Η γειτονιά των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στον Ταύρο
2020 | Απρ
Η περιοχή μελέτης υπήρξε ένας από τους συνοικισμούς που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα (όπως εκείνοι του Δουργουτίου, του Ασυρμάτου, των Αμπελοκήπων κ.ά.) για τη στέγαση των Μικρασιατών προσφύγων της δεκαετίας του 1920. Η εγκατάσταση των προσφύγων έγινε είτε με αυτοστέγαση σε παραπήγματα, είτε οργανωμένα στις κατοικίες που κατασκευάστηκαν από το κράτος. Τα επόμενα χρόνια η γειτονιά δέχθηκε σημαντικό αριθμό εσωτερικών μεταναστών, ενώ από το 1950 ξεκίνησε η σταδιακή ανέγερση των προσφυγικών και εργατικών πολυκατοικιών για τη στέγαση όσων κατοικούσαν σε παραπήγματα. Σε αντίθεση με άλλους προσφυγικούς συνοικισμούς (όπως για παράδειγμα του Ιλισσού, του Πολυγώνου, των Κουντουριώτικων) που κατεδαφίστηκαν και τα ίχνη τους χάθηκαν αφού ενσωματώθηκαν πλήρως στην ευρύτερη περιοχή τους, ο Ταύρος κατάφερε με τη δημιουργία των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας να παραμείνει μια ιδιαίτερη γειτονιά σε σχέση με την ευρύτερη περιοχή της.
Η θέση της γειτονιάς
Η γειτονιά των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στον Ταύρου βρίσκεται στο νότιο τμήμα της ομώνυμης Δημοτικής Ενότητας του Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου [1]. Είναι χωροθετημένη σε κομβικό σημείο εύκολα προσπελάσιμο από την οδό Πειραιώς, ενώ η απόσταση από το κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά είναι μικρή (3,5 χλμ. από την πλατεία Συντάγματος και 5 χλμ. από την πλατεία Κοραή αντίστοιχα) (Χάρτης 1).
Χάρτης 1: Η γειτονιά
Ο συνολικός αριθμός των πολυκατοικιών (προσφυγικών και εργατικών) που κατασκευάστηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980, και αποτελούν τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας της γειτονιάς, είναι 88 (Χάρτης 2).
Χάρτης 2: Τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου
Η ιστορία της γειτονιάς: εγκατάσταση των προσφύγων τη δεκαετία του 1920
Ο προσφυγικός συνοικισμός του Ταύρου δημιουργήθηκε σε εκτός σχεδίου έκταση της πόλης της Αθήνας από πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Ελλάδα με τη Μικρασιατική Καταστροφή από τη Σμύρνη, την Αττάλεια, το Ικόνιο κ.α. Ο Ταύρος παλαιότερα ονομαζόταν συνοικισμός «Νέων Σφαγείων» [2] και ανήκε διοικητικά στο Δήμο Αθηναίων (Βαρελίδης, 1999: 314). Όμως, από το 1934 αποσπάστηκε και αποτέλεσε αυτόνομη Κοινότητα. Το 1935 «το Κοινοτικό Συμβούλιο με ομόφωνη απόφασή του […] είχε ζητήσει την απαλλαγή του ονόματος “Ν. Σφαγείων” από την Κοινότητα σαν κακόηχο και την μετονομασία της σε Κοινότητα Ταύρου» (Σούτος, 1983: 238). Η πιθανότερη εκδοχή για την ετυμολογία της ονομασίας Ταύρος είναι αυτή που τη συνδέει με την οροσειρά του Ταύρου στη νότια Τουρκία. Άλλωστε τμήμα της οροσειράς βρίσκεται στην Αττάλεια και στη Μερσίνη (Ελευθερουδάκης, 1931: 55), περιοχές από τις οποίες μεγάλος αριθμός προσφύγων εγκαταστάθηκε στον Ταύρο.
Πριν από την εγκατάσταση των προσφύγων, η περιοχή ήταν ακατοίκητη. «Στην περιοχή αυτή, ανάμεσα στην Αθήνα και στον Πειραιά, τη γεμάτη από λάσπες και χωράφια σπαρμένα [….] ήλθαν να εγκατασταθούν οι πρώτοι κάτοικοί της, άνθρωποι δυστυχισμένοι και κυνηγημένοι, ξεριζωμένοι από τα πάτρια εδάφη τους » (Σούτος, 1983: 105). Η εγκατάσταση των προσφύγων στον Ταύρο -η οποία ξεκίνησε το 1922 και ολοκληρώθηκε το 1927- έγινε κυρίως σε παραπήγματα που κατασκεύασε είτε το κράτος, είτε οι ίδιοι οι πρόσφυγες με αυτοστέγαση. Οι επιμέρους περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες χωρίζονταν με βάση τα συγκροτήματα, αλλά και τις ενορίες [3] στις οποίες εντάχθηκαν. Έτσι προέκυψαν οι περιοχές: παραγκούπολη «Παναγίτσας», «Γερμανικά» παραπήγματα (Κάτω Νέα Σφαγεία) και «Εσταυρωμένου» (Άνω Νέα Σφαγεία) [4] (Εικόνα 1).
