές Όψεις της Πρόσβασης στην Ιδιόκτητη Κατοικία, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/πρόσβαση-στην-ιδιόκτητη-κατοικία/ , DOI: 10.17902/20971.13
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Allen J, Barlow J, Leal J, et al. (2004) Housing and welfare in Southern Europe. Oxford: Blackwell.
- Emmanuel D (2014) The Greek System of Home Ownership and the Post-2008 Crisis in Athens. Région et Développement 39: 167–181. Available from: http://region-developpement.univ-tln.fr/fr/pdf/R39/8-Emmanuel.pdf.
- Emmanuel D (1994) On the structure of housing accumulation and the role of family wealth transfers in the Greek housing system. 1st ed. In: Forrest R and Murie A (eds), Housing and Family Wealth, London: Routledge, p. 348.
- Kurz K (2004) Home ownership and social inequality in a comparative perspective. Kurz K and Blossfeld H-P (eds), Stanford: Stanford University Press.
- Norris M and Winston N (2012) Home ownership, housing regimes and income inequalities in Western Europe. International Journal of Social Welfare, Wiley Online Library 21(2): 127–138.