Υποδομές υποδοχής και συμπερίληψης προσφύγων στην Αθήνα
Αράπογλου Βασίλης|Κουραχάνης Νίκος|Μαντανίκα Ρεγγίνα|Σπυρέλλης Σταύρος Νικηφόρος
Εθνοτικές Ομάδες, Πολιτική, Στέγαση
2023 | Οκτ
Eρευνητικό πλαίσιο: αστικές υποδομές υποδοχής και συμπερίληψης προσφύγων
Στο παρόν άρθρο παρουσιάζονται βασικά ευρήματα του ερευνητικού έργου “Πόλεις Συμπερίληψης/ Inclusive cities” που χρηματοδοτήθηκε από τον ΕΛΚΕ του Πανεπιστημίου Κρήτης [1]. Στα πλαίσια της έρευνας συλλέχθηκαν δεδομένα από τρείς πηγές: την απογραφή πληθυσμού του 2011, στιγμιότυπα (snapshots) για τις διαθέσιμες θέσεις και τους φιλοξενούμενους του προγράμματος ESTIA κατά το 2018 [2], τις εκθέσεις διαχείρισης του UNCHR για τις Δομές Υποδοχής προσφύγων, και πρωτογενή έρευνα σε φορείς υπηρεσιών προς αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες. Με την γεωκωδικοποίηση των δεδομένων έγινε εφικτή η χαρτογράφηση των σχετικών υπηρεσιών και η κατάρτιση δεικτών χωρικής ανάλυσης. Ακολούθησαν 3 εργαστήρια με ερευνητές, εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, μη-κυβερνητικές οργανώσεις και εργαζόμενους στα οποία διερευνήθηκε το πως η εμπειρία και τα μαθήματα του προγράμματος ESTIA αξιοποιήθηκαν στη διαμόρφωση των επόμενων πολιτικών υποδοχής και συμπερίληψης.
Θεωρητική αφετηρία της έρευνας αποτελούν οι πρόσφατες προσεγγίσεις που συγκροτούν τη λεγόμενη “στροφή προς τις υποδομές” στις αστικές σπουδές, οι οποίες θεωρούν τις υποδομές ως κοινωνικο-τεχνικά συστήματα που παράγονται μέσα από υλικές, κοινωνικές και συμβολικές πρακτικές (Amin 2014). Η νέα αυτή οπτική τροφοδότησε διεθνείς μελέτες για τις πολιτικές υποδοχής και ένταξης των προσφύγων σε αστικά περιβάλλοντα και τις συνέπειες συναφών πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διεθνών οργανισμών όπως η Ύπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες (Felder et al, 2020; Hanhörster & Wessendorf, 2020; Meeus, Arnaut & Van Heur, 2019). Οι μελέτες αυτές επαναφέρουν τη συζήτηση για τη σημασία που έχουν οι περιοχές άφιξης στις πόλεις ως αφετηρίες ή σταθμοί στη διαδικασία συμπερίληψης, αναδεικνύοντας νέα ζητήματα που δίνουν έμφαση στις επιπτώσεις της χωροθέτησης διαφορετικών τύπων υποδομών σε κεντρικές, προαστιακές ή περιαστικές περιοχές.
Η δημιουργία και εγκατάσταση υποδομών υποδοχής στις ελληνικές πόλεις
Οι υποδομές αποτελούν συλλογικά μέσα δικτύωσης που διαρκώς επεκτείνονται και συντηρούνται, μετασχηματίζονται ή συρρικνώνονται ακολουθώντας τους ρυθμούς ανάπτυξης των πόλεων και την ανταπόκριση τους σε παγκόσμιες μεταβολές. Το «μεγάλο καλοκαίρι του 2015» σηματοδότησε μια αλλαγή στο ρόλο των πόλεων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης που τοποθετούνται πάνω στους νέους δρόμους της μετανάστευσης από την Μέση Ανατολή. Το κλείσιμο της Βαλκανικής οδού, και η κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας το 2016, αποτέλεσαν τομή για τις πολιτικές υποδοχής του ελληνικού κράτους και τις αντιφατικές προσπάθειες προσαρμογής σε διεθνείς ανθρωπιστικούς κανόνες προστασίας (Mantanika & Arapoglou, 2022). To σύστημα υποδοχής επεκτάθηκε ταχέως περιλαμβάνοντας τέσσερις τύπους υποδομών παραμονής:
Πρώτον, εγκαταστάθηκαν μονάδες υποδοχής και ταυτοποίησης αιτούντων άσυλο σε πέντε νησιά του Αιγαίου (Χίος, Λέσβος, Σάμος, Λέρος, Κως) όπου επικρατούσε στεγαστική υπερπληρότητα, κακές υγειονομικές και στεγαστικές συνθήκες και αδυναμία πρόσβασης σε αγαθά που καλύπτουν θεμελιώδεις ανθρώπινες ανάγκες (Kourachanis, 2018α). Δεύτερον, δημιουργήθηκαν «ανοιχτές» Εγκαταστάσεις Προσωρινής Υποδοχής στην ηπειρωτική Ελλάδα («Camps»), που από άτυπες και προσωρινές μορφές φιλοξενίας απέκτησαν χαρακτηριστικά μονιμότητας υπό την αδυναμία μακροπρόθεσμου προγραμματισμού (Χάρτης 1).