Η πρώτη ομάδα παραπηγμάτων, η παραγκούπολη της «Παναγίτσας», βρισκόταν νοτιοανατολικά της οδού Πειραιώς και η δεύτερη ομάδα, τα «Γερμανικά» παραπήγματα, βορειοδυτικά της οδού Πειραιώς (Εικόνα 1). Αυτές οι δυο εκτάσεις ανήκαν στις λεγόμενες «εθνικές γαίες», οι οποίες με την ίδρυση του νεοελληνικού Κράτους το 1827 περιήλθαν στη δικαιοδοσία του Δημοσίου, το οποίο τις παραχώρησε στους Μικρασιάτες πρόσφυγες για να στεγαστούν. Η πρώτη εγκατάσταση των προσφύγων έγινε στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας» (Εικόνες 2 & 3) με αυτοστέγαση, ενώ ακολούθησε την περίοδο 1925-1927 η εγκατάσταση στα «Γερμανικά», που ήταν πιο οργανωμένη και μεκαλύτερες κατασκευές. Τα «Γερμανικά» ήταν προκατασκευασμένοι ξύλινοι οικίσκοι [5] που δόθηκαν ως αποζημίωση από τη Γερμανία για τις καταστροφές του Α΄ΠΠ (Σούτος, 1983: 93, 105-109).
Εικόνα 1: Οι τέσσερις περιοχές εγκατάστασης των προσφύγων στον Ταύρο
Πηγή: Παπαδοπούλου, Σαρηγιάννης, 2006: 183 και ιδία επεξεργασία
Εικόνες 2-4: Η παραγκούπολης της Παναγίτσας
Η εγκατάσταση των προσφύγων, που αποτελούσαν φτηνό εργατικό δυναμικό, στον Ταύρο προσέλκυσε εργοστάσια στην περιοχή και τη μετέτρεψε σταδιακά σε σημαντική βιομηχανική-βιοτεχνική ζώνη. Επιπλέον, η ύπαρξη των σφαγείων στον Ταύρο προσέλκυσε βιοτεχνίες σχετικές με την επεξεργασία του δέρματος.
Εγκατάσταση εσωτερικών μεταναστών τη μεταπολεμική περίοδο στην έκταση των πρώην Φυλακών Συγγρού
Στον Ταύρο άρχισαν να εισρέουν εσωτερικοί μετανάστες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας λόγω του Εμφυλίου πολέμου και λόγω της ανάγκης για εύρεση εργασίας. Άλλωστε, στην περιοχή υπήρχαν τα Δημοτικά Σφαγεία, καθώς και αρκετές βιοτεχνίες όπου μπορούσαν οι νεοαφιχθέντες πληθυσμοί να απασχοληθούν. Οι εσωτερικοί μετανάστες που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κατοικήσουν αλλού, έβρισκαν στέγη στην εγκαταλελειμμένη έκταση των πρώην Φυλακών Συγγρού [6]. Εγκαθίστανται στο χώρο των πρώην φυλακών ήδη από το 1945, κάνοντας κατάληψη στα υφιστάμενα εγκαταλελειμμένα κτίσματα (κελιά) ή κατασκευάζοντας μόνοι τους πρόχειρες κατοικίες μέσα στην έκταση. Σύντομα συγκεντρώθηκαν σε αυτό το χώρο πάνω από 200 οικογένειες (Σούτος, 1983: 211).
Το κράτος κατέβαλλε προσπάθειες απομάκρυνσης των οικιστών από την έκταση αυτή ήδη από το 1950. Ωστόσο, οι νέοι αυτοί κάτοικοι είχαν ιδρύσει Σύλλογο «Ακτημόνων Οικιστών τέως Φυλακών Συγγρού» με κύριο αίτημα τη στέγασή τους χωρίς την απομάκρυνσή τους από την περιοχή. Οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, όμως, διαφωνούσαν με την κατάληψη της έκτασης και θεωρούσαν ότι οι οικιστές προσπαθούσαν να ιδιοποιηθούν το χώρο αυτό, ενώ στην πραγματικότητα είχαν τη δυνατότητα να στεγαστούν αλλού (Σούτος, 1983: 212).
Το 1955 ο πρωθυπουργός Σοφοκλής Βενιζέλος πρότεινε τη δημιουργία λαϊκών πολυκατοικιών στην έκταση αυτή για τη στέγαση των οικιστών των πρώην φυλακών. Εντέλει, μετά από πίεση του συλλόγου προς τους ιθύνοντες, κατεδαφίστηκαν τα οικήματα στο χώρο και ανεγέρθηκαν εννέα πολυκατοικίες για τη στέγασή τους. Η κατασκευή των πολυκατοικιών ολοκληρώθηκε το 1959 και τα διαμερίσματα δόθηκαν στους δικαιούχους το διάστημα 1960-1961, με τη διαδικασία της κλήρωσης (Εικόνα 5) (Σούτος, 1983: 213-214).
Εικόνα 5: Πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου και μια από τις εργατικές πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν στη θέση των πρώην Φυλακών Συγγρού
Η εξέλιξη της γειτονιάς με τη δημιουργία των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας
Οι πρώτες πολυκατοικίες που κατασκευάστηκαν στο συνοικισμό του Ταύρου μετά από την κατεδάφιση τμήματος της παραγκούπολης της «Παναγίτσας» ανεγέρθηκαν το 1936 και το 1950 στο Οικοδομικό Τετράγωνο (ΟΤ) 1Γ [7], δηλαδή μεταξύ των οδών Πειραιώς-Θράκης-Κλαζομενών και Καραϊσκάκη, σε έκταση 9.687 τ.μ. (Εικόνες 1, 6α και 6β. Σε αυτές τις οκτώ πολυκατοικίες στεγάστηκαν πρόσφυγες που κατοικούσαν κυρίως στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας» (Σούτος, 1983: 105). Όπως ανέφεραν πληροφορητές (Μυωφά, 2019), το συγκρότημα αυτό ήταν γνωστό ως τα «διώροφα του Μεταξά», αφού κατασκευάστηκαν την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά (Εικόνα 7).
Εικόνα 6α: Σχέδιο του ΟΤ 1Γ πριν την ανάπλαση
Εικόνα 6β: Σχέδιο του ΟΤ 1Γ μετά την ανάπλασηΕικόνα 7: Το συγκρότημα των πρώτων προσφυγικών πολυκατοικιών στον Ταύρο
Από αυτές τις πολυκατοικίες, οι έξι ήταν διώροφες και ανεγέρθηκαν από το Υπουργείο Πρόνοιας το 1936, ενώ οι υπόλοιπες δύο ήταν τριώροφες και κατασκευάστηκαν από το Υπουργείο Ανοικοδομήσεως το 1950. Ο συνολικός αριθμός των διαμερισμάτων ήταν 136 (100 διαμερίσματα στις διώροφες και 36 στις τριώροφες) και το εμβαδό τους ήταν πολύ μικρό, αφού κυμαινόταν από 39-45 τ.μ. στις διώροφες και από 35-56 τ.μ. στις τριώροφες (Λουκόπουλος κ.ά., 1990: 33).
Χαρτης 3: Τα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου ανά περίοδο κατασκευής
Από τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε σταδιακά η ανέγερση των συγκροτημάτων προσφυγικής κατοικίας στη θέση των παραπηγμάτων ύστερα από κατεδάφισή τους, αλλά και σε έκταση που περιήλθε στο δημόσιο έπειτα από απαλλοτρίωση. Αρχικά, το διάστημα 1953-1954 ανεγέρθηκαν πέντε πολυκατοικίες, τριών και τεσσάρων ορόφων σε τμήμα της έκτασης όπου ήταν χωροθετημένα τα «Γερμανικά» παραπήγματα. Την περίοδο 1956-1957, πραγματοποιήθηκε η ανοικοδόμηση 32 τετραώροφων πολυκατοικιών στην έκταση του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα, η οποία περιήλθε στο Υπουργείο Πρόνοιας μετά από απαλλοτρίωση (Σούτος, 1983: 105, 192).Στη συνέχεια ξεκίνησε ευρύ πρόγραμμα κατεδάφισης των παραπηγμάτων στην παραγκούπολη της «Παναγίτσας». Στη θέση των πρόχειρων κατασκευών ανεγέρθηκαν 12 τετραώροφες πολυκατοικίες την περίοδο 1966-1967, ενώ την περίοδο 1969-1971 ανεγέρθηκαν οι υπόλοιπες 8 (Σούτος, 1983: 106) (Χάρτης 3). Οι πολυκατοικίες της δεύτερης περιόδου κατασκευάστηκαν την περίοδο της δικτατορίας και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους σε σχέση με τις υπόλοιπες, είναι ότι αποτελούνται από πολυώροφα κτήρια. Πιο συγκεκριμένα, το συγκρότημα αυτό αποτελείται από δύο εξαώροφες, τρεις επταώροφες και άλλες τρεις δεκαώροφες πολυκατοικίες (Χάρτης 4).