Χάρτης 1: Χωροθέτηση Δομών Προσωρινής Υποδοχής (άτυπες και μόνιμες), Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης και Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών 2018 – 2022
Πηγή: Linos et al (2018), IOM (2022)
Τρίτον, διαμορφώθηκαν αστικά καταλύματα σε διαμερίσματα, ξενοδοχεία και άλλα κτίρια σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας μέσω του προγράμματος ESTIA και, τέταρτον, ακολούθησαν δράσεις επιδότησης ενοικίου και κοινωνικής υποστήριξης για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες μέσα από το πρόγραμμα HELIOS από το 2019.
To ESTIA (Emergency Support to Integration and Accommodation) (2017-2022) αποτέλεσε ένα πρόγραμμα στέγασης ευάλωτων αιτούντων άσυλο σε κοινωνικά διαμερίσματα στον αστικό ιστό υπό την αιγίδα της UNHCR, τη χρηματοδότηση της ΕΕ και την υλοποίηση του από Δήμους και ΜΚΟ. Πλαισιώθηκε με βοήθημα εισοδηματικής στήριξης στα όρια του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και δράσεις κοινωνικής αρωγής. Ο αρχικός του σχεδιασμός το 2016 (με την ονομασία ‘Accommodation and Relocation Programme’) προσανατολιζόταν στη βραχυχρόνια φιλοξενία υποψήφιων προς μετεγκατάσταση σε άλλες χώρες της ΕΕ. Η αλλαγή της ομάδας στόχου του προγράμματος πραγματοποιήθηκε χωρίς να υπάρξουν αντίστοιχες κοινωνικές προσαρμογές και ενταξιακά εργαλεία συνέπεια τη διαρκή αύξηση των εισροών δίχως αξιοσημείωτες εκροές (Kourachanis, 2018b; Papatzani et al., 2022). Την περίοδο 2020-2022 η διαχείριση του ESTIA πέρασε στην ευθύνη του ελληνικού κράτους, οπότε και η λειτουργία του τερματίστηκε.
Το πλαίσιο ανάπτυξης δράσεων κοινωνικής υποστήριξης για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες επιχειρήθηκε μέσα από το πρόγραμμα HELIOS από το 2019. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα επιδότησης ενοικίου και δράσεων κοινωνικής ένταξης για αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διεύρυνε την ομάδα των δικαιούχων στεγαστικής υποστήριξης επαναλαμβάνοντας όμως τις αδυναμίες του ESTIA (Kourachanis, 2022b). Η ανεπάρκεια των κοινωνικών παροχών αναγκάζει τους πρόσφυγες να αναζητούν υποστήριξη από μεταναστευτικά δίκτυα ή να διοχετεύονται στα κανάλια της αδήλωτης εργασίας, ώσπου να να μετακινηθούν στη χώρα της Ευρώπης που επιθυμούν να εγκατασταθούν. Πρόκειται επομένως για ένα πρόγραμμα που τελικά εξυπηρετεί την επιμήκυνση της παραμονής των προσφύγων σε μια χώρα διέλευσης, όπως η Ελλάδα, παρά στην κοινωνική ένταξη της σε αυτή (Kourachanis, 2022b).
Το χωρικό πρότυπο των υποδομών υποδοχής στην μητροπολιτική περιφέρεια της Αθήνας
Η χωροθέτηση των υποδομών αυτών σε μεγάλες πόλεις και μητροπολιτικά κέντρα αποσκοπούσε στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των εκτοπισμένων και στην ενίσχυση των προοπτικών της κοινωνικής ένταξης όσων θα παρέμεναν στη χώρα μέσω της διασποράς τους και τη διασύνδεσή τους με κοινωνικές υπηρεσίες στον αστικό ιστό.
Η ανάλυση που ακολουθεί χρησιμοποιεί δεδομένα από τρείς πηγές: την απογραφή πληθυσμού του 2011, το πρόγραμμα ESTIA και τις εκθέσεις των διαχείρισης των Κέντρων Υποδοχής προσφύγων του UNCHR (Πίνακας 1).