Τα «Γερμανικά» παραπήγματα ήταν τα τελευταία που κατεδαφίστηκαν στην περιοχή. Η κατεδάφισή τους ξεκίνησε την περίοδο 1962-1964, ενώ η ανέγερση του συγκροτήματος των πολυκατοικιών έγινε την περίοδο 1969-1971 (Χάρτης 3). Το συγκρότημα αυτό αποτελείται από 19 πολυκατοικίες εξαώροφες, επταώροφες και εντεκαώροφες (Χάρτης 4).
Τα διαμερίσματα δίνονταν στους δικαιούχους, πρόσφυγες και εσωτερικούς μετανάστες, οι οποίοι έπρεπε να αποπληρώσουν ένα ποσό (ίσο με το κόστος κατασκευής) για να πάρουν το τελικό παραχωρητήριο και επομένως να έχουν το δικαίωμα μεταβίβασης ή πώλησης της κατοικίας τους.
Χαρτης 4: Αριθμός ορόφων ανά πολυκατοικία στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου
Ανάπλαση ΟΤ 1Γ στον Ταύρο
Στον Ταύρο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, υλοποιήθηκε η ανάπλαση [8] του συγκροτήματος των οκτώ παλαιών προσφυγικών πολυκατοικιών του ΟΤ 1Γ, που είχαν ανεγερθεί από τα Υπουργεία Κοινωνικών Υπηρεσιών και Ανοικοδομήσεως. Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε μέσω της συνεργασίας ΔΕΠΟΣ-Δήμου Ταύρου με τη μορφή κοινοπραξίας και αποτελεί το μεγαλύτερης κλίμακας έργο ανάπλασης με κοινωνικούς όρους της ΔΕΠΟΣ [9] (Βαρελίδης, 2001: 24).
Το έργο ξεκίνησε μετά από αίτημα του Δήμου Ταύρου προς τη ΔΕΠΟΣ, αφού είχε προηγηθεί συζήτηση με τους κατοίκους, οι οποίοι είχαν εκφράσει σύμφωνη γνώμη για την υλοποίηση του (Λουκόπουλος κ.ά., 1990: 34). Το αίτημα προς τη ΔΕΠΟΣ έγινε γιατί το ΟΤ 1Γ ήταν το πλέον υποβαθμισμένο κομμάτι του Ταύρου, με έντονα κοινωνικά προβλήματα (για παράδειγμα, περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας), και το εισόδημα των ωφελούμενων ιδιοκτητών ήταν χαμηλό, ενδεικτικό της οικονομικής τους αδυναμίας να προβούν στα απαραίτητα έργα αναβάθμισης των διαμερισμάτων και ανάπλασης των κοινόχρηστων χώρων (Βαρελίδης, 1987). Οι νέοι σε ηλικία κάτοικοι που είχαν την οικονομική δυνατότητα εγκατέλειπαν την κατοικία τους, με αποτέλεσμα όσοι συνέχιζαν να μένουν στις πολυκατοικίες αυτές να ήταν κυρίως όσοι είτε δεν ήθελαν είτε δεν μπορούσαν να φύγουν για οικονομικούς λόγους (Βαρελίδης, 2001: 18). Επιπλέον, το γεγονός ότι η πλειονότητα των ιδιοκτητών κατοικούσε στα διαμερίσματα αυτά σε συνθήκες συνωστισμού (αφού η επιφάνεια των κατοικιών ήταν πολύ μικρή) σε συνδυασμό με την παλαιότητά τους (το οικιστικό απόθεμα ήταν πολύ παλιό και είχε υποστεί έντονες φθορές) αποδεικνύει την ανάγκη που υπήρχε για μετεγκατάσταση των κατοίκων σε νέες κατοικίες με καλύτερες συνθήκες στέγασης (Βαρελίδης, 1999: 320). Συνεπώς, η κατάσταση πριν από την ανάπλαση ήταν πολύ δύσκολη για τους κατοίκους του ΟΤ 1Γ και επομένως ήταν απαραίτητη η δημόσια παρέμβαση.