Πίνακας 1: Ιεράρχιση των κυριότερων εθνικοτήτων στην Αθήνα, απογραφή πληθυσμού και προγραμμάτα στέγασης
Πηγή: ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ 2015, UNHCR-ESTIA 2018, UNHCR 2018
Όσον αφορά την εθνοτική σύνθεση της Αθήνας, οι ομάδες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κυριαρχούν στον αστικό χώρο με τους Αλβανούς να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% των μη Ελλήνων υπηκόων ενώ ακολουθούν οι Ρουμάνοι (4,9%), οι Βούλγαροι (4,5%) και οι Γεωργιανοί (2,9%). Η πακιστανική κοινότητα είναι η μόνη εξαίρεση σε αυτό το μοτίβο αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 6% των ξένων υπηκόων. Η εθνοτική σύνθεση, τόσο του προγράμματος ESTIA όσο και η εθνοτική σύνθεση των Κέντρων, όπως αναμενόταν, παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες ενσωματώνοντας άτομα από τη Μέση Ανατολή (Συρία και Ιράκ) ή την Ευρύτερη Μέση Ανατολή (Αφγανιστάν). Παρατηρούμε ότι το 2011 οι εθνικότητες που συνδέονται με το μεταναστευτικό κύμα, είχαν ήδη δημιουργήσει μικρές κοινότητες στην Αθήνα. Σίγουρα η παρουσία τους δεν ήταν πολυπληθής αφού κατατάσσονται μεταξύ της 15ης και της 30ης θέσης με τους Σύριους να είναι η σημαντικότερη ομάδα μεταξύ τους αντιπροσωπεύοντας το 1,4% του συνολικού ξένου πληθυσμού. Όπως προκύπτει από τον Πίνακα 1, αν συγκρίνουμε την απογραφή του 2011 με τα δύο προγράμματα, σε απόλυτους αριθμούς, παρατηρούμε ότι οι κοινότητες αυτές ενισχύονται σημαντικά. Η παρουσία τους αυξάνεται, σε σύγκριση με το 2011, κατά τουλάχιστον 50% (Συρία +120%, Αφγανιστάν +91%, Ιράκ +90%, Παλαιστίνη +58% και το Ιράν +50%). Επιπλέον, η εισροή εκτοπισμένων μεταναστών μαζί με την εκροή μεταναστών από τα Βαλκάνια αλλά και τη συρρίκνωση του πληθυσμού μπορεί να είχαν ισχυρότερες επιπτώσεις από αυτές που αποτυπώνονται στις εκτιμήσεις των δεικτών της τρέχουσας μελέτης.
Χάρτης 2: Χωροθέτηση των καταλυμάτων του προγράμματος ΕΣΤΙΑ
Πηγή: UNHCR-ESTIA 2018
Η χωρική ανάλυση που ακολουθεί κατέδειξε ότι οι δομές προσωρινής φιλοξενίας αιτούντων άσυλο του προγράμματος ESTIA ακολούθησε τα χωρικά πρότυπα εγκατάστασης μεταναστών στην Αθήνα και δεν συνέβαλε σημαντικά στην αύξηση του συνολικού διαχωρισμού των μεταναστών ή επιμέρους εθνοτικών ομάδων. Ωστόσο, η χωροθέτηση τους ενίσχυσε σε πρώτη φάση την χωρική συγκέντρωση εθνοτικών ομάδων από τη Μέση Ανατολή. Η συνθήκη αυτή υπήρξε εντονότερη τόσο γύρω από τον άξονα της οδού Πατησίων, στης βόρειες συνοικίες του δήμου Αθηναίων, όσο και στον Πειραιά αλλά και τους όμορους σε αυτόν δήμους (Χάρτης 2). Οι αστικές αυτές ζώνες χαρακτηρίζονται από έντονο εθνοτικό διαχωρισμό που εντοπίζεται και σε επίπεδο κάθετου μειονεκτικού (μικρό) διαχωρισμού (Maloutas et al 2022, Arapoglou & Spyrellis, forthcoming)
Πίνακας 2: Δείκτες αστικού διαχωρισμού, απογραφή πληθυσμού και προγραμμάτα στέγασης
Πηγή:ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ 2015, UNHCR-ESTIA 2018, UNHCR 2018
Στον πίνακα 2 αποτυπώνονται οι τιμές των δεικτών Ανομοιότητας ΔΑ (Dissimilarity Index), Απόλυτης Κεντροποίησης ΔAK (Absolute Centralization Index) και Σχετικής Κεντροποίησης ΔΣΚ (Relative Centralization Index) που υπολογίστηκαν για διαφορετικές ομάδες εθνοτήτων προσθέτοντας στα δεδομένα της απογραφής 2011 τους νεοεισερχόμενους που φιλοξενήθηκαν σε μονάδες του προγραμμάτων ESTIA και των Δομών Υποδοχής.
Ο (ΔΑ) αυξάνεται από 0,5113 σε 0,5256, δηλαδή μόνο κατά 2,8%, όταν στους υπολογισμούς περιλαμβάνονται και οι δικαιούχοι του ESTIA από τη Μέση Ανατολή. Οι αλλαγές στον ΔΑ είναι σχεδόν μηδενικές για όλες τις άλλες εθνότητες, υποδηλώνοντας ότι η τοποθέτησή τους περιελάβανε περιοχές διαφορετικές από τις τοποθεσίες κατοικίας των ομοεθνών τους κατά την απογραφή.
Ωστόσο, η τοποθέτηση εκτοπισμένων νεοφερμένων ενίσχυσε την κεντρική συγκέντρωση εθνοτήτων από τη Μέση Ανατολή; ο ΔΑΚ αυξήθηκε κατά 5% (από 0,7675 σε 0,8055) ενώ ο ΔΣΚ κατά 27,1% (από 0,3217 σε 0,409) όταν συμπεριλήφθηκαν στην εκτίμηση οι δικαιούχοι της ESTIA. Μια παρόμοια, αλλά ασθενέστερη αλλαγή, ισχύει για εθνότητες από την Ευρύτερη Μέση Ανατολή (βλ. Αφγανοί) για τις οποίες ο δείκτης ΔΑΚ αυξήθηκε κατά 1,3% και ο δείκτης ΔΣΚ κατά 3,6% όταν συμπεριλήφθηκαν στην εκτίμηση οι δικαιούχοι της ESTIA. Οι αλλαγές στη συγκέντρωση των μεταναστών από τη Βόρεια Αφρική και την Ινδική Χερσόνησο είναι αμελητέες.
Διαφορετική επίδραση στις τιμές των δεικτών φαίνεται να έχει η χωροθέτηση των Δομών Ελαιώνα, Σχιστού, Σκαραμαγκά και Λαυρίου (χάρτης 3). Ο ΔΑ αυξάνεται κατά 4,8% επιπλέον (δηλαδή, από 0,5256 σε 0,5500) όταν στις εκτιμήσεις ληφθούν υπόψη και άτομα από τη Μέση Ανατολή που εντοπίζονται στα Δομές. Η αύξηση των τιμών του ΔΑ για εθνότητες από τη Μέση Ανατολή λόγω του περιορισμού τους σε Δομές είναι υπερδιπλάσια από την αύξηση που αναφέρθηκε για τους δικαιούχους της ESTIA. Ο δείκτης ανομοιότητας αυξάνεται επίσης κατά 2,7% επιπλέον (δηλαδή, από 0,5075 σε 0,5211) όταν στις εκτιμήσεις περιλαμβάνονται άτομα από την Ευρύτερη Μέση Ανατολή που εντοπίζονται στα Δομές. Η αύξηση των τιμών του ΔΑ για εθνότητες από την Ευρύτερη Μέση Ανατολή είναι σχεδόν πενταπλάσια από την αύξηση που αναφέρθηκε για τους δικαιούχους της ESTIA. Τέλος οι αλλαγές στον ΔΑ είναι σχεδόν μηδενικές για όλες τις άλλες εθνότητες.
Οι τιμές των δεικτών κεντρικότητας αντικατοπτρίζουν την περιφερειακή τοποθεσία της πλειονότητας των Κέντρων (Χάρτης 3). Ο Πίνακας 2 δείχνει μια σημαντική μείωση στις τιμές των ΔΑΚ και ΔΣΚ συγκέντρωσης που αφορά, πρώτον, τις εθνότητες από τη Μέση Ανατολή (βλ. Σύριοι) οι οποίοι μεταφέρθηκαν από τα σύνορα της χώρας στις πιο απομακρυσμένες τοποθεσίες και, δεύτερον, εθνότητες για την Ευρύτερη Μέση Ανατολή (βλ. Αφγανοί).
Χάρτης 3: Χωροθέτηση και εθνοτική σύνθεση των Δομών Προσωρινής Υποδοχής στην Αττική τον Ιανουάριο του 2018
Πηγή: UNHCR 2018
Κατακερματισμός, ελλείμματα υποδομών και διαχείριση της εκκρεμότητας
Από την ομάδα εστίασης με τους διάφορους φορείς που εμπλέκονται στην διαχείριση των υποδομών της υποδοχής, προκύπτει μια κριτική αποτίμηση του ESTIA, με έμφαση στο γεγονός ότι δεν επρόκειτο για ένα ενταξιακό πρόγραμμα, αν και ανοίγει διαύλους για την ένταξη και συμβάλλει στη δημιουργία δικτύων που θα μπορούσαν να την υποστηρίξουν. Η συρρίκνωση των δυνατότητων συμπερίληψης ξεκινούσε από την ίδια την χρηματοδότηση αφού αυτή δεν επέτρεπε ενταξιακές δράσεις. Επίσης, δεν υπήρχε κεντρικός σχεδιασμός των προγραμμάτων και αντίστοιχοι οικονομικοί πόροι. Κατ’ επέκταση, τα προγράμματα προσαρμόζονταν στις περιορισμένες χρηματοδοτικές ευκαιρίες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Οι δυνατότητες χρηματοδότησης εξαρτιόταν από το είδος των φορέων. Οι διεθνείς οργανώσεις είχαν μεγαλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις, ενώ οι δημόσιοι φορείς προσέκρουαν σε διάφορα αναχώματα.