Η υλοποίηση του έργουτης ανάπλασης αντιμετώπισε αρκετές δυσκολίες. Η έλλειψη προηγούμενης εμπειρίας από τέτοιας κλίμακας έργο, καθώς και μια σειρά ζητημάτων, όπως το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η μέθοδος διαπραγμάτευσης και η δυσκολία συνεργασίας με τους κατοίκους ήταν τα κυριότερα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν (Ρωμανός, 2000). Με βάση την απογραφή που διεξήγαγε η κοινοπραξία ΔΕΠΟΣ – Δήμου Ταύρου το 1982, τα 90 διαμερίσματα ιδιοκατοικούνταν και τα 46 νοικιάζονταν (Λουκόπουλος, 1990: 33). Μερικά από τα ζητήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν σε σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς ήταν η ύπαρξη πολλών κληρονόμων συνιδιοκτητών (περίπου 300 που έπρεπε να συμφωνήσουν ώστε να υλοποιηθεί το πρόγραμμα), οι ιδιοκτήτες χωρίς τίτλους ιδιοκτησίας (κυρίως όσοι δεν είχαν εξοφλήσει το ποσό για το διαμέρισμά τους στο αντίστοιχο Υπουργείο),οι ιδιοκτήτες που έλειπαν στο εξωτερικό και ήταν δύσκολη η επαφή μαζί τους, τα κενά διαμερίσματα κ.ά. Τα προβλήματα αυτά υπερπηδήθηκαν μέσω της δημιουργίας συνεταιρισμού και της συνεργασίας ΔΕΠΟΣ και δήμου με τη μορφή κοινοπραξίας (Ρωμανός, 2000).
Ένα ακόμη ζήτημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί από την κοινοπραξία ήταν η στέγαση των ιδιοκατοίκων μέχρι την ολοκλήρωση του έργου. Αποφασίστηκε λοιπόν η επιδότηση ενοικίου ως λύση στο πρόβλημα αυτό για όλο το διάστημα μέχρι την παράδοση των κατοικιών στους δικαιούχους (Βαρελίδης, 1999: 327).
Παρά τα προβλήματα που ανέκυψαν, η ανάπλαση του ΟΤ 1Γ στον Ταύρο, σε σχέση με τα υπόλοιπα έργα ανάπλασης της ΔΕΠΟΣ, «σημείωσε τη σχετικά μεγαλύτερη επιτυχία» (Ρωμανός, 2000: 199). Η επιτυχία είχε να κάνει με το γεγονός ότι η επέμβαση αυτή επέφερε ριζική αναβάθμιση του ΟΤ 1Γ, δόθηκαν επιπλέον τετραγωνικά στους δικαιούχους, καθώς και ότι συνεργάστηκαν επιτυχώς οι δυο φορείς (ό.π., 199).
Εντέλει, στη θέση των οκτώ πολυκατοικιών, κατασκευάστηκε ένα συγκρότημα από ισάριθμες νέες πολυκατοικίες (εξαώροφες και επταώροφες) με 144 διαμερίσματα για τη στεγαστική αποκατάσταση των παλαιών ιδιοκτητών (Εικόνα 7). Δόθηκαν διαμερίσματα πέντε τύπων, με μεγέθη από 67 έως 102 τ.μ. (Ρωμανός, 2000: 204). Τα διαμερίσματα των 67 τετραγωνικών δίνονταν στους δικαιούχους δωρεάν, ενώ για τα διαμερίσματα των περισσότερων τετραγωνικών έπρεπε να πληρώσουν ένα μικρό ποσό, η τιμή του οποίου ήταν μικρότερη του κόστους κατασκευής (ΔΕΠΟΣ-Βαρουτσής, 1990: 71-72). Η διανομή των διαμερισμάτων γινόταν με κλήρωση, με βάση όμως τα τετραγωνικά που επέλεγε ο κάθε ωφελούμενος. Μέσω της πώλησης τμήματος από το ανεγειρόμενο συγκρότημα για εμπορική χρήση, η Κοινοπραξία μπόρεσε να διαθέσει στους δικαιούχους διαμερίσματα περισσότερων τετραγωνικών (Βαρελίδης, 2001: 22-23).
Οι πολυκατοικίες που ανεγέρθηκαν αποτελούν το προτελευταίο συγκρότημα κοινωνικής κατοικίας που κατασκευάστηκε στην ευρύτερη περιοχή [10] (Εικόνα 8). Για την ακρίβεια, το 1991 ολοκληρώθηκε η κατασκευή των πολυκατοικιών και παραδόθηκαν τα διαμερίσματα στους δικαιούχους καθώς και κάποια καταστήματα. Το έργο της ανάπλασης περιλάμβανε και την κατασκευή της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης που ολοκληρώθηκε το 1996 και εξυπηρετούσε -τον ίδιο σκοπό όπως και τα καταστήματα- την κάλυψη δηλαδή του κόστους του έργου (Ρωμανός, 2000).