Οι επιμέρους δράσεις συμμορφώνονταν σε μια διαχειριστική λογική, καθώς φαίνεται από το πως ανοιγοκλείναν Δομές κι αυξομειώνονταν η χωρητικότητα τους, χωρίς σχεδιασμό, ως αποτέλεσμα πολιτικών διαπραγματεύσεων, τόσο σε επίπεδο ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό και τοπικό (Χάρτης 1). Η διαχειριστική λογική ενισχύονταν αφενός από την υπολειμματική κουλτούρα διαχείρισης των κοινωνικών προβλημάτων και τα διερευνόμενα χάσματα στο ελληνικό σύστημα κοινωνικής προστασίας που αποδιαρθρώθηκε από τις πολιτικές λιτότητας, και αφετέρου, από τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της προσφυγικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Κουραχάνης, 2019). Ειδικότερο ζήτημα αποτέλεσε η αποκέντρωση υπηρεσιών χωρίς πόρους προς την τοπική αυτοδιοίκηση και η αυξανόμενη γραφειοκρατικοποίηση των διαδικασιών πρόσβασης των αιτούντων άσυλο σε οικονομική αρωγή και υπηρεσίες (Stratigaki, 2022).
Στα εργαστήρια με φορείς της αυτοδιοίκησης και ΜΚΟ καταγράφηκε μια αμηχανία ως προς την στοχοθεσία των παρεμβάσεων: ο στόχος της αυτονομίας παρουσιάστηκε προσφορότερος στις τρέχουσες συνθήκες ενώ ο στόχος της ένταξης παρουσιάστηκες ως δυσχερής. Η ασάφεια που πλαισιώνει το ευρύτερο σύστημα υποδοχής και η επισφάλεια που δημιουργεί ο τρόπος που εφαρμόζονται οι συγκεκριμένες πολιτικές (πότε θα μεταβούν από το ένα πρόγραμμα στο άλλο, μέχρι πότε δικαιούνται τι κτλ.) τοποθετούν τον πληθυσμό στον οποίο απευθύνονται σε μια εκκρεμή κατάσταση (Arapoglou and Gounis, 2017; Papatzani et al, 2022). Αυτή η εκκρεμής κατάσταση είναι αποτρεπτική ενός κινήτρου για παραμονή σε έναν τόπο, και γενικότερα αποτρεπτική από τις διαδικασίες αυτές που θα βοηθούσαν τους ανθρώπους να προγραμματίσουν τις ζωές τους.
Ένα πολύ σημαντικό και δομικό πρόβλημα που διαπιστώθηκε με το ESTIA είναι ότι η μεγάλη ανασφάλεια προκύπτει στους ωφελούμενους στο σημείο της αναγνώρισης της ιδιότητας του πρόσφυγα. Το οξύμωρο εδώ είναι ότι τα άτομα γίνονται πιο ευάλωτα από τη στιγμή της αναγνώρισης, δεδομένου ότι σταματάει το πλαίσιο που τα στηρίζει, χωρίς να έχουν προλάβει να αναπτύξουν μηχανισμούς αυτονόμησης. Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα για τις διαδικασίες ένταξης αποτελούσε το ότι προτεραιότητα στο πρόγραμμα είχαν οι ευάλωτες περιπτώσεις των οποίων η αυτονόμηση καθίσταται μακρόχρονη επειδή έχουν μεγάλη ανάγκη υποστήριξης. Επιπλέον, η οικονομική ανάκαμψη και προσδοκίες προσόδου από βραχυχρόνιες μισθώσεις συρρίκνωσαν το διαθέσιμο απόθεμα διαμερισμάτων για τη φιλοξενία αιτούντων άσυλο και προσφύγων.
Δημιουργία και επέκταση υποδομών: συνέχειες και ασυνέχειες
Η λειτουργία διαμερισμάτων φιλοξενίας μέσα στον ιστό των πόλεων και η συσπείρωση γύρω από αυτά, μεταξύ άλλων, υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και απασχόλησης από ΜΚΟ και φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης δημιούργησε παρόλα τα παραπάνω, μια παρακαταθήκη στρατηγικών συμπερίληψης που θα μπορούσε να αφορά πέρα από μετανάστες και μετανάστριες και έναν ευρύτερο πληθυσμό που βρίσκεται σε μια επισφαλή κατάσταση διαβίωσης.
Η τελευταία πηγή που χρησιμοποιήθηκε σε αυτήν την ανάλυση δημιουργήθηκε μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου 2020 [3] και καταγράφει το δίκτυο υπηρεσιών που συνδέεται με τις ανάγκες των μεταναστών. Μέσα από μια εκτενή διαδικτυακή έρευνα καταγράφηκαν 546 υπηρεσίες που παρέχονταν από 47 οργανισμούς. Η διεξαγωγή συνεντεύξεων, με την χρήση ερωτηματολογίου, με κάθε οργανισμό που εξακολουθούσε να λειτουργεί οδήγησε στην επαλήθευση της παροχής των 335 υπηρεσιών από 23 οργανισμούς (Πίνακας 3). Η εκπαίδευση και η υποστήριξη (γενικά) είναι οι σημαντικότερες υπηρεσίες ενώ η ανάλυση αυτή ανέδειξε μια σημαντική διαφοροποίηση στην εσωτερική λειτουργία των οργανισμών, ορισμένοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο χώρο φιλοξενίας των ενδιαφερόμενων ενώ άλλοι διαθέτουν χώρο υποδοχής. Το τελευταίο οδηγεί στην αύξηση της κινητικότητας μεταναστών και γενικά ευάλωτων κοινωνικών ομάδων σε συγκεκριμένες γειτονιές της πόλης, άσχετα του τόπου διαμονής τους, τροφοδοτώντας επιπλέον την από κάτω διαμόρφωση υποδομών και δικτύων.
Πίνακας 3: Κατανομή καταγεγραμμένων υπηρεσιών βάσει εξειδίκευσης
Πηγή: Έρευνα διαδικτύου και συνεντεύξεις στο πλαίσιο του προγράμματος Πόλεις Συμπερίληψης/ Inclusive cities
Η χωροθέτηση των οργανισμών που καταγράφηκαν (Χάρτης 4) επιβεβαιώνει ότι το πρόγραμμα ESTIA δημιούργησε, σε κεντρικές περιοχές, ένα υποστηρικτικό δίκτυο, πρωτίστως μέσω της χωρικής συσπείρωσης των φορέων που ανέλαβαν την υλοποίηση του. Το δίκτυο αυτό μπορεί να θεωρηθεί συμπληρωματικό με τη δημιουργία κοινών υποδομών οργανώσεων αλληλεγγύης από τα κάτω, παρότι αυτές συχνά διέπονται από διαφορετικές αρχές ενώ μετά το 2019 συστηματικά καταστράφηκαν από επιχειρήσεις αστυνόμευσης (Tsavdaroglou & Lalenis, 2022).
Στον χάρτη 4 απεικονίζεται το δίκτυο υπηρεσιών, συνδεδεμένων με τις λειτουργίες και τις ανάγκες των μονάδες φιλοξενίας, που διαμορφώθηκε προκειμένου να εκπληρωθούν οι προτεραιότητες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες για αστικά καταλύματα.Η εγκατάσταση ΜΚΟ και ανθρωπιστικών οργανώσεων ήταν ζωτικής σημασίας για το σχηματισμό και την επέκταση αυτού του δικτύου κυρίως εντός των γειτονιών φιλοξενίας δικαιούχων. Επίσης, μικρότερες φιλανθρωπικές οργανώσεις και οργανώσεις αλληλεγγύης εγκαταστάθηκαν στις περιοχές αυτές για να παράσχουν και αυτές τις υπηρεσίες τους. Όπως είναι αναμενόμενο, κυρίως για λόγους άμεσης γειτνίασης με τους ενδιαφερόμενους, η χωροθέτηση των οργανισμών που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εξειδικευμένες μεμονωμένες μονάδες (ανοιχτό πράσινο) – που διαθέτουν δηλαδή κάποιον χώρο υποδοχής ενδιαφερόμενων – ορίζει σε μεγάλο βαθμό το δίκτυο αυτό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, στις ίδιες κεντρικές περιοχές, εντοπίζουμε και την έδρα οργανώσεων (σκούρο πράσινο) που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κατευθείαν μέσα στις μονάδες διαμονής. Η ύπαρξη του ίδιου μοντέλου και η επιλογή τους να εγκατασταθούν στις περιοχές αυτές παρότι η χωροθέτηση τους δεν σχετίζεται με την καλύτερη λειτουργία τους, αναδεικνύει ακόμα περισσότερο την σημασία ένταξης στο δίκτυο αυτό. Τέλος είναι αξιοσημείωτο, πρώτον, ότι αυτό το δίκτυο βασίστηκε κυρίως σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς και ιδιωτικούς φορείς λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων των δημόσιων φορέων και της έλλειψης χρηματοδότησης και, δεύτερον, ότι οι κοινωνικές εγκαταστάσεις αναπτύχθηκαν σε αστικές γειτονιές αφίξεων και όχι κοντά σε κατασκηνώσεις (όπου οι βασικές υπηρεσίες προσφέρθηκαν επίσης τυχαία από ανθρωπιστικές οργανώσεις εντός των εγκαταστάσεων).
Χάρτης 4: Δίκτυο υπηρεσιών συνδεδεμένων με τα προγράμματα φιλοξενίας στην Αθήνα
Πηγή: Έρευνα διαδικτύου και συνεντεύξεις στο πλαίσιο του προγράμματος Πόλεις Συμπερίληψης/ Inclusive cities
Η δημιουργία τάξεων υποδοχής φαίνεται επίσης ότι ενίσχυσε τις τοπικές δράσεις συσπείρωσης και αλληλεγγύης. Η σχολική κοινότητα συχνά αναλάμβανε έναν ρόλο στήριξης ολόκληρης της οικογένειας (οι γονείς δέχονται αλληλεγγύη από άλλους γονείς σε διάφορα ζητήματα) καθώς και έναν ρόλο συμπερίληψης αυτής μέσα σε μια κοινότητα. Για το λόγο αυτό, πολλοί ωφελούμενοι/ες του προγράμματος, επέλεγαν να παραμείνουν στην περιοχή που βρίσκονταν και μετά την έξοδό τους από το πρόγραμμα.