Εικόνα 8: Τμήμα του συγκροτήματος κοινωνικής κατοικίας στο ΟΤ 1Γ (αριστερά διακρίνεται η πίσω πλευρά της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης)
Η γειτονιά σήμερα
Η γειτονιά τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί νέους κατοίκους είτε Έλληνες από άλλες περιοχές της χώρας, είτε μετανάστες από άλλες χώρες. Σήμερα οι κάτοικοι του Ταύρου αγοράζουν ή νοικιάζουν διαμέρισμα στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας. Οι αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση της γειτονιάς έλαβαν χώρα, κυρίως, μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990 οπότε οι περισσότερες οικογένειες των δικαιούχων είχαν πλέον ολοκληρώσει την αποπληρωμή της οφειλής τους προς το Υπουργείο Πρόνοιας και, επομένως, μπορούσαν να μεταβιβάσουν ή να πουλήσουν την κατοικία τους. Ωστόσο, οι εισροές των μεταναστών δεν είναι τόσο έντονες όσο ορισμένοι κάτοικοι της γειτονιάς θεωρούν ότι είναι. Πιο συγκεκριμένα με βάση την απογραφή του 2011 το 12,9% του πληθυσμού αντιστοιχούσε σε μετανάστες από αναπτυσσόμενες χώρες. Το ποσοστό αυτό σε σχέση με το αντίστοιχο της άμεσης ευρύτερης περιοχής [11] (11,5%) είναι ελαφρώς υψηλότερο, ενώ σε σχέση με τον κεντρικό Δήμο της πόλης ήταν περίπου το μισό. Το 1991 και το 2001 η διαφορά ανάμεσα στα συγκροτήματα και στην ευρύτερη περιοχή τους ήταν περίπου ίδια αν και τα ποσοστά ήταν πολύ χαμηλότερα (ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ, 2015).
Παρά την εισροή, τα τελευταία χρόνια νέων κατοίκων, στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών αυτών συνεχίζουν να κατοικούν απόγονοι των πρώτων κατοίκων (Μικρασιατών προσφύγων και εσωτερικών μεταναστών), 3ης και 4ης γενιάς. Κάποιοι από αυτούς δεν διέμεναν ποτέ σε διαφορετική περιοχή από τη γειτονιά μελέτης [12], ενώ κάποιοι άλλοι μετακινήθηκαν σε άλλες περιοχές αλλά επέστρεψαν στη γειτονιά τους. Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα, παρατηρείται στον Ταύρο επιστροφή των απογόνων των δικαιούχων του Υπουργείου Πρόνοιας στο διαμέρισμα που κληρονόμησαν από τους γονείς ή τους παππούδες τους.
Η οικιστική και πολεοδομική εξέλιξη της γειτονιάς, σε σχέση με την άμεση ευρύτερη περιοχή της διαφέρει. Ωστόσο, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων δεν διαφέρουν ιδιαίτερα (Πίνακας 1) όπως συμβαίνει εν γένει με τα συγκροτήματα στα παραδοσιακά προάστια της εργατικής τάξης στη δυτική Αθήνα, εκτός από τα ποσοστά των επαγγελματιών και των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι χαμηλότερα στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας (Kandylis et al., 2018: 91). Αντιθέτως, η διαφορά είναι λίγο μεγαλύτερη όσον αφορά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων στα συγκροτήματα σε σχέση με το Δήμο Μοσχάτου-Ταύρου. Για παράδειγμα σύμφωνα με τον πίνακα 1 τα ποσοστά των ανειδίκευτων εργατών (κατηγορία 9 της ΕΛΣΤΑΤ), των ατόμων που ζουν σε ακραίες συνθήκες στέγασης (σε κατοικίες με επιφάνεια μέχρι 15 τ.μ. ανά άτομο, χωρίς μόνωση, χωρίς θέρμανση) και των μεταναστών από αναπτυσσόμενες χώρες είναι υψηλότερα στην κοινωνική κατοικία του Ταύρου σε σχέση με σύνολο του δήμου. Αντιθέτως, τα ποσοστά των επαγγελματιών, των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κατόχων απολυτηρίου λυκείου και επαγγελματιών είναι αρκετά χαμηλότερα στην κοινωνική κατοικία του Ταύρου σε σχέση με το σύνολο του Δήμου.