Ένα άλλο στοιχείο που προέκυψε από τα εργαστήρια με φορείς είναι το πως η ενταξιακή διάσταση του ESTIA συνδέθηκε και με την τοπική πολιτική οικονομία ιδίως στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης (ενοικίαση κενών κατοικιών και κτιρίων, απασχόληση νέων κοκ) . Ο μακροπρόθεσμος χαρακτήρας τέτοιων προγραμμάτων δημιουργεί διάφορες ζυμώσεις σε επίπεδο κοινωνίας αλλά και θεσμών με ζητήματα συνύπαρξης.
Οι δήμοι μπήκαν για πρώτη φορά στην διαδικασία παροχής υπηρεσιών στέγασης σε αιτούντες άσυλο. Απέκτησαν με αυτό τον τρόπο μια μεγάλη εμπειρία και δημιούργησαν ένα δίκτυο συνεργειών και συνεργασιών με άλλες υπηρεσίες, άλλους φορείς και άλλους δήμους. Ιδιαίτερα στο Δήμο της Αθήνας δημιουργήθηκαν ειδικές μονάδες συντονισμού και αναπτύχθηκαν καινοτόμες συνεργασίες με διεθνείς φορείς σε θέματα τόσο υποδοχής όσο και ένταξης (Stratigaki 2022). Επιπλέον με αφορμή την διαχείριση του προσφυγικού από διάφορους θεσμούς και φορείς αναπτύχθηκε μια γνώση γύρω από πολιτικές στέγασης διαφόρων επιπέδων η οποία δυνητικά αφορά και άλλους πληθυσμούς που το έχουν ανάγκη.
Τα ευρήματα που παρουσιάστηκαν επισημαίνουν ότι η δημιουργία των δομών φιλοξενίας και η σύνδεση τους με κοινωνικές υποδομές στον αστικό ιστό συνέβαλε στην παραγωγή γνώσης για την διαδικασία συμπερίληψης που ωστόσο συντελέστηκε σε μια κοινότητα φορέων έξω από τον πυρήνα του κεντρικού κράτους, το οποίο δεν μπόρεσε να την αξιοποιήσει .
Τα προγράμματα αυτόνομης διαβίωσης όπως το ESTIA και το HELIOS στάθηκαν αφορμή για να δημιουργηθεί μια κουλτούρα και μια παρακαταθήκη που μπορεί να αποβεί βοηθητική στην ευρύτερη συζήτηση για την συμπερίληψη στην πόλη. Μια συζήτηση που μας αναγκάζει να σκεφτούμε υλικά και συμβολικά την κίνηση και την εγκατάσταση, την αυτονόμηση και την αλληλεγγύη. Η συζήτηση αυτή όμως διακόπηκε άγαρμπα με την παύση των ανωτέρω προγραμμάτων, τις στρατηγικές τουριστικής αναβάθμισης χωρίς συμπεριληπτικές πρόνοιες, την στρατοπεδική διάταξη των Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης, τους καταυλισμούς στην ενδοχώρα, καθώς και τις πρόσφατα ιδρυθέντες Κλειστές Ελεγχόμενες Δομές (Parsanoglou, 2022). Κατά ένα τρόπο η αδρανοποίηση της μνήμης αλληλεγγύης και η ακύρωση των διδαγμάτων συμπερίληψης από τα προαναφερθέντα προγράμματα συμβάλλει στην «κανονικοποίηση» της στρατοπεδοποίησης (Kreichauf 2018) που προωθούν οι πολιτικές από το 2019 και ύστερα. Επιτείνει επίσης του κινδύνους πόλωσης σε περιοχές κάθετου διαχωρισμού με την ενδεχόμενη λειτουργία διπλών αγορών, από τη μια υψηλών αποδόσεων για τουριστικές μισθώσεις και εξευγενισμένη κατοικία και από την άλλη άτυπων μισθώσεων αποθέματος κακής ποιότητας για περιθωριοποιούμενες ομάδες (Arapoglou & Spyrellis forthcoming).
[1] ΕΛΚΕ Πανεπιστημίου Κρήτης: Κωδικός έργου 10735. Title: ‘Inclusive cities- infrastructures of social integration and refugee settlement’. Το έργο εντάχθηκε στο Κέντρο Ερευνών και Μελετών (Κ.Ε.ΜΕ.) για τις Ανθρωπιστικές, τις Κοινωνικές και τις Επιστήμες της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κρήτης
[2] Ευχαριστούμε θερμά το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στην Ελλάδα για τη διάθεση των δεδομένων (snapshots) του προγράμματος ΕΣΤΙΑ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
[3] Η διαδικτυακή έρευνα, διεξαγωγή των συνεντεύξεων και η επαλήθευση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της πρακτικής ασκησης του Σταύρου Αρώνη στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ).