Πίνακας 1: Σύγκριση κοινωνικο-δημογραφικών δεδομένων στα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου, τη γύρω περιοχή τους και το Δήμο Μοσχάτου-Ταύρου
Συμπερασματικά, τα συγκροτήματα των προσφυγικών και εργατικών πολυκατοικιών του Ταύρου συνιστούν μια ενότητα οικιστικά και πολεοδομικά, η οποία διαφέρει σημαντικά από την ευρύτερη περιοχή της όσον αφορά τα μορφολογικά χαρακτηριστικά. Οι πολυκατοικίες σε αυτές τις ενότητες είναι ως επί το πλείστον τεσσάρων ορόφων, διατεταγμένες με τρόπο που εξασφαλίζει επαρκή ηλιακό φωτισμό και φυσικό αερισμό, ενώ υπάρχει πρόβλεψη για τη δημιουργία ελεύθερων χώρων ανάμεσα στα κτίρια των συγκροτημάτων αυτών και στη ρυμοτόμηση της περιοχής. Αντιθέτως, οι διαφορές είναι λιγότερο έντονες όσον αφορά τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κατοίκων .
Το κείμενο αυτό βασίζεται στην ποιοτική έρευνα, μέσω συνεντεύξεων σε κατοίκους της γειτονιάς, που πραγματοποίησε η συγγραφέας το διάστημα Απρίλιος 2016 έως Μάιος 2017 στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής που εκπόνησε στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (Μυωφά, 2019) με επιβλέποντα καθηγητή τον Θωμά Μαλούτα (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο) και μέλη της τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής τον καθηγητή Παύλο-Μαρίνο Δελλαδέτσιμα (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο) και τον ερευνητή Β’ βαθμίδας Γιώργο Κανδύλη (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών).
[1] Ο Ταύρος ήταν αυτόνομος δήμος από το 1943 έως το 2010, οπότε ενώθηκε με το Μοσχάτο στο πλαίσιο του προγράμματος «Καλλικράτης» και πλέον αποτελεί τμήμα του ευρύτερου Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου (ΦΕΚ 87Α/07.06.2010).
[2] Η ονομασία «Νέα Σφαγεία» προήλθε από τα Δημοτικά Σφαγεία που υπήρχαν από το 1916 στην περιοχή -σε κοντινή απόσταση από τις κατοικίες των προσφύγων- και τα οποία έκλεισαν οριστικά το 1968. Ονομάστηκαν «Νέα Σφαγεία» σε αντίθεση με τη γειτονιά των Παλαιών Σφαγείων στην Καλλιθέα (Σούτος, 1983: 230).
[3] Οι ενοριακοί ναοί χρησιμεύουν όχι μόνο ως σημεία προσανατολισμού, αλλά δίνουν επίσης τα ονόματά τους στις γειτονιές αυτές» (Χίρσον, 2004 [1989]: 127).
[4] Στην περιοχή των Άνω Νέων Σφαγείων πρόσφυγες που είχαν την οικονομική δυνατότητα αγόρασαν ένα από τα 55 οικόπεδα μεταξύ των σημερινών οδών Κωνσταντινουπόλεως-Ειρήνης-Εσταυρωμένου και Κάλχαντος. Ο συνεταιρισμός που συστάθηκε οικοπεδοποίησε την έκταση και πούλησε τα οικόπεδα αυτά στους πρόσφυγες οι οποίοι με δική τους ευθύνη, κατασκεύασαν (είτε με αυτοκατασκευή είτε με κατά παραγγελία οικοδόμηση) την κατοικία τους.
[5] «Μεταφέρθηκαν σαν ξύλινα τεμάχια και συναρμολογήθηκαν εδώ, αφού προηγούμενα κτίστηκε ένας χαμηλός τοίχος, ύψους πενήντα πόντων από το έδαφος» (Σούτος, 1983: 109).
[6] Όσοι από τους εσωτερικούς μετανάστες είχαν την οικονομική δυνατότητα εγκαθίστανται είτε ενοικιάζοντας ή αγοράζοντας την κατοικία τους είτε ανεγείροντας με αυτοστέγαση κατοικία στην ευρύτερη περιοχή του Ταύρου.
[7] Η οδός Κατσιγιάννη χώριζε το ΟΤ στη μέση. Η οδός αυτή, μετά την ανάπλαση, δεν υφίστανται.
[8] Η ανάπλαση αυτή, όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί «ολοκληρωμένη ως προς την τελική κοινωνική σημασία και την πολεοδομική της κλίμακα» (Βαρελίδης, 2001: 18), γιατί αφορούσε μόνο ένα ΟΤ, και ο αριθμός των ωφελούμενων οικογενειών ήταν μικρός (136, τετραμελείς κυρίως οικογένειες).