Αναφορά λήμματος
Αράπογλου, Β., Κουραχάνης, Ν., Μαντανίκα, Ρ., Σπυρέλλης, Σ. (2023) Υποδομές υποδοχής και συμπερίληψης προσφύγων στην Αθήνα, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/υποδομές-υποδοχής-και-συμπερίληψης-π/ , DOI: 10.17902/20971.119
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Amin, A. (2014). Lively infrastructure. Theory, Culture & Society, 31(7-8), 137-161
- Arapoglou, V. and Gounis, K. (2017), Contested Landscapes of Poverty and Homelessness in Southern Europe. Reflections from Athens, London: Palgrave Macmillan.
- Arapoglou, V. and Spyrellis, S.N, (forthcoming), Arrival infrastructures: segregation of displaced migrants and processes of urban change in Athens, Geographies
- EKKE; ΕΣΥΕ. Panorama of Greek Census Data 1991–2011. Internet Application to Access and Map Census Data. 2015. https://panorama.statistics.gr/en/ (accessed 2023-08-19).
- Felder, M., Stavo-Debauge, J., Pattaroni, L., Trossat, M., & Drevon, G. (2020). Between hospitality and inhospitality: the janus-face d’arrival infrastructure’. Urban Planning, 5(3), 55-66.
- Hanhörster, H., & Wessendorf, S. (2020). The role of arrival areas for migrant integration and resource access. Urban Planning, 5(3), 1-10.
- IOM (2022), Supporting the Greek Authorities in Managing the National Reception System for Asylum Seekers and Vulnerable Migrants (SMS) – Factsheets, March 2022 (accessed 2023-09-25)
- Kourachanis, N. (2018a), “Asylum Seekers, Hotspot Approach and Anti-Social Policy Responses in Greece (2015-17)”, Journal of International Migration and Integration, 19(4): pp. 1153-1167.
- Kourachanis, N. (2018b), “From Camps to Social Integration? Social Housing Interventions for Asylum Seekers in Greece”, International Journal of Sociology and Social Policy, 39(3/4): pp. 221-234.
- Κουραχάνης, Ν. (2019), Πολιτικές Στέγασης Προσφύγων. Προς την Κοινωνική Ενσωμάτωση ή την Προνοιακή Εξάρτηση; Αθήνα: Τόπος.
- Kourachanis, N. (2022a), “Housing as a Base for Welfare in Greece: The Staircase of Transition and Housing First Schemes”, International Journal of Housing Policy, 22(2): pp. 1-21. https://doi.org/10.1080/19491247.2022.2089082
- Kourachanis, N. (2022b), “Implementing Refugee Integration Policies in a Transit Country: The HELIOS Project in Greece”, European Journal of Homelessness, 16(1): pp. 273-292.
- Linos, K., Frontiera, P., Carlson, M., Jakli, L., Spyrellis, S.N. (2018), Digital Refuge. Berkeley: Berkeley University. URL https://digitalrefuge.berkeley.edu
- Maloutas, T., Spyrellis, S.N., Karadimitriou N., (2022), Measuring and Mapping Vertical Segregation in Athens, in T., Maloutas and N., Karadimitriou (eds), Vertical Cities. Micro-segregation, Social Mix and Housing Markets, Edward Elgar Publishing, Cheltenham UK and Northampton MA, USA, pp. 88-97
- Mantanika, R., & Arapoglou, V. (2022). The making of reception as a system. The governance of migrant mobility and transformations of statecraft in Greece since the early 2000s. In Challenging Mobilities in and to the EU during Times of Crises: The Case of Greece (pp. 201-220). Cham: Springer International Publishing.
- Meeus, B., Arnaut, K., & Van Heur, B. (2019). Arrival infrastructures. Cham: Palgrave Macmillan.
- Papatzani, E., Psalidaki, T., Kandylis, G. and Micha, I. (2022), “Multiple geographies of precarity: Accommodation policies for asylum seekers in metropolitan Athens, Greece”, European Urban and Regional Studies, 29(4): pp. 189-203.
- Parsanoglou, D. (2022), “Crisis upon crisis: Theoretical and political reflections on Greece’s response to the ‘refugee crisis”, in Kousis, M., Chatzidaki, A. and Kafetsios, K. (Ed.), Challenging Mobilities in and to the EU during Times of Crises. The Case of Greece, London: Springer.
- Simone, A. (2004). People as infrastructure: intersecting fragments in Johannesburg. Public culture, 16(3), 407-429.
- Stratigaki, M. (2022). A ‘wicked problem’for the Municipality of Athens. The ‘refugee crisis’ from an insider’s perspective. In Challenging Mobilities in and to the EU during Times of Crises: The Case of Greece (pp. 283-297). Cham: Springer International Publishing.
- Tsavdaroglou, C., & Lalenis, K. (2020). Housing commons vs. state spatial policies of refugee camps in Athens and Thessaloniki. Urban Planning, 5(3), 163-176.
- UNHCR (2018),Greece-SMS WG-Site Profiles – January – February 2018; 2018. URL: https://data.unhcr.org/en/documents/details/62505 (accessed 2023-08-19).