[9] Μεγαλύτερο σε σύγκριση με τα αντίστοιχα έργα της Φιλαδέλφειας και της Καισαριανής.
[10] Το 1998 ο ΟΕΚ ανέγειρε συγκρότημα τριών πολυκατοικιών στον Ταύρο σε κοντινή απόσταση από τις προσφυγικές πολυκατοικίες
[11] Ορίστηκε ως η άμεση γειτονική περιοχή χωρίς συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας.
[12] Σύμφωνα με τα δεδομένα της απογραφής του 2011 το 57,7% των κατοίκων της κοινωνικής κατοικίας του Ταύρου δεν διέμεναν ποτέ σε διαφορετικό οικισμό από τις γειτονιές μελέτης (ΕΚΚΕ-ΕΛΣΤΑΤ 2015).
Αναφορά λήμματος
Μυωφά, Ν. (2020) Η γειτονιά των συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στον Ταύρο, στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/άρθρο/h-κοινωνική-κατοικία-στον-ταύρο/ , DOI: 10.17902/20971.97
Αναφορά Άτλαντα
Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) (2015) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού. URL: https://www.athenssocialatlas.gr/ , DOI: 10.17902/20971.9
Βιβλιογραφία
- Βαρελίδης Γ (2001) Κοινωνικές και επιχειρησιακές συνιστώσες της οικιστικής ανάπλασης στο Ο.Τ. 1Γ στον Ταύρο. Επιστημονική Επετηρίδα Εφαρμοσμένης Έρευνας 6(1): 17–37.
- Βαρελίδης Γ (1987) Νέοι Τρόποι Οικιστικής Ανάπτυξης. Το παράδειγμα της Ανάπλασης στον Ταύρο. Hellenews. Αθήνα.
- Βαρελίδης Γ (1999) Προτεινόμενο πλαίσιο οικιστικών αναπλάσεων στον αστικό και περιαστικό ελλαδικό χώρο. Κοινωνικές, θεσμικές, επιχειρησιακές, πολεοδομικές συνιστώσες. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ).
- ΔΕΠΟΣ και Βαρουτσής Σ (1990) Σχεδιασμός αναπλάσεων-Συγκεκριμένα παραδείγματα (Ταύρος). Τεχνικά Χρονικά 4: 71–74. Available at: http://library.tee.gr/digital/techr/1990/techrpdf.
- Ελευθερουδάκης Κ (1931) Ταύρος. Τόμος 12ος. Αθήνα: Ελευθερουδάκης.
- ΕΛΣΤΑΤ – ΕΚΚΕ (2015) Πανόραμα Απογραφικών Δεδομένων 1991-2011. Available at: https://panorama.statistics.gr/.
- Λουκόπουλος Δ, Πολύζος Ι, Πυργιώτης Γ, κ.ά. (1990) Δυνατότητες και προοπτικές των προγραμμάτων ανάπλασης. Προτάσεις για ένα νέο οργανωτικό σχήμα. ΕΜΠ Τομέας. Αθήνα: ΕΜΠ.
- Μυωφά Ν (2019) Κοινωνική κατοικία στην Αθήνα. Μελέτη των προσφυγικών συνοικισμών Δουργουτίου και Ταύρου από το 1922 έως σήμερα. Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
- Παπαδοπούλου Ε και Σαρηγιάννης Γ (2006) Συνοπτική έκθεση για τις προσφυγικές περιοχές του Λεκανοπεδίου Αθηνών. Αθήνα: ΕΜΠ – Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Τομέας Πολεοδομίας Χωροταξίας – Σπουδαστήριο Πολεοδομικών Ερευνών.
- Ρωμανός Α (2000) Ανάπλαση προσφυγικών κατοικιών στο Δήμο Ταύρου από τη ΔΕΠΟΣ. In: Καλογήρου Ν (επιμ.) Δημόσια Αρχιτεκτονική. Αθήνα: Μαλλιάρης Παιδεία, σσ 198–207.
- Σούτος Δ (1983) Δήμος Ταύρου. Σελίδες από την Ιστορία του. Αθήνα: Λόγος και Αντίλογος.
- ΦΕΚ 87Α/07.06.2010 (2010) Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης − Πρόγραμμα Καλλικράτης. Ελλάδα.
- Maloutas T, Kandylis G and Myofa N (2018) Exceptional social housing in a residual welfare state: Housing estates in Athens. In: Baldwin Hess D, Tammaru T, and van Ham M (eds) Housing Estates in Europe: Poverty, Ethnic Segregation, and Policy Challenges. Springer, pp. 77–98.